Την πρόθεσή του να προχωρήσει ακόμη και σε δημοψήφισμα για το ειρηνευτικό σχέδιο του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, υπό αυστηρές προϋποθέσεις, εξέφρασε ο πρόεδρος της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι, σε συνέντευξή του στον ενημερωτικό ιστότοπο Axios. Ο Ουκρανός πρόεδρος δήλωσε ότι ελπίζει να καταλήξει σε συμφωνία για το ειρηνευτικό πλαίσιο κατά τη συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ, που έχει προγραμματιστεί για την προσεχή Κυριακή στη Φλόριντα.
Όπως ανέφερε, είναι «έτοιμος» να θέσει το σχέδιο στην κρίση του ουκρανικού λαού, εφόσον η Ρωσία αποδεχθεί μια κατάπαυση του πυρός διάρκειας τουλάχιστον 60 ημερών, ώστε να διασφαλιστούν οι στοιχειώδεις συνθήκες ασφάλειας και ομαλής διεξαγωγής της ψηφοφορίας.
Επώδυνες παραχωρήσεις και πολιτικό κόστος
Παρότι ο Ζελένσκι έκανε λόγο για «μεγάλη πρόοδο» στις συνομιλίες, παραδέχθηκε ότι το σχέδιο Τραμπ εξακολουθεί να περιλαμβάνει επώδυνες εδαφικές παραχωρήσεις από την Ουκρανία, κυρίως στις ανατολικές περιοχές της χώρας. Ο ίδιος τόνισε ότι επιδιώκει να βελτιώσει τους όρους αυτούς, ωστόσο ξεκαθάρισε πως, αν δεν επιτευχθεί μια «ισχυρή» και αποδεκτή λύση στο εδαφικό, θα χρειαστεί η έγκριση των πολιτών μέσω δημοψηφίσματος.
Η επιλογή αυτή, όπως σημείωσε, δεν είναι απλή, καθώς συνοδεύεται από σοβαρά πολιτικά διλήμματα και κινδύνους, σε μια χώρα που βρίσκεται ακόμη υπό την απειλή ρωσικών επιθέσεων.
Οι προϋποθέσεις για το δημοψήφισμα
Ο Ζελένσκι υπογράμμισε ότι η διεξαγωγή δημοψηφίσματος προϋποθέτει όχι μόνο πολιτική συναίνεση, αλλά και ουσιαστικές εγγυήσεις ασφάλειας και επαρκή υλικοτεχνική υποδομή. Για τον λόγο αυτό χαρακτήρισε την κατάπαυση του πυρός διάρκειας 60 ημερών ως «το ελάχιστο» απαιτούμενο διάστημα για την προετοιμασία και τη διεξαγωγή της ψηφοφορίας.
Σύμφωνα με ανώτερο Αμερικανό αξιωματούχο που μίλησε στο Axios, η Μόσχα αντιλαμβάνεται την ανάγκη μιας προσωρινής εκεχειρίας αν ο Ζελένσκι προχωρήσει σε δημοψήφισμα, ωστόσο πιέζει για συντομότερο χρονοδιάγραμμα.
Αβεβαιότητα για τη στάση της Ρωσίας
Ο Ουκρανός πρόεδρος εμφανίστηκε επιφυλακτικός ως προς τις πραγματικές προθέσεις της Ρωσίας. «Έχω κάποιες πληροφορίες από τις υπηρεσίες πληροφοριών, αλλά αυτή τη στιγμή θέλω να πιστεύω μόνο στα λόγια των ηγετών» δήλωσε, αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο η Μόσχα να μην αποδεχθεί εξαρχής το σχέδιο Τραμπ.
Την ίδια ώρα, ανέφερε ότι τα περισσότερα σημεία των διμερών συμφωνιών ΗΠΑ – Ουκρανίας έχουν οριστικοποιηθεί και αποτυπωθεί σε πέντε έγγραφα, με πιθανότητα προσθήκης ενός έκτου.
Εγγυήσεις ασφαλείας και διάρκεια της συμφωνίας
Κεντρικό ζήτημα στις διαπραγματεύσεις παραμένουν οι εγγυήσεις ασφαλείας. Ο Ζελένσκι δήλωσε ότι τα σχετικά έγγραφα είναι σχεδόν έτοιμα, αν και απομένουν ορισμένα «τεχνικά ζητήματα». Ένα από τα βασικά αφορά τη διάρκεια της συμφωνίας, με τις ΗΠΑ να προτείνουν σύμφωνο 15 ετών, με δυνατότητα ανανέωσης.
«Νομίζω ότι χρειαζόμαστε κάτι περισσότερο από 15 χρόνια» είπε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι θα θεωρούσε «μεγάλη επιτυχία» αν ο Ντόναλντ Τραμπ αποδεχόταν μια μακροχρόνια δέσμευση κατά τη συνάντησή τους. Όπως ανέφερε, τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ουκρανία θα φέρουν τις εγγυήσεις ασφαλείας προς κύρωση στα εθνικά τους Κοινοβούλια.
Το έργο των διαπραγματευτών και ο ρόλος Τραμπ
Ο Ζελένσκι εξήρε το έργο των απεσταλμένων του Τραμπ, Στιβ Γουίτκοφ και Τζάρεντ Κούσνερ, καθώς και της ουκρανικής διαπραγματευτικής ομάδας υπό τον σύμβουλο εθνικής ασφάλειας Ρουστέμ Ουμέροφ. Επανέλαβε ωστόσο ότι θα επιδιώξει καλύτερους όρους στο εδαφικό, προειδοποιώντας πως αν το σχέδιο απαιτεί «πολύ δύσκολες» αποφάσεις, τότε το σύνολο των 20 σημείων του θα πρέπει να τεθεί σε δημοψήφισμα.
Επιβεβαίωσε επίσης ότι οι Γουίτκοφ και Κούσνερ είναι έτοιμοι να επισκεφθούν την Ουκρανία για να παρουσιάσουν τα οφέλη της συμφωνίας, αφήνοντας ανοιχτό ακόμη και το ενδεχόμενο επίσκεψης του ίδιου του Τραμπ. Προειδοποίησε όμως ότι μια τέτοια εκστρατεία, αν διεξαχθεί εν μέσω συνεχιζόμενων ρωσικών επιθέσεων, θα αποτύχει. «Ο κόσμος θα βλέπει τους πυραύλους» σημείωσε χαρακτηριστικά.
«Χωρίς ασφάλεια, το δημοψήφισμα δεν νομιμοποιείται»
Κλείνοντας, ο Ουκρανός πρόεδρος τόνισε με έμφαση ότι η κατάπαυση του πυρός πρέπει να τηρηθεί στην πράξη και να διαρκέσει τουλάχιστον δύο μήνες. Διαφορετικά, η συμμετοχή των πολιτών θα είναι περιορισμένη και το αποτέλεσμα ενδέχεται να αμφισβητηθεί. «Είναι προτιμότερο να μην γίνει καθόλου δημοψήφισμα, παρά να γίνει ένα δημοψήφισμα στο οποίο οι άνθρωποι δεν μπορούν να προσέλθουν και να ψηφίσουν» κατέληξε.