Ήταν μια εβδομάδα που έμοιαζε να κυλά στο γνώριμο μοτίβο της ζωής τους: πολιτική, ακτιβισμός, φίλοι από το Χόλιγουντ, κοινωνικές εκδηλώσεις. Κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το τελευταίο πάρτι στο οποίο θα παρευρίσκονταν ο Ρομπ Ράινερ και η σύζυγός του, Μισέλ Σίνγκερ Ράινερ, θα εξελισσόταν στον πρόλογο μιας οικογενειακής τραγωδίας που συγκλόνισε την αμερικανική κινηματογραφική κοινότητα.
Το βράδυ του Σαββάτου, το ζευγάρι συνόδευσε τον 32χρονο γιο του, Νικ, σε πάρτι στο σπίτι του κωμικού Κόναν Ο’Μπράιεν. Σύμφωνα με μαρτυρίες, ο Νικ —ο οποίος αντιμετώπιζε προβλήματα εξάρτησης για περισσότερα από τα μισά χρόνια της ζωής του— παρουσίαζε περίεργη και αποπροσανατολισμένη συμπεριφορά. Απευθυνόταν με αλλεπάλληλες ερωτήσεις σε καλεσμένους, ανάμεσά τους και τον ηθοποιό Μπιλ Χέιντερ: «Πώς σε λένε;», «Είσαι διάσημος;».
Η εικόνα του κρίθηκε ανησυχητική ακόμη και για τα χαλαρά δεδομένα ενός πάρτι γεμάτου A-listers. Λίγο αργότερα, του ζητήθηκε να αποχωρήσει. Ήταν η τελευταία φορά που φίλοι των Ράινερ τους είδαν ζωντανούς.
Το απόγευμα της Κυριακής, λιγότερο από ένα εικοσιτετράωρο μετά το πάρτι, ο Ρομπ Ράινερ, 78 ετών, και η Μισέλ Σίνγκερ Ράινερ, 70 ετών, βρέθηκαν νεκροί στο σπίτι τους στο Μπρέντγουντ του Λος Άντζελες. Οι εισαγγελικές αρχές ανακοίνωσαν ότι ο γιος τους αντιμετωπίζει δύο κατηγορίες για ανθρωποκτονία πρώτου βαθμού, έπειτα από επίθεση με μαχαίρι.
Ο δικηγόρος του Νικ Ράινερ αρνήθηκε να σχολιάσει, ενώ εκπρόσωπος της οικογένειας δεν απάντησε σε αιτήματα για δήλωση.
Είκοσι χρόνια ανεπιτυχών προσπαθειών
Άνθρωποι κοντά στο ζευγάρι μιλούν για μια τραγική κατάληξη ύστερα από περισσότερα από 20 χρόνια ανεπιτυχών προσπαθειών να βοηθήσουν τον γιο τους. Ο Ράινερ και η σύζυγός του είχαν στηρίξει τον Νικ σε περισσότερες από δώδεκα νοσηλείες σε κέντρα αποκατάστασης, του είχαν επιτρέψει να ζει σε ξενώνα στο κτήμα τους και είχαν ακόμη γυρίσει μαζί του ταινία για τον εθισμό.
«Ήταν πάντα προβληματισμένοι και εξαντλημένοι», λένε φίλοι τους. «Έκαναν τα πάντα, αλλά ένιωθαν ότι είχαν φτάσει σε αδιέξοδο».
Το σπίτι της τραγωδίας
Το σπίτι στο Μπρέντγουντ, σύμβολο μιας ζωής επιτυχιών και κοινωνικής δραστηριότητας, μετατράπηκε στο σκηνικό μιας ανείπωτης απώλειας. Οι εικόνες από τον χώρο, που έκαναν τον γύρο των μέσων, υπογράμμισαν τη βίαιη τομή ανάμεσα στη δημόσια λάμψη και την ιδιωτική κατάρρευση.
Ένας θρύλος του Χόλιγουντ
Ο Ρομπ Ράινερ υπήρξε εμβληματική μορφή της αμερικανικής ποπ κουλτούρας: από το «All in the Family» έως τη σκηνοθεσία ταινιών όπως «The Princess Bride», «When Harry Met Sally» και «Misery». Παράλληλα, εξελίχθηκε σε έναν από τους πιο ενεργούς πολιτικούς ακτιβιστές του Χόλιγουντ, με ισχυρή παρουσία στους Δημοκρατικούς και σε προοδευτικές καμπάνιες για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Φίλοι και συνεργάτες του —από τον Μπίλι Κρίσταλ μέχρι τον Λάρι Ντέιβιντ και πολιτικά πρόσωπα όπως η Νάνσι Πελόζι— μιλούν για ένα ζευγάρι που «ένωνε τον κόσμο γύρω του».
«Κρατήστε τον ζωντανό μέχρι τα 25»
Ο ίδιος ο Ράινερ είχε μιλήσει ανοιχτά για τον αγώνα του γιου του. Σε συνέντευξή του το 2016 είχε πει πως το προσωπικό του μότο ήταν: «Κρατήστε τον ζωντανό μέχρι τα 25». Ο Νικ, με πικρό χιούμορ, είχε απαντήσει τότε ότι ποτέ δεν του άρεσε αυτή η φράση.
Η σχέση τους, ωστόσο, παρέμεινε στενή, ακόμη και όταν ο Νικ είχε ζήσει για ένα διάστημα στον δρόμο, αρνούμενος να επιστρέψει σε πρόγραμμα απεξάρτησης.
Μια ψευδαίσθηση κανονικότητας
Μόλις τρεις εβδομάδες πριν από την τραγωδία, φίλοι της οικογένειας έλεγαν ότι ο Νικ φαινόταν να πηγαίνει καλύτερα. Έπαιζε τένις, έδειχνε λειτουργικός και οι γονείς του τον αντιμετώπιζαν «σαν ενήλικο». Η αίσθηση ότι ίσως είχε βρεθεί μια εύθραυστη ισορροπία διαλύθηκε βίαια.
Σοκ και πένθος στο Χόλιγουντ
Η είδηση του θανάτου του Ρομπ και της Μισέλ Ράινερ προκάλεσε κύμα σοκ και πένθους στη βιομηχανία του κινηματογράφου. «Θα ήταν το ζευγάρι που θα γερνούσε όμορφα», είπε ο σκηνοθέτης Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ. «Νιώθουμε όλοι ότι μας έκλεψαν 15 ή 20 χρόνια ακόμη μαζί τους».
Μια τραγωδία που ξεπερνά τα όρια της διασημότητας και φωτίζει, με τον πιο σκληρό τρόπο, τα αδιέξοδα του εθισμού, της οικογενειακής αγάπης και της απώλειας — ακόμη και εκεί όπου όλα έμοιαζαν να τα έχουν όλα.