Η εξαμηνιαία έκθεση της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), που δημοσιεύθηκε σήμερα, δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού.
Η επιβράδυνση της αύξησης του πληθυσμού, η γήρανση και η συρρίκνωση του εργατικού δυναμικού απειλούν να εκτροχιάσουν τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές σε ολόκληρη την περιοχή δραστηριοποίησης της EBRD. Η τράπεζα απευθύνει μια προειδοποίηση που αγγίζει κάθε τομέα πολιτικής: χωρίς άμεση παρέμβαση, ο δημογραφικός παράγοντας θα λειτουργήσει ως μόνιμος περιορισμός στην παραγωγικότητα, στην ανάπτυξη και στα δημόσια οικονομικά.
Η ανάλυση που ακολουθεί επιχειρεί να παρουσιάσει με πληρότητα τα ευρήματα της έκθεσης, να συγκρίνει απόψεις και να φωτίσει τα όρια και τις προκλήσεις των προτεινόμενων λύσεων. Γιατί, όπως επισημαίνει η επικεφαλής οικονομολόγος της EBRD, Μπεάτα Τζάβορτσικ, η συζήτηση πρέπει να γίνει τώρα – και πρέπει να γίνει με ειλικρίνεια.
Η γήρανση ως παράγοντας επιβράδυνσης του ΑΕΠ
Σύμφωνα με τα στοιχεία της EBRD, η γήρανση του πληθυσμού έχει ήδη αρχίσει να επιδρά αρνητικά στην οικονομική ανάπτυξη σε αρκετές χώρες. Η αναδυόμενη Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε μια δημογραφική πρόκληση που δεν είναι μόνο κοινωνική αλλά βαθιά οικονομική.
Η έκθεση προβλέπει ότι η μείωση του ποσοστού των ατόμων σε ηλικία εργασίας θα περιορίσει την ετήσια αύξηση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ κατά σχεδόν 0,4 ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο την περίοδο 2024–2050. Πρόκειται για έναν σταθερό, δομικό «φόρο ανάπτυξης» που επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα, τα εισοδήματα, την καταναλωτική δαπάνη και την ικανότητα των κρατών να χρηματοδοτούν κοινωνικές πολιτικές.
Η Τζάβορτσικ το θέτει απλά: η δημογραφική διάρθρωση διαβρώνει ήδη την αύξηση του βιοτικού επιπέδου. Και χωρίς παρέμβαση, το πρόβλημα θα γίνει οξύ έως το 2050.
Η ιδιαίτερη περίπτωση των μετακομμουνιστικών χωρών
Η έκθεση δίνει ιδιαίτερη έμφαση στις μετακομμουνιστικές οικονομίες της Ανατολικής Ευρώπης. Το δημογραφικό τους προφίλ αποδεικνύεται ακόμη πιο ανησυχητικό:
Η μέση ηλικία έχει φτάσει τα 37 έτη, σε μια περίοδο που το κατά κεφαλήν ΑΕΠ βρίσκεται περίπου στα 10.000 δολάρια.
Η σύγκριση που γίνεται με τις ανεπτυγμένες οικονομίες της δεκαετίας του 1990 είναι αποκαλυπτική: όταν εκείνες έφτασαν στον ίδιο δημογραφικό δείκτη, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ τους ήταν τετραπλάσιο. Με άλλα λόγια, οι χώρες αυτές γερνούν πριν προλάβουν να πλουτίσουν. Το μοτίβο αυτό περιορίζει τις επενδύσεις, μειώνει την κατανάλωση και αφήνει λιγότερο δημοσιονομικό χώρο για μεταρρυθμίσεις.
Γιατί πέφτει το ποσοστό γεννήσεων
Η EBRD καταγράφει μια σειρά από αιτίες που εξηγούν τη μείωση των γεννήσεων. Οι πιο κρίσιμες είναι:
- Μεταβολές στους κοινωνικούς κανόνες και στον τρόπο ζωής, που μεταθέτουν την απόφαση τεκνοποίησης στο μέλλον.
- Αυξημένο κόστος ζωής, ιδιαίτερα για τις νέες οικογένειες.
- Πτώση των επαγγελματικών προοπτικών των γυναικών λόγω της μητρότητας.
- Έλλειψη υποδομών παιδικής φροντίδας σε πολλές χώρες της αναδυόμενης Ευρώπης.
- Εργασιακά περιβάλλοντα που δεν διευκολύνουν την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής.
Παρότι πολλές κυβερνήσεις έχουν υιοθετήσει πολιτικές ενίσχυσης της γεννητικότητας, η Τζάβορτσικ σημειώνει ότι τα αποτελέσματα είναι περιορισμένα και, το κυριότερο, μη βιώσιμα. Τα οικονομικά κίνητρα, όσο γενναιόδωρα κι αν είναι, φαίνεται ότι δεν αρκούν χωρίς βαθύτερες αλλαγές στο κοινωνικό και εργασιακό πλαίσιο.
Μετανάστευση και τεχνητή νοημοσύνη: Μεγάλες λύσεις με μικρή πολιτική αποδοχή
Η έκθεση αναγνωρίζει πως η μετανάστευση θα μπορούσε θεωρητικά να αντισταθμίσει τη μείωση των γεννήσεων. Ωστόσο, το επίπεδο μετανάστευσης που απαιτείται ώστε να καλύψει το δημογραφικό έλλειμμα δεν είναι κοινωνικά ούτε πολιτικά αποδεκτό στις περισσότερες χώρες. Σε ένα διεθνές περιβάλλον όπου οι μεταναστευτικές πολιτικές σκληραίνουν και η δημόσια γνώμη παρουσιάζει σημαντικές αντιστάσεις, η λύση αυτή γίνεται ολοένα και δυσκολότερη.
Παράλληλα, η τεχνητή νοημοσύνη προβάλλει ως ένας πιθανός τρόπος ενίσχυσης της παραγωγικότητας. Ωστόσο, σύμφωνα με την EBRD, οι πολίτες εμφανίζονται «αμφιθυμικοί» απέναντι στη χρήση της. Η επιφυλακτικότητα αυτή οφείλεται σε φόβους για απώλεια θέσεων εργασίας, ανισότητες και απουσία ρυθμιστικού πλαισίου. Έτσι, μια τεχνολογία που θα μπορούσε να λειτουργήσει αντισταθμιστικά, παραμένει ανεπαρκώς αξιοποιημένη.
Η λύση που απομένει: περισσότερα χρόνια εργασίας
Η Τζάβορτσικ το περιγράφει χωρίς περιστροφές: ο μεγαλύτερος μοχλός που έχουν στη διάθεσή τους οι χώρες είναι να διασφαλίσουν ότι οι πολίτες θα παραμένουν στην εργασία για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Αυτό συνεπάγεται:
- Επανεκπαίδευση και αναβάθμιση δεξιοτήτων.
- Προσαρμογή των συνταξιοδοτικών συστημάτων.
- Νέες μορφές εργασίας για άτομα μεγαλύτερης ηλικίας.
- Εργασιακό περιβάλλον που υποστηρίζει τη συμμετοχή των senior εργαζομένων.
Όμως, εδώ ξεκινά η δύσκολη πολιτική συζήτηση. Η παράταση του εργασιακού βίου σπάνια συναντά ευρεία αποδοχή. Οι ψηφοφόροι συχνά αντιδρούν σε τέτοιες μεταρρυθμίσεις, θεωρώντας ότι πλήττουν όσα έχουν ήδη κατακτηθεί.
Η αναγκαία συζήτηση με τους ψηφοφόρους
Η Τζάβορτσικ τονίζει ότι «χρειαζόμαστε μια συζήτηση μεταξύ ενηλίκων», κυρίως με τους νεότερους, που θα κληθούν να επωμιστούν το κόστος των συνταξιοδοτικών συστημάτων τύπου pay-as-you-go. Το κύριο πρόβλημα είναι ότι οι πολίτες υποτιμούν τη σημασία των δημογραφικών τάσεων και τις συνέπειές τους.
Η ανάγκη ενημέρωσης και διαφάνειας δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά και πολιτικό ζήτημα. Σε αρκετές χώρες, η γήρανση του εκλογικού σώματος δημιουργεί ένα παράδοξο: αυτοί που έχουν μεγαλύτερη επιρροή στις εκλογές είναι συχνά εκείνοι που αντιστέκονται στις μεταρρυθμίσεις.
Ηλικιωμένοι ηγέτες σε ηλικιωμένες κοινωνίες
Η έκθεση της EBRD περιέχει μια ενδιαφέρουσα αλλά λιγότερο συζητημένη πτυχή: ο μέσος ηγέτης στον κόσμο είναι πλέον 60 ετών, δηλαδή 19 χρόνια μεγαλύτερος από τον μέσο ενήλικα. Στις αυταρχικές κυβερνήσεις το «χάσμα ηλικίας» έχει αγγίξει τα 26 χρόνια.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μεγαλύτεροι σε ηλικία ηγέτες είναι αναποτελεσματικοί ή ανίκανοι να αντιληφθούν δημογραφικές προκλήσεις. Ωστόσο, δημιουργεί ένα πολιτικό πλαίσιο μέσα στο οποίο δύσκολες μεταρρυθμίσεις –όπως η αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης ή οι ανοικτές μεταναστευτικές πολιτικές– είναι πιο δύσκολο να υλοποιηθούν. Οι κυβερνήσεις τείνουν να ευθυγραμμίζονται με το ηλικιακά μεγαλύτερο, συχνά πιο συντηρητικό εκλογικό σώμα.
Το παροδικό πλεονέκτημα των νέων οικονομιών
Αντίθετα, ορισμένες από τις νεότερες χώρες-μέλη της EBRD, όπως η Νιγηρία, διαθέτουν ακόμη μια θετική δημογραφική δυναμική: υψηλότερη γονιμότητα και μεγάλο εργατικό δυναμικό σε νεαρή ηλικία. όμως η Τζάβορτσικ προειδοποιεί ότι αυτό το «δημογραφικό επίδομα» είναι φευγαλέο. Η τάση μείωσης των γεννήσεων εμφανίζεται ήδη σε αρκετές χώρες της Αφρικής, αντιγράφοντας τις εξελίξεις άλλων ηπείρων.
Αυτές οι χώρες λοιπόν έχουν μπροστά τους ένα μοναδικό παράθυρο ευκαιρίας. Αν επενδύσουν στην εκπαίδευση, στην ανάπτυξη δεξιοτήτων, στη δημιουργία θέσεων εργασίας και στη μεγέθυνση του ιδιωτικού τομέα, μπορούν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο το δημογραφικό τους προβάδισμα. Αν όχι, η ευκαιρία θα χαθεί.
Οι διεθνείς συγκρίσεις και οι εναλλακτικές απόψεις
Υπάρχουν οικονομολόγοι που θεωρούν ότι η μείωση του πληθυσμού, υπό προϋποθέσεις, μπορεί να μην είναι καταστροφική. Ορισμένοι τονίζουν ότι μικρότερος πληθυσμός μπορεί να σημαίνει μικρότερη περιβαλλοντική πίεση, περισσότερους πόρους ανά κάτοικο και δυνατότητα υψηλότερης ποιότητας ζωής. Άλλοι υποστηρίζουν ότι η τεχνητή νοημοσύνη και η αυτοματοποίηση θα επιτρέψουν κάθε εργαζόμενος να παράγει πολύ περισσότερο, αντισταθμίζοντας τη μείωση του ανθρώπινου δυναμικού.
Όμως αυτές οι προσεγγίσεις συχνά υποτιμούν τον βραχυπρόθεσμο οικονομικό και κοινωνικό αντίκτυπο. Τα συνταξιοδοτικά συστήματα, η υγεία, η εκπαίδευση, η ανταγωνιστικότητα, ο ρυθμός επενδύσεων – όλα αυτά εξαρτώνται από την αναλογία εργαζομένων-συνταξιούχων και από τη δυνατότητα των κρατών να χρηματοδοτούν τις υποχρεώσεις τους.
Η EBRD υιοθετεί μια ρεαλιστική οπτική: η τεχνολογία και η καινοτομία μπορούν να βοηθήσουν, αλλά δεν μπορούν να αντιστρέψουν μόνες τους τις δημογραφικές τάσεις. Η μετανάστευση είναι χρήσιμη, αλλά όχι πολιτικά εφαρμόσιμη σε μεγάλη κλίμακα. Η αύξηση των γεννήσεων είναι δύσκολη, ιδιαίτερα σε περιβάλλον κοινωνικών αλλαγών. Άρα, η προσαρμογή του εργασιακού βίου παραμένει ο πιο άμεσος μοχλός δράσης.
Πώς μπορούν να δράσουν οι κυβερνήσεις σήμερα
Για να αντιμετωπιστεί ο δημογραφικός κίνδυνος, οι χώρες θα πρέπει να κινηθούν σε πολλαπλά επίπεδα:
Ενίσχυση των πολιτικών για την οικογένεια
Όχι μόνο οικονομικά κίνητρα, αλλά επένδυση σε παιδικούς σταθμούς, ευέλικτες μορφές εργασίας, προστασία της καριέρας των γυναικών και πραγματική ισότητα στο σπίτι.
Αναβάθμιση δεξιοτήτων για όλες τις ηλικίες
Ειδικά για εργαζόμενους άνω των 50 ετών, που κινδυνεύουν περισσότερο από τον ψηφιακό αποκλεισμό.
Μεταρρύθμιση των συνταξιοδοτικών συστημάτων
Προσαρμογή στην αύξηση του προσδόκιμου ζωής, κίνητρα παραμονής στην εργασία, ενίσχυση της κεφαλαιοποίησης όπου είναι εφικτό.
Προσεκτικά σχεδιασμένη μεταναστευτική πολιτική
Στοχευμένη προσέλκυση εργαζομένων σε τομείς κρίσιμης έλλειψης προσωπικού.
Αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης
Με ρυθμιστικό πλαίσιο που μειώνει τον φόβο και ενισχύει την εμπιστοσύνη των πολιτών.
Μια πολιτική συζήτηση που πρέπει να ξεκινήσει
Η μεγάλη πρόκληση δεν είναι τεχνική. Είναι πολιτική. Απαιτείται συναίνεση, κοινωνική συζήτηση και ειλικρίνεια. Οι δημογραφικές τάσεις δεν αλλάζουν εν μία νυκτί· χρειάζονται δεκαετίες για να αναστραφούν. Όμως οι επιπτώσεις τους είναι ήδη εδώ.
Η έκθεση της EBRD λειτουργεί ως καμπανάκι. Η επιβράδυνση της αύξησης του πληθυσμού δεν είναι πρόβλημα του μέλλοντος. Είναι ζήτημα του παρόντος, που απειλεί να περιορίσει την ανάπτυξη, να εντείνει τις ανισότητες και να πιέσει τα δημόσια οικονομικά σε ολόκληρη την Ευρώπη και πέρα από αυτήν.
Το ερώτημα λοιπόν δεν είναι αν θα δράσουμε. Είναι πόσο γρήγορα και πόσο αποτελεσματικά.
Το δημογραφικό πρόβλημα δεν είναι απλώς ένα στατιστικό δεδομένο. Είναι ένας δυναμικός παράγοντας που επηρεάζει βαθιά την οικονομία, την κοινωνία και την πολιτική. Η EBRD προτρέπει τις χώρες να κινηθούν άμεσα, να επενδύσουν στην εκπαίδευση, στην παραγωγικότητα, στη στήριξη των οικογενειών και στην παράταση του εργασιακού βίου. Όσο πιο γρήγορα ληφθούν μέτρα, τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα να αποφευχθούν οι σοβαρότερες συνέπειες.
Οι δημογραφικές εξελίξεις δεν μπορούν να σταματήσουν. Μπορούν όμως να διαχειριστούν. Και αυτό απαιτεί θάρρος, ρεαλισμό και κυρίως μακροπρόθεσμη στρατηγική. Οι κοινωνίες που θα το αντιληφθούν εγκαίρως, θα είναι και εκείνες που θα συνεχίσουν να αναπτύσσονται στο μέλλον.