Ποιος θα ελέγχει την AI και πώς θα διασφαλιστεί ότι τα κοινωνικά οφέλη της θα διανεμηθούν δίκαια;
Του David Moscrop
Η φράση «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα» έχει πλέον φθαρεί από τη συνεχή χρήση. Ο αγώνας για μια πιο δίκαιη και δημοκρατική οικονομία και πολιτεία συνεχίζεται, αλλά σε μεγάλο βαθμό, η κυρίαρχη τάξη έχει επιλέξει τη βαρβαρότητα.
Ωστόσο, οι απαιτήσεις για κάτι καλύτερο παραμένουν ζωντανές και τα κινήματα που τις εκφράζουν εξελίσσονται συνεχώς. Οι παλιοί αγώνες — όπως ο έλεγχος του κεφαλαίου και των χώρων εργασίας — εξακολουθούν να υφίστανται, αλλά νέα ζητήματα αναδύονται, μετασχηματίζοντας το τοπίο. Η τεχνητή νοημοσύνη (AI) αποτελεί σήμερα το πιο επίκαιρο παράδειγμα αυτού του φαινομένου — ή τουλάχιστον θα έπρεπε, καθώς βαδίζουμε ασυνείδητα προς μια ολιγαρχία της AI.
Όσον αφορά την AI, υπάρχουν καλά νέα, άσχημα νέα και αβέβαια νέα. Το θετικό είναι πως η ποικιλία των τεχνολογιών που περιλαμβάνει η AI θα μπορούσε να εξυπηρετήσει φιλεργατικούς και ανθρωποκεντρικούς σκοπούς. Ο μαρξισμός, άλλωστε, διατηρεί μακρά παράδοση ελπίδας ότι ο μηχανολογικός αυτοματισμός μπορεί να απελευθερώσει τους εργαζόμενους.
Το αρνητικό όμως είναι πως αυτό εξαρτάται από το ποιος κατέχει τα «ρομπότ». Αυτή τη στιγμή, δεν είναι ούτε οι εργαζόμενοι ούτε το ευρύ κοινό. Όμως θα μπορούσε να είναι — κι εδώ εντοπίζεται το αβέβαιο: ποιος θα ελέγχει την AI; Ποιανού AI; Αν οι προβλέψεις των τεχνολογικών και βιομηχανικών κεφαλαιούχων επαληθευτούν — και η AI πράγματι αναδιαμορφώσει την εργασία οδηγώντας σε έναν σχεδόν μετα-σπανιότητας κόσμο — τότε η δημοκρατικοποίηση της AI θα είναι απαραίτητη για να αποφευχθεί κοινωνική, πολιτική και οικονομική κατάρρευση.
Χωρίς αυτή τη δημοκρατικοποίηση, κινδυνεύουμε να παγιώσουμε ένα σύστημα ακόμα πιο ολιγαρχικό από αυτό που ήδη κυριαρχεί στη σύγχρονη ζωή. Η δίκαιη κατανομή τόσο της δύναμης όσο και των κερδών αυτής της τεχνολογίας απαιτεί δύο μεγάλους μετασχηματισμούς: έναν στον τρόπο ιδιοκτησίας και χρήσης της τεχνολογίας και έναν στη δομή του κράτους πρόνοιας, το οποίο πλέον καθίσταται απολύτως αναγκαίο.
Ποιος θα ελέγχει την τεχνητή νοημοσύνη;
Τα πρώτα ερωτήματα λοιπόν είναι: Ποιος πρέπει να ελέγχει την AI, πώς και για ποιο σκοπό; Ιδιωτικά συστήματα που δεν αξιοποιούνται μόνο για αύξηση παραγωγικότητας — κάτι που προς το παρόν παραμένει υπόσχεση με αμφίβολα αποτελέσματα — αλλά κυρίως για κατάργηση θέσεων εργασίας, θα μπορούσαν θεωρητικά να αποβούν ωφέλιμα μόνο αν όσοι εκτοπιστούν εξασφαλίσουν ζωή με ίση ή μεγαλύτερη ασφάλεια, αξιοπρέπεια και νόημα απ’ ό,τι είχαν ως μισθωτοί.
Από τη στιγμή που μια θέση καταργείται λόγω αυτοματοποίησης, δεν μπορεί απλώς να «μεταφερθεί» αλλού· η μετάβαση πρέπει να γίνει είτε σε μια νέα, καλύτερη εργασία είτε σε μια ζωή που υποστηρίζεται χωρίς ανάγκη εργασίας (π.χ. μέσω ενός ισχυρού προγράμματος καθολικού βασικού εισοδήματος). Κάπου ενδιάμεσα βρίσκεται η γκρίζα ζώνη των κερδών παραγωγικότητας.
Τα κέρδη παραγωγικότητας δεν πρέπει να απορρίπτονται a priori, ειδικά αν μπορούν να αξιοποιηθούν για μείωση της καταπόνησης, συντόμευση της εργάσιμης εβδομάδας και βελτίωση της ποιότητας ζωής. Ωστόσο, παραμένει το δύσκολο ζήτημα του τι συνεπάγεται η μετάβαση στην εργασία με AI. Δεν θα ήταν πάντως η πρώτη φορά που μια αγορά και οι εργαζόμενοί της αντιμετωπίζουν τέτοια ανατροπή — όπως μας θυμίζουν οι Luddites.
Αν επαληθευτούν οι πιο μεγαλεπήβολες προβλέψεις για την AI, τότε αυτό που έρχεται μπορεί να ισοδυναμεί ή ακόμη και να ξεπεράσει την αναταραχή της Βιομηχανικής Επανάστασης.
Δημοκρατία στην ανάπτυξη και χρήση της AI
Σε ένα οικονομικό σύστημα με σοσιαλιστικές σχέσεις παραγωγής — όπου οι εργαζόμενοι ελέγχουν τις επιχειρήσεις τους μέσω συνεταιρισμών ή έμμεσα μέσω κρατικών φορέων ή βιομηχανικής δημοκρατίας — η κοινότητα θα μπορούσε να αποφασίζει συλλογικά πώς θα χρησιμοποιήσει την AI, για ποιο σκοπό και με ποιους ρυθμούς.
Μια τέτοια ελεγχόμενη, σχεδιασμένη εφαρμογή όχι μόνο θα διευκόλυνε τη μετάβαση αλλά θα έδινε στους πολλούς τη δύναμη να αποφασίζουν πού στοχεύει η τεχνολογία. Αυτό θα όφειλε να είναι το ζητούμενο.
Ενίσχυση ή υποβάθμιση του ανθρώπου;
Όπως γράφει ο Evgeny Morozov στη Le Monde Diplomatique, η ιδέα αξιοποίησης της AI για ανθρώπινη ενίσχυση γέμιζε αισιοδοξία τον πρωτοπόρο κυβερνήτη Warren Brodey τη δεκαετία του 1960. Στο άρθρο «AI and the techno-utopian path not taken», ο Morozov διακρίνει μεταξύ “augmentation” (σημαίνει αύξηση ή ενίσχυση και αναφέρεται κυρίως στη διαδικασία προσθήκης ή μεγέθυνσης κάποιου μεγέθους, ποσότητας ή όγκου) και “enhancement” (Στα ελληνικά σημαίνει βελτίωση, ενίσχυση ή αναβάθμιση. Αναφέρεται στη διαδικασία ή το αποτέλεσμα του να κάνεις κάτι καλύτερο, πιο αποτελεσματικό ή πιο εντυπωσιακό.), όπως τα όριζε ο Brodey.
Η ενίσχυση της ποσότητας είναι εφήμερη κι εξαρτάται πλήρως από συσκευές· αντίθετα, η βελτίωση και αναβάθμιση αφορά στην ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων κι αποτελεί αληθινό υπηρέτη του ανθρώπου. Όπως γράφει: «Η ενίσχυση αξιοποιεί την τεχνολογία για την καλλιέργεια νέων ικανοτήτων».
Η μελέτη του Morozov αποτελεί παραβολή για το σταυροδρόμι στο οποίο βρισκόμαστε σήμερα. «Η ενίσχυση της ποσότητας», σημειώνει, «υποβαθμίζει τις δεξιότητές μας στο όνομα της αποδοτικότητας, ενώ η ενίσχυση μας αναβαθμίζει ως δημιουργικούς ανθρώπους». Αυτή η θεμελιώδης διαφορά καθορίζει αν γινόμαστε παθητικοί χειριστές ή δημιουργοί μέσω της τεχνολογίας.
Αν έπρεπε κανείς να μαντέψει, η καπιταλιστική τάξη — που έχει τον πλήρη έλεγχο στην ανάπτυξη της AI — θα προτιμούσε εργατικό δυναμικό χωρίς δεξιότητες: πιο εύκολο στον έλεγχο, φθηνότερο κι εντέλει αναλώσιμο. Αντίθετα, η πραγματική ενδυνάμωση μέσω δεξιοτήτων πιθανόν θα παρέμενε προνόμιο των ελίτ.
Σε ένα πλαίσιο όπου τον έλεγχο έχουν οι εργαζόμενοι ή η κοινότητα, όμως, θα μπορούσε μαζικά να υιοθετηθεί ένα πρόγραμμα ενίσχυσης προς όφελος όλων. Έτσι ίσως οικοδομούσαμε μια κοινωνία όπου τόσο η πολιτική όσο και η οικονομία υπηρετούν το συλλογικό συμφέρον.
Aναδιανομή οφελών και νέο κράτος πρόνοιας
Ακόμα κι αν σε έναν ιδανικό κόσμο η AI σχεδιαστεί ρητά ώστε να υπηρετεί το κοινό καλό μέσω πραγματικής ανθρώπινης ενίσχυσης, οι αναταράξεις θα ήταν αναπόφευκτες. Ολόκληροι κλάδοι μπορεί να καταστούν άνευ αντικειμένου· αμέτρητες θέσεις εργασίας ίσως χαθούν.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι τι πρέπει να γίνει: Πώς πρέπει να κατανεμηθούν τα κέρδη από την αυξημένη παραγωγικότητα; Ποιες νέες μορφές κοινωνικά χρήσιμης δραστηριότητας μπορούν να αντικαταστήσουν τη μισθωτή εργασία — προσφέροντας όχι μόνο ασφάλεια αλλά νόημα κι ενεργό ρόλο; Αυτά είναι ζητήματα που καλείται να απαντήσει ένα μελλοντικό κράτος πρόνοιας ανεξαρτήτως του ποιος ελέγχει την AI ή πώς αυτή χρησιμοποιείται.
Aπειλή ή ευκαιρία για τους εργαζόμενους;
Σήμερα, η τεχνολογική ολιγαρχία που κατέχει τον έλεγχο της AI, φαίνεται πως θεωρεί ως λύση στις μεγάλες τεχνολογικές ανατροπές ένα λιτό καθολικό βασικό εισόδημα (UBI) επιπέδου επιβίωσης — πιθανόν εις βάρος των υπαρχόντων προγραμμάτων κοινωνικής πρόνοιας.
Αυτό το μοντέλο αφήνει εργαζόμενους και ανέργους να αγοράζουν κοινωνικές υπηρεσίες από την ιδιωτική αγορά. Εδώ και χρόνια το UBI προβάλλεται είτε ως πανάκεια είτε ως ουτοπική λύση χειραφέτησης μέσω γενναίων παροχών. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι πως στην πράξη μάλλον θα υλοποιηθεί σύμφωνα με το λιμπερταριανό μοντέλο ή — εξίσου άσχημα — απλώς υποχρηματοδοτημένο σε βάρος όσων στηρίζονται σ’ αυτό.
Καθώς η AI αποκτά ολοένα μεγαλύτερο ρόλο στη βιομηχανία, η Αριστερά δεν μπορεί να παραδοθεί εκ των προτέρων. Δεν πρέπει ούτε να φανταζόμαστε την AI ως πανάκεια ούτε όμως να αγνοούμε τις πιθανές αυξήσεις παραγωγικότητας που προσφέρει σε κάποιες περιπτώσεις.
Η εποχή αυτή αποτελεί κρίσιμο σταυροδρόμι: μας δίνει τη δυνατότητα να δημοκρατικοποιήσουμε τον έλεγχο και τη χρήση της AI αλλά και να επανασχεδιάσουμε το κράτος πρόνοιας ώστε να ανταποκρίνεται στις νέες κοινωνικές ανάγκες και συλλογικές αξίες μας. Είναι στο χέρι μας να αξιοποιήσουμε αυτήν την ευκαιρία ώστε η AI να υπηρετεί εμάς — όχι το αντίστροφο.
*Ο David Moscrop είναι συγγραφέας και πολιτικός σχολιαστής. Παρουσιάζει το podcast «Open to Debate» και είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Too Dumb For Democracy? Why We Make Bad Political Decisions and How We Can Make Better Ones» (Πολύ χαζοί για τη Δημοκρατία; Γιατί παίρνουμε κακές πολιτικές αποφάσεις και πώς μπορούμε να παίρνουμε καλύτερες).
Διαβάστε το αρχικό άρθρο Jacobin.