Ο πόλεμος στην Ουκρανία εισέρχεται ίσως στο πιο καθοριστικό σημείο του από το 2022, καθώς ένα νέο αμερικανικό ειρηνευτικό σχέδιο βρίσκεται στο επίκεντρο μυστικών αλλά εντατικών διαβουλεύσεων ανάμεσα στην Ουάσιγκτον, το Κίεβο και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.
Η κυβέρνηση του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ φαίνεται αποφασισμένη να καταλήξει σε μια συμφωνία το συντομότερο δυνατό, ενώ τα μεγάλα διεθνή μέσα αποκαλύπτουν καθημερινά νέα δεδομένα που αποτυπώνουν την πολυπλοκότητα και τις αντιφάσεις μιας πρωτοφανούς διπλωματικής προσπάθειας.
Τόσο η Wall Street Journal όσο και η Washington Post περιγράφουν ένα σχέδιο που συνδυάζει γεωπολιτικές ανακατατάξεις, οικονομικές πρωτοβουλίες κολοσσιαίου εύρους και ένα στρατηγικό άνοιγμα μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, δημιουργώντας έντονη συζήτηση στην Ευρώπη. Σε μια εποχή όπου η αμερικανική εξωτερική πολιτική αλλάζει κατεύθυνση, ο Τραμπ εμφανίζεται έτοιμος να ανασχεδιάσει το μεταψυχροπολεμικό τοπίο – μια εξέλιξη που κάποιοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι παραλληλίζουν με μια οικονομική εκδοχή της Γιάλτας του 1945. Το ερώτημα όμως παραμένει: πρόκειται για ένα ρεαλιστικό πλαίσιο ειρήνης ή για μια νέα πηγή αστάθειας;
Το αμερικανικό ειρηνευτικό πακέτο
Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις της Washington Post, το αμερικανικό σχέδιο αποτελείται από τρία διακριτά έγγραφα: το ειρηνευτικό σχέδιο, τις εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία και το σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης και ανασυγκρότησης. Οι συζητήσεις βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη και οι πλευρές εργάζονται πάνω σε τροποποιήσεις προκειμένου να επιτευχθεί ένα κοινά αποδεκτό πλαίσιο. Η μέθοδος που επιλέγει η Ουάσιγκτον, δηλαδή η ταυτόχρονη συζήτηση θεμάτων ασφάλειας, εδαφικών διευθετήσεων και ανασυγκρότησης, θυμίζει περισσότερο τις πολυεπίπεδες διαπραγματεύσεις της εποχής του Ψυχρού Πολέμου παρά τις σύγχρονες διπλωματικές πρακτικές. Το βασικότερο όμως στοιχείο είναι ο χρόνος, καθώς η κυβέρνηση Τραμπ πιέζει για άμεση συμφωνία, προκαλώντας ανησυχία στους Ευρωπαίους που φοβούνται ότι η βιασύνη θα υπονομεύσει τη γεωπολιτική σταθερότητα της περιοχής.
Η ανατροπή στη στρατηγική
Το πλέον αμφιλεγόμενο στοιχείο αφορά την αποκατάσταση των ρωσικών ενεργειακών ροών προς την Ευρώπη. Μετά το 2022, η ΕΕ επιδόθηκε σε πολιτική απεξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, ενώ η Γερμανία εγκατέλειψε βασικά ενεργειακά εργαλεία όπως ο Nord Stream. Η πρόταση των ΗΠΑ για ενεργειακή συμφιλίωση προκαλεί αντιδράσεις, καθώς χώρες της Ανατολικής Ευρώπης φοβούνται επιστροφή σε ρωσική εξάρτηση, ενώ στη Δυτική Ευρώπη το όφελος από φθηνότερη ενέργεια συγκρούεται με πολιτικά κόστη. Το σχέδιο περιλαμβάνει επίσης αμερικανικές επενδύσεις στη Ρωσία σε τομείς όπως εξόρυξη σπάνιων γαιών, γεωτρήσεις στην Αρκτική και ενεργειακές υποδομές, με στόχο τη δημιουργία «αμοιβαίας οικονομικής εξάρτησης» για μείωση των μελλοντικών εντάσεων. Οι επικριτές, όμως, υποστηρίζουν ότι η Μόσχα έχει στραφεί προς την Κίνα και άλλες χώρες του BRICS και δεν δείχνει πρόθεση για μακροπρόθεσμη συνεργασία με τη Δύση.
Η οικονομική διάσταση
Στο επίκεντρο βρίσκεται η χρήση περίπου 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων από παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Τα 100 δισεκατομμύρια προβλέπονται για αποζημιώσεις και άμεση ανοικοδόμηση της Ουκρανίας, ενώ το υπόλοιπο σε μεγάλα έργα υποδομών, με συμμετοχή αμερικανικών εταιρειών όπως η BlackRock. Ένα από τα πιο φιλόδοξα σχέδια είναι η δημιουργία ενός τεράστιου data center που θα τροφοδοτείται από τον πυρηνικό σταθμό της Ζαπορίζια, υπό ρωσικό έλεγχο. Η ιδέα θεωρείται «ιδιοφυής» αλλά η εφαρμογή της εξαιρετικά περίπλοκη, καθώς εγείρονται ερωτήματα για ασφάλεια και διεθνή διαχείριση.
Οι εγγυήσεις ασφαλείας
Η Ουάσιγκτον προτείνει ένα μοντέλο «σαν το Άρθρο 5 του ΝΑΤΟ», με άμεση αμερικανική αντίδραση σε περίπτωση παραβίασης, ξεχωριστές ευρωπαϊκές εγγυήσεις και μόνιμη υποστήριξη σε πληροφορίες και επιτήρηση. Το Κίεβο ζητά η συμφωνία να κυρωθεί από το Κογκρέσο, ενώ αρκετές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις φοβούνται ότι οι διμερείς εγγυήσεις μπορεί να αποδυναμώσουν τη Συμμαχία. Το νέο σχέδιο αφαιρεί τη διατύπωση που απαγόρευε μελλοντική ένταξη στο ΝΑΤΟ, αφήνοντας όμως ένα αμφίσημο παράθυρο χωρίς δεσμεύσεις.
Οι εδαφικές παραχωρήσεις
Η Ρωσία ζητά επίσημη παραχώρηση εδαφών στο Ντονέτσκ, ενώ η ομάδα Τραμπ εκτιμά ότι η Ουκρανία ίσως τα χάσει σε έξι μήνες στρατιωτικών συγκρούσεων. Το Κίεβο τονίζει ότι δεν έχει νομικό δικαίωμα να παραχωρήσει έδαφος και ότι μια λύση τύπου Κορέας είναι πιο ρεαλιστική. Η νέα αμερικανική πρόταση περιλαμβάνει αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη από το Ντονέτσκ έως τη Χερσώνα και περιοχές με περιορισμένα βαριά όπλα υπό διεθνή παρακολούθηση, ενώ η πιθανότητα αμερικανικής αναγνώρισης των κατεχόμενων εδαφών προκαλεί έντονη αντίδραση στην Ευρώπη.
Το πολιτικό στοίχημα
Το σχέδιο προβλέπει επίσης ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ έως το 2027, επιτάχυνση που ενισχύει το εμπόριο, τις επενδύσεις και τη μεταρρύθμιση των κρατικών επιχειρήσεων. Υπάρχουν όμως αντιδράσεις από χώρες όπως η Ουγγαρία και ανησυχία για το οικονομικό κόστος, ενώ για την Ουάσιγκτον η ένταξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως διπλωματικό αντάλλαγμα για άλλες παραχωρήσεις.
Η εσωτερική πραγματικότητα στο Κίεβο
Οι εκλογές προγραμματίζονται μέσα στους επόμενους 60–90 ημέρες, εφόσον οι συνθήκες το επιτρέψουν, για να ενισχυθεί η νομιμοποίηση της ηγεσίας. Οι υποστηρικτές θεωρούν ότι θα ενισχύσει ενότητα και διαφάνεια, ενώ οι αντίπαλοι επισημαίνουν ότι εκατομμύρια Ουκρανοί βρίσκονται εκτός χώρας και περιοχές είναι υπό κατοχή. Ο Ζελένσκι βρίσκεται ανάμεσα σε πιέσεις των ΗΠΑ, κριτική αντιπολίτευσης και ανάγκη ενότητας.
Η Μόσχα παρατηρεί χωρίς να δεσμεύεται
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν δεν έχει εκδηλώσει ξεκάθαρη πρόθεση για ειρήνη, συνεχίζει να διατηρεί στρατηγικές θέσεις και επιδιώκει να διαμορφώσει τους όρους αναγνώρισης των εδαφών. Η Ρωσία αντιμετωπίζει έλλειψη πρόσβασης σε δυτικές αγορές, αυξανόμενη εξάρτηση από την Κίνα και ανάγκη τεχνολογικής αναβάθμισης. Οι αμερικανικές επενδύσεις σε σπάνιες γαίες και ενέργεια θα μπορούσαν να προσφέρουν νέες δυνατότητες οικονομικής συνεργασίας χωρίς όμως να αλλάξει η στρατηγική των εδαφικών κατακτήσεων.
Το ευρωπαϊκό δίλημμα
Η Ευρώπη φοβάται νέο «μοίρασμα επιρροών», επιστροφή της Ρωσίας ως ενεργειακού παίκτη και ζώνες τύπου Ψυχρού Πολέμου, αλλά η κόπωση από τον πόλεμο και το οικονομικό βάρος οδηγούν ορισμένες πρωτεύουσες σε ρεαλιστικές προσεγγίσεις. Ο συνδυασμός στρατηγικών, οικονομικών και πολιτικών παραμέτρων καθιστά τη συμφωνία ταυτόχρονα αναγκαία και δύσκολη.
Είναι ρεαλιστική μια συμφωνία;
Οι ΗΠΑ επιδιώκουν άμεση κατάπαυση πυρός, περιορισμό κόστους και στρατηγική επαναπροσέγγιση με τη Ρωσία. Η Ουκρανία ζητά εδαφική ακεραιότητα, ασφάλεια, ευρωπαϊκή πορεία και ανοικοδόμηση. Η Ρωσία επιδιώκει αναγνώριση εδαφών, άρση κυρώσεων και οικονομική συμφιλίωση. Η Ευρώπη θέλει ειρήνη χωρίς στρατηγικές απώλειες. Το επόμενο διάστημα θα καθορίσει αν οι στόχοι αυτοί μπορούν να συγχρονιστούν, με τη στάση της ΕΕ, τις παραχωρήσεις του Κιέβου, τη στάση της Μόσχας και την τελική επιλογή Τραμπ να παίζουν καθοριστικό ρόλο.
Το ειρηνευτικό σχέδιο των ΗΠΑ είναι ίσως η πιο φιλόδοξη προσπάθεια αναδιάταξης της ευρωπαϊκής ασφάλειας από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Συνδυάζει οικονομία, ενέργεια, γεωπολιτική και στρατιωτικά μέτρα σε ένα ενιαίο πακέτο που φιλοδοξεί να προσφέρει όχι απλώς ειρήνη, αλλά μια νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας. Ωστόσο, οι εδαφικές παραχωρήσεις, η πιθανή αναγνώριση ρωσικών εδαφών, η επαναφορά της Ρωσίας στην ενεργειακή αγορά και η ανάληψη αμερικανικού ρόλου σε κρίσιμες ουκρανικές υποδομές αποτελούν κινήσεις που ενδέχεται να έχουν απρόβλεπτες συνέπειες. Το αν το σχέδιο θα αποτελέσει μια νέα Γιάλτα ή μια «χαμένη ευκαιρία» θα κριθεί από την ικανότητα των εμπλεκομένων να συμφωνήσουν σε μια βιώσιμη και μακροπρόθεσμη αρχιτεκτονική ειρήνης. Για την ώρα, η διπλωματία βρίσκεται σε πυρετό και η ειρήνη μοιάζει ταυτόχρονα πιο πιθανή από ποτέ αλλά και πιο εύθραυστη από κάθε άλλη στιγμή.