Σε έναν τόπο που για δεκαετίες συμβολίζει την καταστροφή, την εγκατάλειψη και τη ραδιενεργό μόλυνση, μια αναπάντεχη μορφή ζωής αναδύεται ως ίσως το πιο παράδοξο είδος επιβίωσης. Η μαύρη μούχλα που εντοπίστηκε στο εσωτερικό του πυρηνικού σταθμού του Τσερνόμπιλ φαίνεται όχι απλώς να αντέχει, αλλά και να αναπτύσσεται χάρη στην ακτινοβολία – μια διαπίστωση που αλλάζει τα επιστημονικά δεδομένα και ανατρέπει όσα γνωρίζαμε για τα όρια της ζωής.
Τον Μάιο του 1997, η ερευνήτρια Νέλι Ζντάνοβα πέρασε το κατώφλι ενός από τα πλέον θανατηφόρα σημεία στον πλανήτη: τα ερείπια του αντιδραστήρα 4 στο Τσερνόμπιλ. Αντί για απόλυτη στειρότητα, βρήκε κάτι ζωντανό – μια παχιά, κατάμαυρη μούχλα να καλύπτει οροφές, τοίχους και αγωγούς των εγκαταστάσεων που είχαν εγκαταλειφθεί μετά το ατύχημα του 1986.
Ενώ η φύση εκτός της ζώνης αποκλεισμού των 30 χιλιομέτρων έχει εν μέρει ανακάμψει, με ζώα όπως λύκους και αγριόχοιρους να επανεμφανίζονται στα δάση, ακόμη υπάρχουν θερμά σημεία έντονης ραδιενέργειας. Εκεί, μέσα στα σπλάχνα του αντιδραστήρα, η Ζντάνοβα και η επιστημονική κοινότητα ανακάλυψαν κάτι ακόμη πιο εντυπωσιακό: οι μύκητες δεν απλώς επιβίωναν, αλλά έδειχναν να προσελκύονται από την ακτινοβολία.
Η ερευνήτρια έδωσε σε αυτό το φαινόμενο όνομα – «ραδιοτροπισμός». Όπως τα φυτά αναπτύσσονται προς το φως του ήλιου, ορισμένα είδη μυκήτων φαίνεται πως αναπτύσσονται προς την πηγή ιονίζουσας ακτινοβολίας, σε περιβάλλον όπου για κάθε άλλο οργανισμό η ενέργεια αυτή είναι θανατηφόρα. Ακόμη πιο εντυπωσιακό: σε μελέτες που ακολούθησαν από τη δεκαετία του 2000 και μετά, αποδείχθηκε ότι οι μελανοποιημένοι μύκητες, πλούσιοι σε μελανίνη – τη χρωστική που δίνει χρώμα στο ανθρώπινο δέρμα και προστατεύει από την υπεριώδη ακτινοβολία – αναπτύσσονται ταχύτερα όταν εκτίθενται σε ακτινοβολία. Κάποια είδη μάλιστα φαίνεται πως αξιοποιούν αυτή την ενέργεια για μεταβολισμό και ανάπτυξη, κάτι που ονομάστηκε «ραδιοσύνθεση».
Αν η φωτοσύνθεση χρησιμοποιεί το φως του ήλιου, η ραδιοσύνθεση μπορεί να αποτελεί ένα παράλληλο βιολογικό μονοπάτι: χρήση ιονίζουσας ακτινοβολίας ως πηγή ενέργειας για την επιβίωση. Η θεωρία παραμένει υπό διερεύνηση, ωστόσο τα ευρήματα έδωσαν ώθηση σε μια νέα επιστημονική προοπτική – τη μελέτη ενός πιθανού δεύτερου «τύπου ζωής», ικανού να αναπτύσσεται σε συνθήκες που έως τώρα πιστεύαμε ασύμβατες με την οργανική ύλη.

Στο κέντρο όλων βρίσκεται η μελανίνη. Η χρωστική αυτή δεν λειτουργεί όπως μια θωράκιση που αποκρούει σωματίδια, αλλά ως ενεργειακό απορροφητικό σύστημα: παγιδεύει την ακτινοβολία, διαχέει την ενέργεια και περιορίζει τις οξειδωτικές βλάβες στο DNA. Στον ίδιο μηχανισμό φαίνεται να οφείλεται και η παρατήρηση ότι βάτραχοι με υψηλότερα επίπεδα μελανίνης γύρω από τη ζώνη αποκλεισμού επιβίωσαν καλύτερα και σταδιακά έγιναν πιο σκούροι με τα χρόνια.
Η έρευνα δεν έμεινε στη Γη. Το 2018 δείγματα του μύκητα Cladosporium sphaerospermum, είδος που είχε εντοπιστεί στο Τσερνόμπιλ, στάλθηκαν στον Διεθνή Διαστημικό Σταθμό. Σε περιβάλλον κοσμικής ακτινοβολίας – ακόμη πιο ισχυρής και επικίνδυνης από τη ραδιενέργεια στη Γη – οι μύκητες όχι μόνο επιβίωσαν, αλλά ανέπτυξαν κατά 20% υψηλότερο ρυθμό ανάπτυξης σε σύγκριση με τα δείγματα ελέγχου. Αν και τα δεδομένα μελετώνται ακόμη, οι επιστήμονες υποθέτουν πως η μελανίνη ίσως λειτουργεί ως βιολογική «ασπίδα» ακτινοβολίας. Μια μέρα, λένε, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί για την προστασία αστροναυτών σε αποστολές μεγάλης διάρκειας.
Από τις σκιές ενός πυρηνικού εφιάλτη, μια απρόσμενη μορφή ζωής ίσως κρύβει το κλειδί για τον καθαρισμό ραδιενεργών περιοχών αλλά και για την ασφάλεια του ανθρώπου στο διάστημα. Το Τσερνόμπιλ, σύμβολο ανθρώπινου λάθους και τεχνολογικής ύβρεως, μετατρέπεται σταδιακά σε εργαστήριο του μέλλοντος – εκεί όπου η ζωή αποδεικνύει ότι μπορεί να επιβιώσει ακόμη και μέσα στην ίδια την καταστροφή.
Ίσως, τελικά, η φύση να γνωρίζει τρόπους προσαρμογής που μόλις αρχίζουμε να αντιλαμβανόμαστε.