Ως ιδιότυπο déjà vu του 2018 χαρακτηρίζουν όλο και περισσότεροι επαγγελματίες την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στην ελληνική αγορά. Τα δημόσια έσοδα υπεραποδίδουν όπως και τότε, η κερδοφορία όμως των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων περιορίζεται. Την ίδια στιγμή το κόστος ζωής έχει εκτοξευθεί σε μη βιώσιμα επίπεδα λόγω του πληθωρισμού, της τρομακτικής αύξησης ενοικίων και στέγασης νοικοκυριών και επιχειρήσεων, του διπλασιασμού του ενεργειακού κόστους.
Του Γιώργου Καββαθά, Προέδρου ΓΣΕΒΕΕ
Πρακτικά, οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις χρηματοδοτούν ταυτόχρονα τα δημόσια ταμεία αλλά και μια ανάπτυξη που απευθύνεται σε λίγους, δηλαδή στις τράπεζες που διατηρούν υπερβολικά περιθώρια κέρδους και αφαιρούν τεράστιους πόρους από την πραγματική οικονομία μέσω των προμηθειών, και της αλυσίδας παραγωγής και διάθεσης ηλεκτρικής ενέργειας, του κλάδου δηλαδή που η ιδιωτικοποίησή του προκάλεσε το διπλασιασμό του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας. Οι δύο αυτοί κλάδοι μοιράζουν πλέον εντυπωσιακά μερίσματα αποστερώντας κρίσιμους πόρους από τις επιχειρήσεις και τις αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας.
Εκτός όμως αυτών, εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες φορολογούνται για εισοδήματα που δεν υπάρχουν, υποχρεώνονται να εργάζονται όλο και περισσότερες ώρες για λιγότερα κέρδη μόνο και μόνο για να ανταποκριθούν στο εκρηκτικά αυξημένο διοικητικό βάρος που τους έχει επιβληθεί. Η ψηφιοποίηση της γραφειοκρατίας μπορεί να διευκολύνει τις δημόσιες υπηρεσίες, μέχρι σήμερα όμως απαιτεί όλο και περισσότερο χρόνο και όλο και περισσότερους πόρους από τις επιχειρήσεις.
Είναι πλέον σαφές ότι ο επιχειρηματικός κόσμος μετά από 16 συνεχόμενα έτη διαδοχικών κρίσεων δεν αντέχει πλέον να χρηματοδοτεί τον οποιονδήποτε και μάλιστα χωρίς αντίκρισμα, χωρίς ελπίδα και προοπτική για καλύτερες μέρες. Επιστέγασμα βέβαια του αρνητικού οικονομικού κλίματος είναι και τα σκάνδαλα διασπάθισης ευρωπαϊκών πόρων, σκάνδαλα εκατομμυρίων που προκαλούν οργή σε όλους εμάς που αγωνιούμε να βγάλουμε το μήνα από τη δουλειά και μόνο, να ανταποκριθούμε στις υποχρεώσεις μας, να καλύψουμε τις ανάγκες και τις απαιτήσεις των εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων μας, ανάγκες που πολλαπλασιάζονται λόγω της ακρίβειας και δεν καλύπτονται από μια περιοδική επιδοματική πολιτική. Ακόμα και οι αυξήσεις μισθών όμως που γίνονται, αυξήσεις που χρηματοδοτούνται από την πραγματική παραγωγή, περισσότερο ωφελούν τα δημόσια ταμεία παρά τους ίδιους τους εργαζομένους και τα νοικοκυριά.
Κοινό πλέον είναι το συμπέρασμα, τουλάχιστον στους ανθρώπους της πραγματικής οικονομίας, ότι το μοντέλο οικονομικής πολιτικής που ακολουθείται είναι και λάθος και αποτυχημένο. Διότι όταν υιοθετούνται και μάλιστα επί μακρό χρονικό διάστημα πρακτικές συγκέντρωσης των πόρων είτε στο δημόσιο είτε σε συγκεκριμένες επιχειρηματικές δραστηριότητες, το αποτέλεσμα είναι η φτωχοποίηση της μεσαίας τάξης, η υποβάθμιση της παραγωγής, η ανασφάλεια και η αβεβαιότητα, ο πολλαπλασιασμός των κινδύνων από οποιαδήποτε κρίση, πολλές εκ των οποίων ήδη κυοφορούνται με την αναγέννηση του προστατευτισμού αλλά και τις γεωπολιτικές εξελίξεις.
Εν αναμονή επομένως των εξαγγελιών της κυβέρνησης ως είθισται στη ΔΕΘ, οφείλουμε να σημειώσουμε, με βάση τις μέχρι σήμερα διαρροές, ότι η αισιοδοξία για συνολική ανακατεύθυνση της λογικής της ασκούμενης πολιτικής είναι περιορισμένη. Άλλωστε ένα σύνολο μέτρων στη λογική της στιγμιαίας ανακούφισης, όπως είναι τα επιδόματα, δεν δημιουργεί προοπτικές ούτε διευκολύνει την επιχειρηματικότητα, δεδομένου ότι συνηθέστερα οι επαγγελματίες εξαιρούνται των όποιων θετικών παρεμβάσεων, ως ύποπτοι φοροδιαφυγής.
Η οικονομική πολιτική της χώρας οφείλει να μετασχηματιστεί σε βασικά της χαρακτηριστικά, με πρώτο και κύριο την ενίσχυση της βιωσιμότητας της παραγωγής και της εργασίας, που ήδη έχουν επωμιστεί το μεγαλύτερο βάρος όλων των κρίσεων που πέρασε η χώρα. Η αναγκαία οικονομική πολιτική εάν επιδιώκουμε την ενδυνάμωση και την ανθεκτικότητα της οικονομίας οφείλει να θεμελιωθεί κατά τη γνώμη μου στα εξής:
- Μείωση των φόρων για εργαζόμενους και επιχειρήσεις με ευνοϊκές αλλαγές στη φορολογική κλίμακα, τιμαριθμοποίηση αυτής ώστε να μην χάνονται οι όποιες αυξήσεις αποφασιστούν στο μέλλον, κατάργηση του τεκμαρτού προσδιορισμού φορολογητέου εισοδήματος και του τέλους επιτηδεύματος, κατάργηση της προκαταβολής φόρου ή αλλαγή του τρόπου εφαρμογής.
- Μείωση των έμμεσων φόρων (ΦΠΑ και ΕΦΚ) και των συνεισπραττόμενων τελών και εξορθολογισμός αυτών (πχ ΦΠΑ στην εστίαση), ώστε να μειωθούν οι τιμές και να ενισχυθεί η αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων. Διεύρυνση των ορίων απαλλαγής μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων από την υποχρέωση είσπραξης και απόδοσης ΦΠΑ στα 30.000€ και επαναφορά μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στα νησιά στα πλαίσια και των ευρωπαϊκών σχετικών οδηγιών.
- Δραστική μείωση του διοικητικού βάρους των επιχειρήσεων με κατάργηση διαδικασιών και εφαρμογών και όχι απλή ψηφιοποίηση της γραφειοκρατίας
- Μείωση κατά 50% του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας και συνοδών χρεώσεων ώστε να επανέλθει ο τελικός λογαριασμός στα επίπεδα που βρισκόταν μέχρι τα μέσα του 2021 και κατάργηση όλων των καταχρηστικών χρεώσεων
- Μείωση επιτοκίων και καθορισμός συγκεκριμένων υπηρεσιών επί των οποίων μπορούν να χρεώνουν προμήθειες οι τράπεζες με συγκεκριμένο πλαφόν ανώτερης χρέωσης. Απαγόρευση επιβολής προμήθειας για εισπραττόμενο και καταβαλλόμενο ΦΠΑ ή άλλο φόρο ή τέλη και επιστροφή όλων των προμηθειών που έχουν εισπραχθεί επί αυτών των ποσών. Πλαφόν στις χρεώσεις POS και υπηρεσιών που τα συνοδεύουν και ενιαία χρέωση προμήθειας ανεξάρτητα από τον πάροχο ή τον εκδότη της κάρτας αγορών.
- Πλαφόν στις αυξήσεις ενοικίων επαγγελματικής στέγης που πλέον είναι ανεξέλεγκτες.
- Θέσπιση δυνατότητας ρυθμίσεων για χρέη προς το δημόσιο, τα ασφαλιστικά ταμεία και τους λογαριασμούς κοινής ωφελείας σε 120 δόσεις με απλοποιημένες διαδικασίες. Ενιαίο σημείο ψηφιακής ενημέρωσης για οφειλές προς το δημόσιο ή τα ασφαλιστικά ταμεία στο taxis.
- Αφορολόγητο για ελεύθερους επαγγελματίες όπως και στους μισθωτούς, ακατάσχετος λογαριασμός κεφαλαίου κίνησης επιχειρήσεων καθορισμένος ως προς το ύψος του με βάση αντικειμενικά δεδομένα όπως το ιστορικό εξόδων της επιχείρησης.
- Είσοδος της Αναπτυξιακής Τράπεζας σε περισσότερες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες που αφορούν τις επιχειρήσεις για να λειτουργήσει ανταγωνιστικά προς το χρηματοπιστωτικό σύστημα, όπως γίνεται με τις μικροπιστώσεις και παράγει ήδη θετικά αποτελέσματα.
- Αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης ώστε αυτή να αποτελεί συνειδητή επιλογή στα πλαίσια του επαγγελματικού προσανατολισμού μαθητών και νέων και εισαγωγή μαθημάτων επιχειρηματικότητας στα σχολεία.
- Αναβάθμιση των δημοσίων υπηρεσιών υγείας σε όλες τις βαθμίδες, αναβάθμιση των υποδομών μεταφορών αγαθών και προσώπων με κριτήριο την μείωση του κόστους μεταφορών, αναβάθμιση των συνδέσεων διαδικτύου σε όλη τη χώρα ώς προϋπόθεση ανάπτυξης.
Τα παραπάνω αποτελούν τα ελάχιστα που απαιτούνται προκειμένου να επιδιωχθεί στην πράξη η ανάπτυξη και να καταστεί η εθνική οικονομία πιο ανθεκτική σε όποια ενεργή ή μελλοντική κρίση, αλλά και για να μην υπηρετείται η ανάπτυξη για λίγους μέσω φτωχοποίησης των πολλών.
Βεβαίως, ταυτόχρονα πρέπει να αντιμετωπιστεί και η οξεία δημογραφική κρίση, κρίση όμως που δεν μπορεί να ανασχεθεί όσο είναι σε ισχύ πολιτικές εχθρικές προς την επιχειρηματικότητα και την εργασία, ή πολιτικές συγκέντρωσης κεφαλαίων σε λίγους ή στο κράτος.
Εν κατακλείδι, εκτιμώ ότι σύμφωνα και με τα δημοσιονομικά δεδομένα, υπάρχουν τα περιθώρια να υιοθετηθούν πολιτικές ικανές να υποστηρίξουν το παρόν και το μέλλον του συνόλου της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας και όχι απλώς μέρους αυτής. Οι αλλαγές που ζητάμε ως ΓΣΕΒΕΕ είναι ορθολογικές, άμεσα εφαρμόσιμες και δεν θέτουν σε