Δύο διαδοχικές κινήσεις της κυπριακής κυβέρνησης τις τελευταίες ημέρες εκπέμπουν ισχυρό σήμα ουσιαστικού «παγώματος» της ηλεκτρικής διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου (GSI), παρά το γεγονός ότι οι Βρυξέλλες διαβεβαιώνουν σε όλους τους τόνους ότι το έργο παραμένει στρατηγική προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Λευκωσία φαίνεται πλέον να απομακρύνεται με σαφήνεια από τη γραμμή της άμεσης υλοποίησης, υιοθετώντας μια στάση διαρκούς επαναξιολόγησης που στην πράξη μεταθέτει το έργο στις… καλένδες.
Για την Αθήνα, που το τελευταίο διάστημα επιχειρούσε να επανεκκινήσει τη δυναμική του GSI, τα μηνύματα από την κυπριακή πλευρά δημιουργούν εύλογη ανησυχία για το μέλλον ενός έργου με καθαρό ενεργειακό, γεωπολιτικό και ευρωπαϊκό αποτύπωμα.
Η απομάκρυνση Παπαναστασίου και η ενίσχυση της «σκληρής γραμμής»
Το πρώτο σαφές σήμα αλλαγής πορείας ήρθε μέσα από τον πρόσφατο ανασχηματισμό της κυπριακής κυβέρνησης. Ο υπουργός Ενέργειας Γιώργος Παπαναστασίου, ένας από τους ελάχιστους θερμούς υποστηρικτές του έργου εντός του Προεδρικού, απομακρύνθηκε από τη θέση του. Ο ρόλος του υπήρξε καθοριστικός τους τελευταίους μήνες, καθώς επιχειρούσε να συγκρατήσει τις έντονες αντιδράσεις στο εσωτερικό της κυβέρνησης Χριστοδουλίδη και να κρατήσει ανοικτό το μέτωπο της διασύνδεσης.
Απέναντί του βρισκόταν η πιο «σκληρή» γραμμή, με βασικό εκφραστή τον υπουργό Οικονομικών Μάκη Κεραυνό, ο οποίος έχει δηλώσει δημόσια ότι «όσο περνά από το χέρι του το έργο δεν πρόκειται να γίνει». Ο Κεραυνός όχι μόνο παρέμεινε στη θέση του, αλλά εμφανίζεται πολιτικά ενισχυμένος, γεγονός που ερμηνεύεται ως επικράτηση της γραμμής αναστολής ή ακόμη και ακύρωσης του GSI.
Για την ελληνική πλευρά, η αντικατάσταση Παπαναστασίου ισοδυναμεί με απώλεια ενός βασικού συνομιλητή που κατανοούσε τόσο το τεχνικό όσο και το γεωπολιτικό βάθος της διασύνδεσης Ελλάδας – Κύπρου.
Επιμονή σε νέες μελέτες παρά το «όχι» της Κομισιόν
Το δεύτερο και ακόμη πιο ηχηρό μήνυμα προκύπτει από τη στάση της Λευκωσίας απέναντι στο τεχνικό σκέλος του έργου. Παρά τη σαφή, γραπτή απάντηση του Ευρωπαίου Επιτρόπου Ενέργειας Νταν Γιόργκενσεν ότι δεν απαιτείται καμία νέα ανάλυση κόστους–οφέλους ή μελέτη βιωσιμότητας, η κυπριακή κυβέρνηση επιμένει ότι η επικαιροποίηση των τεχνικοοικονομικών δεδομένων είναι αναγκαία πριν από οποιαδήποτε απόφαση.
Στην πράξη, αυτή η επιμονή οδηγεί το έργο σε καθεστώς αναστολής επ’ αόριστον, καθώς ανοίγει εκ νέου έναν κύκλο διαδικασιών που θα απαιτήσει μήνες ή και περισσότερο.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ της εφημερίδας Φιλελεύθερος, κυβερνητικές πηγές στην Κύπρο υποστηρίζουν ότι η απόφαση Μητσοτάκη – Χριστοδουλίδη για νέα επικαιροποίηση παραμένει δεσμευτική για τη Λευκωσία. Όπως αναφέρεται, η νέα μελέτη «θα πραγματοποιηθεί κανονικά» από κοινού από τις δύο κυβερνήσεις, χωρίς, ωστόσο, να υπάρχουν συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα.
Η ασφυκτική χρονική πίεση μέχρι τον Απρίλιο
Το κρίσιμο ερώτημα που αναδεικνύεται πλέον είναι ο χρόνος. Πότε δηλαδή θα ολοκληρωθεί αυτή η νέα μελέτη, εφόσον ξεκινήσει;
Οι πληροφορίες του Φιλελευθέρου συνδέουν την επικαιροποίηση με τη σύγκληση του σχήματος 3+1 (Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ – ΗΠΑ). Η συνάντηση αυτή, σύμφωνα με δηλώσεις του Έλληνα υπουργού Ενέργειας Σταύρου Παπασταύρου, προγραμματίζεται να πραγματοποιηθεί στην Ουάσιγκτον τον Απρίλιο.
Μέχρι τότε, Αθήνα και Λευκωσία θα έπρεπε:
να έχουν συμφωνήσει ποιος φορέας θα εκπονήσει τη νέα μελέτη,
να έχουν επιλέξει εξειδικευμένο οίκο,
να έχουν επικαιροποιήσει τα στοιχεία κόστους και οφελών,
να έχουν διαμορφώσει ενιαία θέση προς τις ΗΠΑ και το Ισραήλ για τα επόμενα βήματα.
Ωστόσο, μέχρι σήμερα δεν είναι σαφές εάν από κυπριακής πλευράς έχει δρομολογηθεί οποιαδήποτε ουσιαστική διαδικασία. Αυτό ενισχύει την αίσθηση ότι ο Απρίλιος μπορεί να φτάσει χωρίς καμία πραγματική πρόοδο.
Το καθαρό μήνυμα των Βρυξελλών για τη βιωσιμότητα του GSI
Σε πλήρη αντίθεση με τη στάση της Λευκωσίας, οι Βρυξέλλες εκπέμπουν σταθερό και ξεκάθαρο μήνυμα υπέρ του έργου. Η γραπτή απάντηση του Επιτρόπου Ενέργειας προς τον Κύπριο ευρωβουλευτή Μιχάλη Χατζηπαντέλα ήταν απολύτως σαφής:
Δεν απαιτείται νέα ανάλυση κόστους–οφέλους,
Δεν απαιτείται νέα μελέτη βιωσιμότητας,
Το έργο έχει ήδη αξιολογηθεί από την Κομισιόν στο πλαίσιο των PCI,
Τα οφέλη υπερτερούν σαφώς του κόστους,
Το GSI εξακολουθεί να αποτελεί προτεραιότητα για την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Με άλλα λόγια, για την Ευρώπη δεν υπάρχει κανένα τεχνικό ή οικονομικό εμπόδιο που να δικαιολογεί το «πάγωμα». Αντιθέτως, η αυξανόμενη σημασία της ασφάλειας εφοδιασμού, της ενεργειακής ανεξαρτησίας και της διακίνησης πράσινης ενέργειας καθιστά τη διασύνδεση Ελλάδας – Κύπρου πιο επίκαιρη από ποτέ.
Ένα έργο-κλειδί σε τροχιά αβεβαιότητας
Το GSI δεν αποτελεί απλώς ένα ακόμη ενεργειακό έργο. Ακουμπά τον πυρήνα της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας, της γεωπολιτικής σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο και της στρατηγικής σύνδεσης της Κύπρου με το ευρωπαϊκό ενεργειακό σύστημα.
Η εικόνα που διαμορφώνεται σήμερα είναι εκείνη μιας βαθιάς απόκλισης μεταξύ της ευρωπαϊκής στρατηγικής και της εσωτερικής πολιτικής ισορροπίας στη Λευκωσία. Αν αυτή η απόκλιση παγιωθεί, το έργο κινδυνεύει να παραμείνει «ζωντανό» μόνο στα χαρτιά, την ώρα που οι Βρυξέλλες το αντιμετωπίζουν ακόμη ως κρίσιμο κρίκο της ενεργειακής μετάβασης της περιοχής.