Ογδόντα χρόνια, δύο χιλιάδες δοκιμές και εκατομμύρια ζωές σημαδεμένες από την ραδιενέργεια
Η πρόσφατη έκκληση του προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών Ντόναλντ Τραμπ προς την αμερικανική στρατιωτική ηγεσία να επαναλάβει τις δοκιμές πυρηνικών όπλων αναβιώνει έναν εφιάλτη που ο κόσμος ήλπιζε ότι είχε αφήσει πίσω του. Ο Τραμπ υποστήριξε ότι η Ουάσινγκτον πρέπει να «συμβαδίσει» με χώρες όπως η Ρωσία και η Κίνα. Όμως η προοπτική επανεκκίνησης των πυρηνικών δοκιμών ξυπνά μνήμες μιας εποχής που άφησε πίσω της ραδιενεργά εδάφη, γενιές αρρώστων και κοινότητες που δεν ανέκαμψαν ποτέ.
Η απαρχή της πυρηνικής εποχής
Η πυρηνική εποχή άρχισε με δύο εκρήξεις που άλλαξαν την Ιστορία. Οι βόμβες της Χιροσίμα και του Ναγκασάκι, το 1945, σκότωσαν ακαριαία πάνω από 110.000 ανθρώπους και καταδίκασαν δεκάδες χιλιάδες άλλους σε μαρτυρικό θάνατο από ασθένειες σχετιζόμενες με την ακτινοβολία. Οι εκρήξεις δεν έκλεισαν μόνο τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο· άνοιξαν την πιο επικίνδυνη κούρσα εξοπλισμών που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότητα.
Ακολούθησαν τέσσερις δεκαετίες ψυχροπολεμικού ανταγωνισμού. Οι ΗΠΑ, η Σοβιετική Ένωση, η Βρετανία, η Γαλλία και η Κίνα επιδόθηκαν σε έναν αγώνα επίδειξης δύναμης, πραγματοποιώντας περισσότερες από 2.000 δοκιμές πυρηνικών όπλων μέχρι το 1996. Κάθε δοκιμή συνοδευόταν από διαβεβαιώσεις ότι υπηρετούσε την παγκόσμια «ασφάλεια», αλλά οι πραγματικοί της στόχοι ήταν η υπεροχή και η αποτροπή.
Η γεωγραφία της καταστροφής
Οι μεγάλες δυνάμεις δοκίμαζαν τα όπλα τους μακριά από τα δικά τους αστικά κέντρα, σε εδάφη που θεωρούσαν απομονωμένα —συχνά αποικιακά. Οι ΗΠΑ στη Νεβάδα και στα Νησιά Μάρσαλ, η Σοβιετική Ένωση στο Καζακστάν και τη Νόβαγια Ζεμλία, η Βρετανία στην Αυστραλία, η Γαλλία στην Αλγερία και τη Γαλλική Πολυνησία, η Κίνα στο Λοπ Νουρ.
Η Σοβιετική Ένωση δοκίμασε πάνω από 450 βόμβες στο πεδίο του Σεμιπαλατίνσκ. Η Αϊγκερίμ Σεϊτένοβα, ιδρύτρια της Ένωσης “Qazaq Nuclear Frontline”, θυμάται: «Πολλοί συγγενείς μου πέθαναν πριν τα πενήντα. Δεν γνωρίζαμε γιατί. Τώρα ξέρουμε». Η ίδια και δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι στην περιοχή υποφέρουν ακόμη από χρόνιες ασθένειες. Όπως λέει, «οι ιστορίες μας είναι ίδιες με εκείνες των κατοίκων των Νήσων Μάρσαλ, της Πολυνησίας, της Αυστραλίας».
Οι αόρατες πληγές
Η κατανόηση του πλήρους αντίκτυπου των πυρηνικών δοκιμών παραμένει δύσκολη. Οι συνέπειες είναι διάχυτες, πολύπλοκες και συχνά αποσιωπημένες. Το 1997, το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου των ΗΠΑ εκτίμησε ότι οι επιφανειακές δοκιμές στη Νεβάδα μεταξύ 1951 και 1962 προκάλεσαν έως και 212.000 επιπλέον περιπτώσεις καρκίνου του θυρεοειδούς. Νεότερες έρευνες δείχνουν ότι ο πραγματικός αριθμός ίσως είναι ακόμη μεγαλύτερος.
Στο Καζακστάν, οι μελέτες κατέγραψαν αυξημένη θνησιμότητα από καρκίνο και υψηλότερα ποσοστά βρεφικής θνησιμότητας στις δεκαετίες των πιο εντατικών δοκιμών. Στις κοινότητες αυτές, η ραδιενέργεια έγινε αναπόσπαστο μέρος της καθημερινότητας — ένας αόρατος εχθρός που εισχώρησε στα σώματα, στα εδάφη και στις μνήμες.
Η περιβαλλοντική καταστροφή
Οι επιπτώσεις δεν περιορίστηκαν στην υγεία των ανθρώπων. Η φύση πλήρωσε εξίσου βαρύ τίμημα. Μεταξύ 1946 και 1958, οι ΗΠΑ πραγματοποίησαν 67 πυρηνικές δοκιμές στα Νησιά Μάρσαλ. Η συνολική εκρηκτική ισχύς τους αντιστοιχούσε σε 7.232 βόμβες της Χιροσίμα. Πέντε νησιά καταστράφηκαν ολοσχερώς, ενώ μεγάλες περιοχές παραμένουν ραδιενεργές ακόμη και σήμερα.
Η Ιβάνα Νίκολιτς Χιούζ από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια διαπιστώνει ότι τα επίπεδα του ραδιενεργού ισοτόπου Καίσιο-137 στα τρόφιμα είναι «πολύ υψηλά». Όπως εξηγεί, «τα φυτά συνεχίζουν να απορροφούν ραδιενέργεια από το μολυσμένο έδαφος· έτσι, η τοξικότητα περνά στην τροφική αλυσίδα».
Πολλοί κάτοικοι των Νήσων Μάρσαλ δεν επέστρεψαν ποτέ στα σπίτια τους. Ζουν σήμερα σε κοινότητες της Αμερικανικής ενδοχώρας, πρόσφυγες μιας καταστροφής που δεν προκλήθηκε από πόλεμο αλλά από επιστημονική αλαζονεία.
Η πολιτική της σιωπής και της ενοχής
Οι κυβερνήσεις που διεξήγαγαν πυρηνικές δοκιμές χρειάστηκαν δεκαετίες για να αναγνωρίσουν την ευθύνη τους. Το 2021, ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν ζήτησε συγγνώμη από τους κατοίκους της Γαλλικής Πολυνησίας, παραδεχόμενος ότι οι δοκιμές «δεν ήταν καθαρές» και ότι η Γαλλία «οφείλει ένα χρέος». Στο Ηνωμένο Βασίλειο, οι βετεράνοι πυρηνικών δοκιμών απέκτησαν το δικαίωμα να ζητήσουν αποζημίωση, αλλά πολλοί δεν ζουν πια για να τη διεκδικήσουν.
Ωστόσο, σε πολλές περιπτώσεις, τα πεδία δοκιμών παραμένουν τόποι σιωπής. Οι κοινότητες που επλήγησαν αντιμετωπίζουν ακόμη κοινωνικό στίγμα και ελλιπή ιατρική παρακολούθηση. Όπως σημειώνει η ερευνήτρια Τογκζάν Κασένοβα, «δεν είναι ένα πρόβλημα του παρελθόντος — πολλοί άνθρωποι εξακολουθούν να πληρώνουν το τίμημα».
Η αμφίσημη κληρονομιά των συνθηκών
Η διεθνής κοινότητα επιχείρησε να θέσει φραγμό στις δοκιμές με μια σειρά συμφωνιών: από τη Συνθήκη Μερικής Απαγόρευσης του 1963 έως τη Συνθήκη Ολικής Απαγόρευσης Πυρηνικών Δοκιμών του 1996. Ωστόσο, οι συμφωνίες αυτές δεν έχουν κυρωθεί από όλες τις πυρηνικές δυνάμεις. Μόνο η Βόρεια Κορέα έχει πραγματοποιήσει δοκιμές στον 21ο αιώνα — η τελευταία το 2017.
Η επαναφορά της συζήτησης από τον Τραμπ ανοίγει ένα επικίνδυνο προηγούμενο. Αν η Ουάσινγκτον επανεκκινήσει τις δοκιμές, δεν είναι βέβαιο ότι Μόσχα ή Πεκίνο θα μείνουν αδρανείς. Ένα νέο κύμα πυρηνικών δοκιμών θα μπορούσε να αναζωπυρώσει μια παγκόσμια δυναμική αμοιβαίου φόβου.
Ο κόσμος των επιζώντων
Σε ολόκληρο τον πλανήτη, χιλιάδες άνθρωποι φέρουν ακόμη τα σημάδια της «πυρηνικής εποχής». Από τους αγρότες του Καζακστάν έως τους ψαράδες της Πολυνησίας, οι κοινότητες των «downwinders» —όσων ζούσαν κάτω από τον άνεμο των δοκιμών— διεκδικούν δικαίωση. Για πολλούς, αυτή η δικαίωση δεν σημαίνει αποζημιώσεις, αλλά απλή αναγνώριση του πόνου και της ιστορικής αλήθειας.
Η Αϊγκερίμ Σεϊτένοβα περιγράφει τη δημιουργία ενός ντοκιμαντέρ για τις γυναίκες του Καζακστάν που κληρονόμησαν τις συνέπειες των δοκιμών ως «πράξη θεραπείας». «Η σιωπή μάς έκανε να νομίζουμε ότι είμαστε μόνες. Τώρα ξέρουμε πως ο κόσμος μοιράζεται την ίδια πληγή», λέει.
Ένας εφιάλτης που δεν τελείωσε
Ογδόντα χρόνια μετά τη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, ο πλανήτης παραμένει δέσμιος της πυρηνικής του κληρονομιάς. Η τεχνολογία που σχεδιάστηκε για να εξασφαλίσει ειρήνη έγινε πηγή διαρκούς φόβου και ανισότητας. Η επιστροφή των δοκιμών δεν θα σημάνει απλώς ένα νέο κεφάλαιο στρατιωτικού ανταγωνισμού· θα επαναφέρει στη ζωή έναν εφιάλτη που ποτέ δεν εξαλείφθηκε πραγματικά.
«Κάθε πυρηνική δοκιμή είναι ένα μήνυμα προς το μέλλον», σημειώνει η Κασένοβα. «Το ερώτημα είναι αν αυτό το μήνυμα θα είναι προειδοποίηση ή προοίμιο καταστροφής».
Ο κόσμος έχει ήδη δει τις συνέπειες. Το ερώτημα είναι αν έμαθε το μάθημά του — ή αν είναι έτοιμος να τις ξαναζήσει.