Η Μαρία Μπράνιας Μορέρα, η γηραιότερη άνθρωπος στον πλανήτη μέχρι το θάνατό της πέρυσι, δεν ήταν μόνο ένα αξιοθαύμαστο στατιστικό. Ήταν μια γυναίκα που έζησε 117 χρόνια με αξιοσημείωτη υγεία, πνευματική διαύγεια και φυσική ενεργητικότητα, προσφέροντας στους επιστήμονες μια σπάνια ευκαιρία να μελετήσουν τα μυστικά της υπεραιωνιότητας.
Η ζωή της, γεμάτη απλές χαρές όπως το γιαούρτι, η κηπουρική, το πιάνο και οι βόλτες με φίλους και σκύλους, συνδυάστηκε με μοναδικά βιολογικά χαρακτηριστικά που την έκαναν «23 χρόνια νεότερη» από ό,τι υπολόγιζαν οι επιστήμονες με βάση τη λειτουργία των οργάνων της.
Η ιστορία της ξεκινάει στο Σαν Φρανσίσκο, στις 4 Μαρτίου 1907, και συνεχίζεται στην Καταλονία, όπου η οικογένειά της εγκαταστάθηκε όταν εκείνη ήταν μόλις 8 ετών. Από τότε, η Μορέρα έζησε εκεί, ζώντας μια ήρεμη ζωή, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, αλλά όχι μακριά από τη φροντίδα και το ενδιαφέρον των επιστημόνων, καθώς η μακροζωία της υπήρξε αντικείμενο διερεύνησης από κορυφαία κέντρα γενετικής και ιατρικής.
Μια και μοναδική περίπτωση
Η Μαρία Μορέρα θεωρείται μια μοναδική περίπτωση, όπως επισημαίνει ο Νίρ Μπαρζιλάι, καθηγητής ιατρικής και γενετικής στο Albert Einstein College of Medicine και ιδρυτής του Longevity Genes Project. Σε μια από τις πιο ολοκληρωμένες μελέτες που έχουν γίνει ποτέ για υπεραιωνόβιους – δηλαδή άτομα που ζουν πάνω από 110 χρόνια – οι επιστήμονες κατέληξαν ότι η Μορέρα «κέρδισε το λαχείο της γενετικής», όπως δήλωσε ο Μανέλ Εστέλερ, πρόεδρος του τμήματος γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Βαρκελώνης. Η έρευνα δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο Cell Reports Medicine και ανέλυσε σε βάθος το γονιδίωμά της, τη φυσιολογία της, τον τρόπο ζωής της και το ανοσοποιητικό της σύστημα.
Το ενδιαφέρον των επιστημόνων επικεντρώθηκε σε πολλά επίπεδα: τα γονίδια, η λειτουργία των κυττάρων, η ικανότητα ανανέωσης του οργανισμού, το μικροβίωμα, η διατροφή και οι βιοδείκτες ασθενειών. Η Μορέρα δεν διέθετε μόνο παραλλαγές γνωστές για τη μακροζωία, αλλά και επτά μοναδικές, που δεν είχαν καταγραφεί σε άλλους υπεραιωνόβιους. Εντυπωσιακό ήταν ότι το γονιδίωμά της δεν περιείχε γενετικές μεταλλάξεις που αυξάνουν τον κίνδυνο καρκίνου, Αλτσχάιμερ, διαβήτη και άλλων σοβαρών χρόνιων ασθενειών.

Έσπασε τα πρότυπα της υπεραιωνιότητας
Για να κατανοηθεί η αξία της ζωής της Μορέρα, αρκεί να σημειωθεί ότι το προσδόκιμο ζωής για τις γυναίκες στην Καταλονία είναι 86 χρόνια, ενώ στις Ηνωμένες Πολιτείες είναι περίπου 81. Η Μορέρα ξεπέρασε αυτό το όριο κατά περισσότερα από 35 χρόνια, σπάζοντας κάθε πρότυπο και προσφέροντας πολύτιμα δεδομένα στους επιστήμονες. Οι ερευνητές την επισκέφθηκαν αρκετές φορές όταν εκείνη ήταν 116 ετών, συλλέγοντας δείγματα αίματος, ούρων, σάλιου και κοπράνων, αλλά και εκτενείς πληροφορίες για τον τρόπο ζωής και την υγεία της.
Η ανάλυση έδειξε ότι τα κύτταρά της είχαν εξαιρετική ικανότητα επιδιόρθωσης DNA, απομάκρυναν αποτελεσματικά τα νεκρά ή δυσλειτουργικά κύτταρα, διατηρούσαν χαμηλή φλεγμονή και δημιουργούσαν ισχυρά μιτοχόνδρια. Το μικροβίωμά της στο έντερο ήταν πλούσιο σε βακτήρια που ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και μειώνουν τις φλεγμονές, υποστηρίζοντας έτσι τη γενική υγεία και τη μακροζωία.
Ένα ανοσοποιητικό σύστημα-κλειδί
Η μοναδικότητά της όμως δεν εξηγείται μόνο από τα γονίδια. Το ανοσοποιητικό της σύστημα ήταν εξαιρετικά ισχυρό. Διαθέτοντας μεγάλη δεξαμενή Τ-λεμφοκυττάρων, μπορούσε να καταγράφει απειλές όπως λοιμώξεις και καρκίνο με αξιοσημείωτη αποτελεσματικότητα. Παρά τη μεγάλη ηλικία της, τα κύτταρα αυτά παρέμεναν ενεργά, αλλά δεν επιτίθεντο σε υγιείς ιστούς, γεγονός που συχνά συμβαίνει σε ηλικιωμένους και οδηγεί σε αυτοάνοσες παθήσεις. Επιπλέον, η Μορέρα είχε επιβιώσει από πολλές λοιμώξεις, περιλαμβανομένου και του covid-19, καταγράφοντας την μεγαλύτερη ηλικία για μολυσμένο άτομο στη χώρα.
Το συνδυαστικό αποτέλεσμα ενός ισχυρού ανοσοποιητικού συστήματος, ενός υγιούς μικροβιώματος και γενετικών παραλλαγών που προάγουν τη μακροζωία, δημιούργησε έναν οργανισμό ικανό να «ξεγελάσει» τον χρόνο. Οι επιστήμονες σημειώνουν ότι η Μορέρα ήταν 23 χρόνια «νεότερη» από την πραγματική της ηλικία σύμφωνα με βιολογικά τεστ, αποδεικνύοντας ότι η διάρκεια ζωής και η υγεία μπορούν να αποκλίνουν σημαντικά από τη χρονολογική ηλικία.
Η γήρανση και οι ασθένειες είναι διακριτές
Ένα από τα πιο σημαντικά συμπεράσματα της μελέτης της Μορέρα είναι ότι η γήρανση και οι ασθένειες είναι διακριτές διαδικασίες. Όπως δήλωσε ο Εστέλερ, η Μορέρα γέρασε αλλά δεν ασθένησε σοβαρά, αναδεικνύοντας ότι οι βιολογικές διαδικασίες που οδηγούν σε γήρανση δεν είναι απαραίτητα ταυτόσημες με αυτές που προκαλούν χρόνιες νόσους. Το μήνυμα αυτό προσφέρει ελπίδα για την ανάπτυξη στρατηγικών που θα στοχεύουν όχι μόνο στην παράταση της ζωής, αλλά και στη διατήρηση της υγείας σε προχωρημένη ηλικία.
Ο Νίρ Μπαρζιλάι συμπληρώνει ότι απαιτούνται ακόμη πολλές περιπτώσεις υπεραιωνόβιων για να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα για τη γενετική και περιβαλλοντική βάση της μακροζωίας, αλλά η περίπτωση της Μορέρα παρέχει ήδη ανεκτίμητα δεδομένα για την κατανόηση των μηχανισμών που επιτρέπουν σε έναν άνθρωπο να ζήσει πάνω από έναν αιώνα χωρίς σοβαρές ασθένειες.
Η απλή ζωή μιας υπεραιωνόβιας
Παρά τη σπουδαιότητα της επιστημονικής έρευνας γύρω από τη ζωή της, η Μορέρα υπήρξε μια απλή, φιλήσυχη γυναίκα. Η αγάπη της για το γιαούρτι, τις βόλτες, τα βιβλία, το πιάνο και τους φίλους της δείχνει ότι η μακροζωία δεν προκύπτει μόνο από τη βιολογία, αλλά και από έναν ισορροπημένο τρόπο ζωής γεμάτο χαρά και σχέσεις. Η ηρεμία, η κοινωνικότητα και οι μικρές καθημερινές χαρές ίσως συνέβαλαν εξίσου στη διατήρηση της υγείας της.
Η Μορέρα πέθανε ειρηνικά στον ύπνο της στις 19 Αυγούστου 2024, αφήνοντας πίσω της ένα μοναδικό επιστημονικό και ανθρώπινο κληροδότημα. Η ζωή της απέδειξε ότι είναι δυνατό να ζήσει κανείς υπερβολικά πολλά χρόνια χωρίς να υποφέρει από σοβαρές ασθένειες, και ότι η αλληλεπίδραση γενετικών, ανοσολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων μπορεί να δημιουργήσει μια πραγματική «μηχανή του χρόνου».

Το μάθημα της Μορέρα για την ανθρωπότητα
Η ιστορία της Μαρίας Μπράνιας Μορέρα μας διδάσκει πολλά για το μέλλον της υγείας και της μακροζωίας. Υπογραμμίζει τη σημασία της πρόληψης, της φροντίδας του ανοσοποιητικού συστήματος, της διατροφής και της ψυχικής ευεξίας. Παράλληλα, δείχνει ότι η επιστήμη μπορεί να ανιχνεύσει τα μυστικά της μακροζωίας μέσα από τη λεπτομερή ανάλυση γονιδίων, κυττάρων και μικροβιωμάτων.
Η Μορέρα κατάφερε να υπερβεί τα όρια που θεωρούνταν φυσιολογικά, ζώντας σχεδόν τρεις δεκαετίες πάνω από το προσδόκιμο ζωής των γυναικών στην Καταλονία και πάνω από τρεις δεκαετίες πάνω από τις μέσες Ηνωμένες Πολιτείες. Η περίπτωση της επιβεβαιώνει ότι η μακροζωία δεν είναι απλώς ζήτημα χρόνου, αλλά συνδυασμός γενετικής τύχης, υγιεινής ζωής και σωματικής και ψυχικής ισορροπίας.
Η έρευνα γύρω από τη Μορέρα ανοίγει τον δρόμο για μελλοντικές μελέτες, που μπορεί να οδηγήσουν σε θεραπείες και στρατηγικές για την παράταση της ζωής με ποιότητα. Στην εποχή που οι κοινωνίες παλεύουν με τη γήρανση του πληθυσμού και τις χρόνιες ασθένειες, η ιστορία της υπενθυμίζει ότι το ανθρώπινο σώμα έχει δυνατότητες που συχνά ξεπερνούν τις προσδοκίες μας.
Στο τέλος, η ζωή της Μαρίας Μπράνιας Μορέρα αποδεικνύει ότι η μακροζωία δεν είναι απλώς αριθμός ετών. Είναι η ποιότητα της ζωής, η υγεία, η χαρά στις μικρές στιγμές και η ικανότητα του σώματος και του μυαλού να παραμένουν ενεργά και ανθεκτικά σε βάθος χρόνου. Η Μορέρα έγινε σύμβολο όχι μόνο της ανθρώπινης μακροζωίας, αλλά και της δυνατότητας του ανθρώπου να ζει πλήρως, ειρηνικά και με αξιοπρέπεια, ανεξαρτήτως της ηλικίας.