Ένας από τους πιο σημαντικούς ποιητές της γενιάς του, ακαδημαϊκός, ο Λουίς Γκαρθία Μοντέρο, καθηγητής Πανεπιστημίου και Διευθυντής του Ινστιτούτου Θερβάντες της Ισπανίας, βρέθηκε στην Αθήνα στο πλαίσιο του Μεσογειακού Φεστιβάλ Ποίησης που διοργάνωσε το ελληνικό τμήμα του Ινστιτούτου για να μιλήσει την Πέμπτη 18 Σεπτεμβρίου στο «Σπίτι του Ελύτη – Μουσείο», για τη συνάφεια ανάμεσα στον μεγάλο Έλληνα Νομπελίστα και τον αδικοσκοτωμένο Ανδαλουσιανό ποιητή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα.
Ο δημοσιογράφος του ΑΠΕ-ΜΠΕ Γιώργης – Βύρων Δάβος συνάντησε τον Γκαρθία Μοντέρο και συνομίλησαν για το περιεχόμενο της εισήγησης του Μοντέρο, την κατάσταση της σημερινής ποίησης και τη θέση του ποιητή στους δύσκολους καιρούς που διανύουμε.
Ακολουθεί η συνέντευξη:
Κ. Μοντέρο ευχαριστούμε για τη συνέντευξή σας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. Μιλήσατε για δύο μεγάλους παγκόσμιους ποιητές, που καίτοι ανήκουν σε διαφορετικές ποιητικές γενιές, μακρινές χώρες και παραδόσεις, διατηρούν μέσα στο έργο τους κοινά στοιχεία. Μπορείτε να μας τα σκιαγραφήσετε;
Όταν μιλάμε για τον Ελύτη και τον Λόρκα αναφερόμαστε σε δύο μέγιστους ποιητές κι όταν μιλάμε για τέτοια τεράστια μεγέθη θα πρέπει να λαμβάνουμε υπ’ όψη πως ο καθένας έχει τον δικό του κόσμο και πολλές φορές το ν’ αναζητούμε εκβιαστικά ομοιότητες μεταξύ μας αποτελεί περισσότερο μία προσωπική βούληση, παρά μία πραγματικότητα. Θέλησα να επισημάνω αυτές τις ομοιότητες μεταξύ τους και παράλληλα να επισημάνω κάποιες πτυχές του Λόρκα και της γενιάς του ‘30, στην οποία ανήκε κι ο Ελύτης. Είναι μία ιδιαίτερη σχέση μεταξύ δύο ποιητών, με τον Λόρκα να είναι μεγαλύτερος και να έχει μεταφρασθεί στα ελληνικά ακόμη κι όταν εν ζωή, ενώ μετά θάνατον είχε ακόμη μεγαλύτερη απήχηση, ασκώντας μία ακόμη μεγαλύτερη επίδραση στην ελληνική ποίηση.
Πολλά στοιχεία στον Ελύτη και στον Ρίτσο γίνονται αντιληπτά ως ένας διάλογος με τον Λόρκα. Οι ποιητές της γενιάς του ‘27 ήταν ποιητές που τους ενδιέφερε ιδιαίτερα ο διάλογος ανάμεσα στην πρωτοπορία και την παράδοση, το πώς η κληρονομημένη παράδοση δύναται να παράξει νέες φόρμες σε μία προσέγγιση με τη μορφή του σουρρεαλισμού.
Ένα άλλο στοιχείο ενδιαφέρον για την ποίηση του Ελύτη και του Ρίτσου είναι ακριβώς όπως και στον Λόρκα, η αγάπη για τη γενέθλια γη. Ο Λόρκα άλλωστε διακήρυττε “είμαι Ισπανός με τον πιο βαθύ τρόπο, όμως αισθάνομαι πιο πολύ φίλος με έναν έξυπνο Κινέζο, παρά με έναν βλάκα Ισπανό”. Άλλωστε κι οι δύο δικοί σας ποιητές προήγαγαν την έννοια της “ελληνικότητας”, η οποία θεωρώ πως έχει συγγένειες με την αντίληψη για την Ισπανία του Λόρκα: να αισθάνεσαι βαθιά Ισπανός, αλλά να επιζητείς τον διάλογο σε παγκόσμια κλίμακα. Δεν επιθυμούσε κανέναν τοπικισμό και κανένα είδος εθνικισμού που θα μπορούσε να περιορίσει, με άμεσες πιέσεις, το όραμα για ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Και το απέδειξε με τον θάνατό του, γιατί υπήρξε ένα θύμα του φασισμού και της βίας του. Μία δυστυχής κατάσταση, που δεν την έζησε μόνον η Ισπανία, αλλά και η Ελλάδα και πιστεύω ότι η εξύμνηση της ελευθερίας στην ποίηση, αυτή η ικανότητα να ενώνει τον εσωτερικό διάλογο με την ανάγκη για ελεύθερη συνείδηση απέναντι στην καταπίεση, είναι κάτι που επίσης ένωσε αυτούς τους ποιητές και που χρησίμευσε για τον διάλογο με τον Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα, εν προκειμένω.
Πιστεύετε πως, όπως και στους δύο αυτούς ποιητές, που υπάρχει το κοινό έδαφος της σουρεαλιστικής γλώσσας και ιδέας, υπάρχει κάποιο γενικότερο κοινό στοιχείο που να συνέδεε την ελληνική και την ισπανική ποίηση;
Πιστεύω πως αυτό συγκροτεί ένα κοινό έδαφος σε όλη την ποίηση. Η ικανότητα να επισφραγίζουν την παράδοση και να προσεγγίζουν παράλληλα τον σουρεαλισμό. Πάντοτε επεσήμαινα πως τα ποιήματα του Λόρκα για τη Νέα Υόρκη είναι μεν υπέρ-μοντέρνα, αλλά σε αυτά συμπυκνώνεται το πολύ μοντέρνο με τη ρομαντική παράδοση, η κρίση του σύγχρονου υποκειμένου που ήδη είχε αρχίσει να διαγράφεται από τον 19ο αιώνα, τώρα σκιαγραφείται με πιο μοντέρνο τρόπο. Πιστέυω πως υπάρχει ένας διάλογος και στη σύγχρονη εποχή μίας ποίησης που έχει ανάγκη να σχετισθεί με τον απλό λαό και να υπερασπισθεί την ατομικότητα του ίδιου του προσώπου. Είναι η περίπτωση που η λέξη “λαός” υπερβατικά επεκτείνεται στην έννοια “άνθρωπος”. Ο Λόρκα μιλά για παράδοση, έχοντας ως υπόβαθρο το φλαμένκο και ο Λόρκα μιλώντας για το φλαμένκο δίνει φωνή και στο δικό του όραμα για να εκφράσει γενικότερα την ανθρώπινη κατάσταση. Είναι η βούλησή του η ποίηση να πατήσει τα πόδια της στη γή, να ενωθεί με το λαϊκό στοιχείο και την ίδια στιγμή να υπερβεί το λαϊκό και να εκφράσει την ανθρώπινη κατάσταση και τον διάλογο με τον άλλο. Αυτό είναι που χαρακτηρίζει τους ποιητές αυτούς. Επίσης, ένα άλλο στοιχείο είναι η πίστη τους στην ανθρώπινη ελευθερία κι η αντίθεσή του σε κάθε είδους καταπίεση.
Η ανθρώπινη κατάσταση αποτελεί ένα θεμελιώδες ερώτημα στην ποίηση, όπως επίσης υπάρχει κι η άλλη πτυχή που αντιλαμβάνεται την κοινωνική διάσταση της ποίησης και τον ρόλο της για τη συλλογικότητα κι εκείνη που θεωρεί πως η ποιητική πράξη είναι υποκειμενική και εσωτερική αναζήτηση. Αυτή τη διχοτομία τη βλέπουμε και σήμερα;
Επειδή είμαι αναγνώστης ποιητών σαν αυτούς που μιλάμε, έχω μάθει να σέβομαι και να θαυμάζω τις διαφορετικές παραδόσεις της ποίησης. Τόσο η πιο προσωπική και πιο ερμητική ποίηση, όσο και η πιο διεθνιστική ποίηση και η πιο κοινωνική ποίηση είναι εξίσου στοχαστικές. Έκανα τη διδακτορική μου διατριβή πάνω σε έναν ποιητή της Γενιάς του ’27, τον Ραφαέλ Αλμπέρτι, ο οποίος μπορεί να είναι ταυτόχρονα ένα παράδειγμα, τόσο της πιο παραδοσιακής ποίησης του λυρικού τραγουδιού, όσο και της σουρεαλιστικής ποίησης. Αυτό με δίδαξε να εξετάζω όλες τις πιθανότητες όταν σκέφτομαι τον δικό μου κόσμο και σκέφτομαι την ποίηση, αλλά κι αυτές τις αποστάσεις που μπορεί να υπάρχουν σε ορισμένες παραδόσεις . Έφθασα στο τέλος να συνειδητοποιήσω ένα πράγμα ότι απέναντι στα φαινομενικά τα πιο “κλειστά” ποιήματα, τα πιο σκοτεινά , αλλά και στα ποιήματα που βγαίνουν από την εμπειρική και κοινωνική πραγματικότητα, όλα έχουν μια σχέση με την ιστορία. Γιατί ακόμη και οι πιο ερμητικές και πιο εσωτερικές αντιδράσεις της ποίησης ανταποκρίνονται σε μια ιστορική στιγμή, αποτελούν διαφορετικούς τρόπους σχέσης με την ιστορία και υπ’ αυτήν την έννοια, έμαθα πως το ποίημα όταν γράφεται γίνεται ένα ερώτημα για τις σχέσεις του ατόμου με τη γλώσσα και του ατόμου με την πραγματικότητά του.
Ας πούμε εδώ ότι η Ιστορία δεν είναι μόνο στις ημερομηνίες, πχ. μιας μάχης στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ή στις ημερομηνίες μιας δικτατορίας. Αυτό που μου έχει διδάξει η ποίηση είναι ότι η ιστορία είναι επίσης ο τρόπος που αγαπάμε ο ένας τον άλλον, που λέμε “σ’ αγαπώ”, που λέμε “είμαι εγώ”. Κι έχει σχέση με την Ιστορία, επειδή η σχέση που υπήρχε σε μια ιστορία αγάπης την εποχή των παππούδων μου είναι πολύ διαφορετική από τη σχέση που υπάρχει σήμερα σε μια ιστορία αγάπης. Παρατηρήστε το κι υπό το πρίσμα της περίπτωσης του Λόρκα:το πώς αντιμετωπιζόταν η ομοφυλοφιλία στις αρχές του 20ού αιώνα στην Ισπανία δεν έχει καμία σχέση με τον τρόπο που αισθάνονται οι άνθρωποι για την ομοφυλοφιλία στις αρχές του 21ου αιώνα. Ο Λόρκα πέρασε άσχημα επειδή ένιωθε καταδιωκόμενος, αποδοκιμασμένος, αναγκασμένος να κρυφτεί και περιφρονημένος από μια κοινωνία που δεν καταλάβαινε την ομοφυλοφιλία, και σήμερα στην Ισπανία υπάρχει μια πολύ πιο ελεύθερη και πιο σεβαστή ιδέα της ομοφυλοφιλίας. Συνεπώς θεωρώ πως όλοι οι ποιητές, είτε είναι πρωτοποριακοί ή πιο εσωτερικοί, είτε είναι πιο φιλοσοφικοί ή πιο πολιτικοποιημένοι, όλοι μας είμαστε μέσα στην Ιστορία.
Όσον αφορά τη θέση του ποιητή στην Ιστορία και τους καιρούς του, ποιά πιστεύεται πως πρέπει να είναι η στάση των ποιητών σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς που διανύουμε;
Πιστεύω πως και η ποίηση πρέπει να πάρει θέση, επειδή ζούμε σε μια πολύ επιθετική εποχή, όπου η ελευθερία για την οποία έχει αγωνιστεί η ποίηση δεν είναι πλέον η ελευθερία της συνύπαρξης και η ελευθερία του σεβασμού προς τους άλλους. Μοιάζει να είναι η ελευθερία του ισχυρότερου, εκείνου που κρατά την εξουσία κι έχει τη δύναμη να κάνει ό,τι θέλει χωρίς να σέβεται το διεθνές δίκαιο ή οτιδήποτε άλλο, να αγνοεί τις ιδαίτερες ταυτότητες. Κοιτάξτε, φαίνεται ότι η υπεράσπιση μιας ταυτότητας είναι να θεωρείς ότι οι διαφορετικές ταυτότητες από τη δική σου είναι εχθροί σου. Σοβεί μια μάχη μεταξύ ταυτοτήτων, που δικαιολογεί πολέμους, γενοκτονίες, δικαιολογεί τα πάντα. Κι υπ’ αυτήν την έννοια, εάν επιστρέψουμε σε μια ποίηση που καταλαβαίνει ότι είμαστε όλοι ιστορικά όντα, ότι η οικειότητά μας σχετίζεται με την Ιστορία μας, ότι η ελευθερία μας είναι η επιβεβαίωση της δυνατότητας ύπαρξης σε μια κοινή συνύπαρξη, σεβόμενοι τους άλλους, σε μια κοινή γλώσσα που διευκολύνει τη συζήτηση, πιστεύω ότι αυτό θα συνεχίσει να ανοίγει δρόμους στον σημερινό κόσμο.
Σήμερα, σε μία εποχή που μοιάζει, όπως έλεγε κι ο Νίτσε να έχει “επαναξιοποιήσει όλες τις αξίες” αρνητικά, μπορεί να ακουστεί η φωνή των ποιητών; Έχουν βήμα και διαύλους επικοινωνίας του μηνύματός τους; Το κοινό είναι διαθέσιμο να ακούσει και πάλι την ποίηση, που μοιάζει εάν όχι ξεχασμένη, περισσότερο στο περιθώριο;
Αυτό είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Η ποίηση δεν είναι ένα πολύ δημοφιλές είδος, ούτε ένα εμπορικό προϊόν. Και σήμερα ζούμε σε μια κοινωνία που δίνει σημασία μόνο σε αυτό που είναι πολύ εμπορικό: ίσως ένα κακό μυθιστόρημα να πουλάει χίλιες φορές περισσότερο από ένα καλό βιβλίο ποιημάτων. Αυτό το γνωρίζουμε, όμως η ποίηση υπάρχει και υπάρχουν και πολύ καλά λυρικά, ποιητικά τραγούδια. Παρεμπιπτόντως τα ρομαντικά ποιήματα του Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα μεταφράστηκαν στα ελληνικά και κατέληξαν να μετατραπούν σε τραγούδια με μεγάλο αντίκτυπο. Η ποίηση είναι πάντα εκεί και νομίζω ότι καταλαμβάνει μια σημαντική θέση καίτοι δεν είναι εμπόρευμα, αλλά είναι εκεί στο βαθμό που μας προσκαλεί σε περισυλλογή.
Γιατί μιλάμε για την εποχή που ζούμε, όπου η δημοσιογραφία μπορεί να υποβαθμισθεί σε ψευδείς ειδήσεις, σε μη επαληθευμένα γεγονότα μέσα από τα ΜΚΔ ή στα προγραμματισμένα ψεύδη για να εξαπατήσουν ο ένας τον άλλον. Εγώ δίνω μεγάλη προσοχή σε έναν άλλο δάσκαλό μου στην ποίηση από μια γενιά πριν του Λόρκα, τον Αντόνιο Ματσάδο. Ο Αντόνιο Ματσάδο δήλωσε σε κάποιο σημείο ότι η “αληθινή ελευθερία δεν είναι να μπορείς να πεις αυτό που νομίζεις, αλλά να είσαι ελεύθερος να μπορείς να σκεφθείς αυτό που νομίζεις και λες”. Και καθώς κι εγώ γεννήθηκα μέσα σε μία δικτατορία, όπως έζησε κι η Ελλάδα, είναι πολύ σημαντικό να είμαστε ελεύθεροι να μπορούμε να σκεφτόμαστε αυτό που λέμε και αυτό που ζούμε. Πιστεύω ότι η ποίηση μπορεί να αντιπροσωπεύει το δικαίωμα του ανθρώπου να φροντίζει τις λέξεις, να σκέφτεται αυτό που πρόκειται να πει, πώς πρόκειται να το πει και να γίνεται ιδιοκτήτης της δικής του συνείδησης, ώστε να μην επαναλαμβάνει φανατικά τα ψεύδη, αλλά να είναι ιδιοκτήτης των δικών του απόψεων. Και μου φαίνεται ότι στον σημερινό κόσμο είναι πολύ σημαντικό να την υπερασπιστούμε και να την διατηρήσουμε απέναντι σε όλες τις μόδες που, καθώς δεν είναι ένα πολύ εμπορικό είδος, τείνει να παραμερίζεται. Αλλά ξαφνικά, βλέπουμε πως η ποίηση μπορεί να φτάσει το κοινό και υπάρχουν άνθρωποι που τους αρέσει να κλειδώνονται στο σπίτι τους με ένα ποίημα, να ακούνε προσεκτικά ένα τραγούδι για να ανακαλύψουν τι κρύβουν μέσα τους.
Εσείς πιστεύετε πως η ποίηση κινδυνεύει από τη ραγδαία τεχνολογική εξέλιξη, πχ. την εισαγωγή της Τεχνητής Νοημοσύνης και τις άλλες δυνατότητες που ναι μεν διευκολύνουν τη ζωή και την εργασία του ανθρώπου, αλλά τον αποτρέπουν να χρησιμοποιήσει τη σκέψη του πέρα από τις παραγωγικές ανάγκες και την τεχνική καινοτομία;
Θεωρώ πως όλες οι τεχνολογικές δυνατότητες είναι υπέροχες, γιατί ποιός μπορεί να αρνηθεί το θαύμα να μπορεί να θεραπεύσει ασθένειες, να διευκολύνει τη ζωή μας. Όμως πιστεύω από τη στιγμή που η επιστήμη έχει κάνει τη δουλειά της και η τεχνολογία έχει κάνει τη δουλειά της, ο άνθρωπος χρειάζεται κάτι περισσότερο από μια καφετιέρα ή ένα κινητό τηλέφωνο, πρέπει να αναρωτηθεί, τι νοιώθω; Ποιο είναι το νόημα της ζωής; Τι μας έχει συμβεί; Όχι, και αυτό δεν το δίνει η επιστήμη ή η τεχνολογία. Όποιος περιφρονεί τις ανθρωπιστικές επιστήμες δεν είναι μόνο ηλίθιος αλλά και επικίνδυνος, επειδή χρησιμοποιεί την επιστήμη και την τεχνολογία για την κερδοσκοπία και τη δημιουργία, για παράδειγμα, ατομικών βομβών και θαλάμων αερίων και όχι για την αξιοπρέπεια των ανθρώπων, και αυτή είναι η ρίζα των ανθρωπιστικών επιστημών, και γι’ αυτό πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η ποίηση και οι ανθρωπιστικές επιστήμες συνυπάρχουν σε μια εποχή επιστήμης και τεχνολογίας. Τη βαθύτερη αυτή σχέση με τον εαυτό μας και τους άλλους το προσφέρουν οι ανθρωπιστικές επιστήμες. Αυτό το δίνει η ποίηση, η σχέση που ο καθένας μας μπορεί να δημιουργήσει με τη συνείδησή του και τις αισθήσεις του για τη ζωή. Γι’ αυτό πιστεύω ότι η ποίηση, ακόμη και πέρα από τις μόδες της αγοράς, συνεχίζει να είναι ένας καλός σύντροφος για τους ανθρώπους.
Είναι όμως εφικτή αυτή η συμβίωση της νέας τεχνολογίας και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης με την ποίηση;
Έχω παρατηρήσει στην Ισπανία ότι η γενιά που είναι νεότερη από τη δική μου είναι γενιές που έχουν τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ως μητρικό τους περιβάλλον, έχουν εκπαιδευτεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και υπάρχει πολλή ποίηση που έχει αναδυθεί στο περιβάλλον της οικειότητας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Αυτό σημαίνει πως μπορείς να δημοσιεύεις ένα μήνυμα στέλνοντας ένα email, που είναι μια μορφή διαλόγου. Στη συνέχεια, κοιτάζω προσεκτικά πολλά από τα μηνύματα που κυκλοφορούν και αυτό που ανακαλύπτω είναι πως υπάρχουν νέοι που γράφουν ένα ποίημα εκεί και το διανέμουν. Ή έχουν διαβάσει Ελύτη ή Φεδερίκο Γκαρθία Λόρκα και το αναδημοσιεύουν κι έτσι κι ο νέος που δεν έχει διαβάσει κανέναν ποιητή ή τον Λόρκα, ο νέος που δεν έχει εκπαιδευτεί στην ποίηση χρησιμοποιεί αυτό το άμεσο μήνυμα. Διαπίστωσα ότι παρόλο που παρά τις ψευδείς ειδήσεις που επιπλέουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι νέοι που έχουν μεγαλώσει στο περιβάλλον τους, ακόμη κι εάν δεν έχουν εκπαιδευθεί στην ποίηση είναι αξιοσημείωτο ότι όταν γράφουν, προσπαθούν να είναι κύριοι της δικής τους συνείδησης και να συνεισφέρουν με τον ατομικό τους λόγο στη διαμόρφωση της γλώσσας όλων.
Μπορούμε να κάνουμε μία πρόγνωση για τη σχέση του ανθρώπου, της ποίησης και της τεχνολογίας στους επόμενους καιρούς;
Η ποίηση αντιπροσωπεύει την αδελφοσύνη του ανθρώπου με τη γλώσσα. Στην επικοινωνία, τα συναισθήματα είναι σημαντικά, ο τρόπος που μιλάμε ο ένας στον άλλον είναι πολύ σημαντικός. Ζούμε σε μια εποχή που θα σημαδευτεί από την τεχνητή νοημοσύνη και ζούμε σε μια εποχή που θα σημαδευτεί από τη γλώσσα των μηχανών. Έτσι, συχνά αναρωτιέμαι αν οι ποιητές δεν γράφουν μονομιάς, αλλά στοχαζόμενοι μέσα από την ποίηση, από τη μελέτη των χειρογράφων και σήμερα μέσα από τις μηχανές. Το να λες αυτό που θέλει να πει η συνείδησή σου και τα συναισθήματά σου, νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό σε μια εποχή που χρειάζεται οι άνθρωποι να είναι ιδιοκτήτες του δικού τους λόγου, επειδή οι μηχανές μιλούν και οι μηχανές έχουν πολλή εξουσία. Στον κόσμο που ζούμε, αυτό είναι πολύ επικίνδυνο επειδή οι μηχανές μπορούν να προγραμματιστούν με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, και υπάρχουν άνθρωποι που προγραμματίζουν τη γλώσσα των μηχανών και της Τεχνητής Νοημοσύνης για να κυριαρχήσουν στη συνείδηση των άλλων, να χειραγωγήσουν τη συνείδηση των άλλων. Δημιουργούν σεξιστικές ή ρατσιστικές προκαταλήψεις και επιβάλλουν με την εξουσία της μηχανής μια αλήθεια που μπορεί να είναι μια μορφή εκμετάλλευσης και αλαζονείας και με αυτή την έννοια μου αρέσει να λέω ότι ο ποιητής που αφιερώνει ένα λεπτό, δύο λεπτά, τρία λεπτά για να επιλέξει μια ακριβή λέξη πρέπει να αντιπροσωπεύει τον άνθρωπο που υπερασπίζεται την ελευθερία του και την ανάγκη να εκφράσει τον εαυτό του με εκατοντάδες ιδέες μέσω της γλώσσας σε έναν κόσμο που βρίσκει τρομερές μορφές χειραγώγησης, με αποτέλεσμα να επιβάλλεται μέσω των μηχανών ο λόγος του άλλου.
- Μητσοτάκης: Κυριαρχικά δικαιώματα και αμυντική θωράκιση στο επίκεντρο
- Επτά χρόνια από τη δολοφονία του Ζακ
- Ανάλυση / Η άνοδος της άκρας δεξιάς και η αδυναμία της γερμανικής οικονομίας
- Λουίς Γκαρθία Μοντέρο: Να επιστρέψουμε σε μια ποίηση που καταλαβαίνει ότι είμαστε όλοι ιστορικά όντα
- Κυβερνοεπίθεση «παραλύει» τα αεροδρόμια της Ευρώπης – Συνεχίζεται η ταλαιπωρία χιλιάδων επιβατών