Πολιτική σύγκρουση στο Ηνωμένο Βασίλειο σχετικά με το μέλλον των Γλυπτών του Παρθενώνα, μετά από επιστολή που υπέγραψαν 34 προσωπικότητες, ανάμεσά τους η πρώην πρωθυπουργός Λιζ Τρας, ο ιστορικός Ντέιβιντ Στάρκι και ο πρώην υπουργός Ουαλίας Τζον Ρέντγουντ.
Η επιστολή, που απευθύνεται στον πρωθυπουργό Κιρ Στάρμερ, την υπουργό Πολιτισμού Λίζα Νάντι και τους επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου, καταγγέλλει το μουσείο για συμμετοχή σε «μυστική εκστρατεία» με στόχο την επιστροφή των Γλυπτών στην Ελλάδα.
Οι υπογράφοντες ζητούν τον τερματισμό κάθε διαπραγμάτευσης για την επιστροφή των Γλυπτών, γνωστών και ως Ελγίνεια Μάρμαρα, προειδοποιώντας για ενδεχόμενες νομικές κινήσεις. Συγκεκριμένα, απειλούν με προσφυγές, επισημαίνοντας ότι επιφυλάσσονται του δικαιώματος να ζητήσουν νομική συμβουλή για την προστασία των συμφερόντων του βρετανικού κοινού, συμπεριλαμβανομένης της διακοπής τυχόν παρόντων ή μελλοντικών διαπραγματεύσεων, μέχρι να ενημερωθεί πλήρως το κοινό.
Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης βρίσκεται ο Νόμος του 1963 περί Βρετανικού Μουσείου, που απαγορεύει την απομάκρυνση αντικειμένων από τη συλλογή του, συμπεριλαμβανομένων των Γλυπτών.
Από την πλευρά του, το Βρετανικό Μουσείο διατηρεί χαμηλούς τόνους. Εκπρόσωπός του δήλωσε ότι οι συζητήσεις με την Ελλάδα για συνεργασία σχετικά με τον Παρθενώνα είναι σε εξέλιξη και χαρακτηρίζονται εποικοδομητικές. Το μουσείο πιστεύει ότι μια μακροπρόθεσμη συνεργασία θα επιτύχει τη σωστή ισορροπία ανάμεσα στην παγκόσμια παρουσίαση των σημαντικότερων εκθεμάτων και στη διατήρηση της ακεραιότητας της συλλογής του.
Παράλληλα, εκπρόσωπος του βρετανικού υπουργείου Πολιτισμού τόνισε ότι δεν υπάρχει πρόθεση να αλλάξει ο νόμος ώστε να επιτραπεί η μόνιμη μεταφορά των Γλυπτών στην Ελλάδα. Οι αποφάσεις για τη διαχείριση των συλλογών, συμπεριλαμβανομένων πιθανών δανεισμών, ανήκουν στους επιτρόπους του Βρετανικού Μουσείου, και αυτή η θέση έχει διατηρηθεί διαχρονικά από όλες τις κυβερνήσεις.
Τα Γλυπτά του Παρθενώνα, που αποτελούν περίπου το 50% του γλυπτού διακόσμου του μνημείου, βρίσκονται σήμερα διασκορπισμένα κυρίως μεταξύ του Βρετανικού Μουσείου στο Λονδίνο και του Μουσείου της Ακρόπολης στην Αθήνα. Η επανένωσή τους αποτελεί διαχρονικό αίτημα της Ελλάδας, που υποστηρίζει ότι η πολιτιστική κληρονομιά πρέπει να αποκατασταθεί προς όφελος της παγκόσμιας κοινότητας.
Η πρόσφατη επιστολή και οι αντιδράσεις που προκάλεσε αναδεικνύουν την πολυπλοκότητα και το πολιτικό βάρος του ζητήματος, με τις πλευρές να παραμένουν σε διαρκή αντιπαράθεση για το μέλλον των ανεκτίμητων αυτών μνημείων.