Τον Ιούνιο του 2015, η Ελλάδα βρέθηκε στο επίκεντρο μιας πρωτοφανούς πολιτικής και οικονομικής κρίσης. Το δημοψήφισμα που προκήρυξε η κυβέρνηση Τσίπρα αποτέλεσε το αποκορύφωμα μιας δραματικής διαπραγμάτευσης με τους δανειστές, αφήνοντας ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στη σύγχρονη ιστορία της χώρας.
Του Ανατρεπτικού
Στα μέσα Ιουνίου 2015, τα οικονομικά περιθώρια για την Ελλάδα είχαν εξαντληθεί. Η διαπραγμάτευση με τους ευρωπαίους δανειστές και το ΔΝΤ είχε φτάσει σε αδιέξοδο, με τους θεσμούς να απορρίπτουν τις ελληνικές προτάσεις για συμβιβασμό χωρίς νέα σκληρά μέτρα και με ρύθμιση του χρέους. Αντίθετα, απαιτούσαν επιπλέον λιτότητα, αυξήσεις φόρων, περικοπές σε συντάξεις και κοινωνικές δαπάνες, ενώ η παράταση του προγράμματος έληγε στις 30 Ιουνίου.
Οι κρίσιμες σύνοδοι κορυφής στις 22 και 25 Ιουνίου δεν απέφεραν συμφωνία. Το ΔΝΤ ξεκαθάρισε ότι δεν θα δεχόταν νέα παράταση στην αποπληρωμή της δόσης, οδηγώντας τη χώρα σε οριακή κατάσταση.
Η απόρριψη του τελεσιγράφου και το δραματικό διάγγελμα
Η ελληνική κυβέρνηση απέρριψε το τελεσίγραφο των δανειστών, που προέβλεπε μεταξύ άλλων αυξήσεις ΦΠΑ, περικοπές συντάξεων και ιδιωτικοποιήσεις. Ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, επιστρέφοντας από τις Βρυξέλλες, συγκάλεσε έκτακτο υπουργικό συμβούλιο και με διάγγελμά του τις πρώτες ώρες της 27ης Ιουνίου ανακοίνωσε τη διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την αποδοχή ή απόρριψη της πρότασης των θεσμών.
Ο Τσίπρας κάλεσε τους πολίτες να ψηφίσουν «Όχι», απορρίπτοντας αυτό που χαρακτήρισε ως «εκβιαστικό τελεσίγραφο» και «ταπεινωτική λιτότητα χωρίς προοπτική». Η κοινωνία πάγωσε, η πολιτική αντιπαράθεση οξύνθηκε και οι Ευρωπαίοι ηγέτες αντέδρασαν με απειλές περί Grexit.
Πανικός στις τράπεζες και επιβολή Capital Controls
Το πρωί της 27ης Ιουνίου, οι πολίτες έσπευσαν στα ΑΤΜ υπό τον φόβο κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος. Η κυβέρνηση, αδυνατώντας να καθησυχάσει την κοινή γνώμη, ανακοίνωσε στις 28 Ιουνίου την επιβολή capital controls, με ημερήσιο όριο ανάληψης τα 60 ευρώ, μετά την άρνηση της ΕΚΤ να αυξήσει τη ρευστότητα.
Η αβεβαιότητα κορυφώθηκε, ενώ στις 30 Ιουνίου η Ελλάδα έγινε η πρώτη ανεπτυγμένη χώρα που αδυνατούσε να πληρώσει δόση στο ΔΝΤ, σηματοδοτώντας τυπική χρεοκοπία.
Το δημοψήφισμα αποτέλεσε την κορύφωση της πολιτικής πόλωσης στη μεταπολιτευτική Ελλάδα. Στο στρατόπεδο του «Όχι» συσπειρώθηκαν ετερόκλητες δυνάμεις, από την άκρα αριστερά έως την άκρα δεξιά, χωρίς ενιαίο σχέδιο πέραν της ρήξης με τους δανειστές. Στο αντίπαλο στρατόπεδο, το «Ναι» υποστηρίχθηκε από το σύνολο σχεδόν του παραδοσιακού πολιτικού συστήματος: πέντε πρώην πρωθυπουργοί —Μητσοτάκης, Σημίτης, Καραμανλής, Παπανδρέου, Σαμαράς— τάχθηκαν δημόσια υπέρ της παραμονής στην Ευρώπη, προειδοποιώντας για τους κινδύνους του διχασμού και της εξόδου από το ευρώ.
Το κλίμα επιβαρύνθηκε από κλειστές τράπεζες, capital controls, ουρές στα ΑΤΜ και φημολογία για Grexit. Η πολιτική αντιπαράθεση μετατράπηκε σε υπαρξιακή σύγκρουση για το μέλλον της χώρας, με το δημοψήφισμα να αντιμετωπίζεται από το παλιό πολιτικό σύστημα ως απειλή για τη θεσμική συνέχεια και τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδας στη Δύση.
Η μετατροπή του «Όχι» σε «Ναι» και η κρίση εμπιστοσύνης
Η επόμενη μέρα του δημοψηφίσματος σημαδεύτηκε από μια ιστορικά πρωτοφανή ανατροπή: το συντριπτικό «Όχι» μετατράπηκε σε «Ναι» μέσα σε λιγότερο από 24 ώρες. Η κυβέρνηση Τσίπρα, υπό την πίεση της οικονομικής κατάρρευσης και των ευρωπαίων εταίρων, αποδέχθηκε ένα νέο, εξίσου σκληρό μνημόνιο. Η πολιτική παρακαταθήκη εκείνης της μέρας δεν αφορούσε μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, που από φορέας ρήξης μεταλλάχθηκε σε κόμμα κυβερνητικής διαχείρισης, αλλά και το σύνολο του πολιτικού συστήματος, το οποίο απέτυχε να καταθέσει ρεαλιστικά σχέδια και επέλεξε τη συνθηματολογική αντιπαράθεση.
Η ακύρωση της λαϊκής ετυμηγορίας αποτέλεσε τομή για τη συλλογική συνείδηση: ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας ένιωσε προδομένο και επέλεξε τη σιωπή ή την αποχή ως μορφή παθητικής αμφισβήτησης. Η κρίση εκπροσώπησης βάθυνε, με τα ποσοστά αποχής να αυξάνονται διαρκώς στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις.
Ευρωπαϊκή Διάσταση: Το Ελληνικό Δημοψήφισμα ως σύμβολο και απειλή
Το δημοψήφισμα του 2015 ξεπέρασε τα όρια ενός εσωτερικού ελληνικού ζητήματος. Η αντίδραση του Eurogroup, η στάση της Γερμανίας και η επικοινωνιακή εκστρατεία υπέρ του «Ναι» ανέδειξαν το διακύβευμα σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η ελληνική υπόθεση συμπύκνωσε τη σύγκρουση ανάμεσα σε έναν λαό που αμφισβητούσε τις πολιτικές λιτότητας και ένα ευρωπαϊκό οικονομικό σύστημα που αντέδρασε με πίεση και απειλές, φοβούμενο το ντόμινο σε άλλες χώρες του Νότου.
Η έκβαση του δημοψηφίσματος έθεσε κρίσιμα ερωτήματα για τη δημοκρατία στην Ευρώπη, την κυριαρχία των εθνών και τη δυνατότητα κοινωνικής αλλαγής εντός του ευρωπαϊκού πλαισίου — ερωτήματα που παραμένουν ανοιχτά, όπως αποδεικνύει και το Brexit.
Από την αριστερή ρήξη στη δεξιά ρεβάνς
Η υπογραφή του τρίτου μνημονίου και η επακόλουθη υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ από τη ριζοσπαστική του ατζέντα αποτέλεσαν τομή. Η συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ και η εφαρμογή των μέτρων λιτότητας υπέσκαψαν την αξιοπιστία του, παρά τη νίκη στις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015. Η μεταστροφή δεν συνοδεύτηκε από ένα νέο αφήγημα, αλλά από μια αποδοχή του ρόλου του διαχειριστή της κρίσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ πέρασε από την ελπίδα της ρήξης στη φθορά της συνδιαλλαγής, αποξενώνοντας μεγάλο μέρος της κοινωνικής του βάσης.
Η πολιτική του μετάλλαξη οδήγησε σε συρρίκνωση, ενώ ταυτόχρονα έστρωσε το έδαφος για τη δημιουργία του «αντι-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου», το οποίο αξιοποίησε πολιτικά η Νέα Δημοκρατία του Κυριάκου Μητσοτάκη. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να ανανεώσει το πρόγραμμά του, ενώ το ΠΑΣΟΚ παρέμεινε σε κρίση αναζήτησης ταυτότητας. Αντιθέτως, η Νέα Δημοκρατία ανασυγκροτήθηκε και κατέλαβε εκ νέου τον κυρίαρχο πόλο του συστήματος.
Η κρίση εκπροσώπησης και η κοινωνία της αποχής
Η άμεση ακύρωση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος λειτούργησε ως επιταχυντής μιας ήδη σοβούσας κρίσης εμπιστοσύνης. Η αποχή άρχισε να αυξάνεται με γεωμετρική πρόοδο σε κάθε εκλογική διαδικασία από το 2015 έως και τις κάλπες του 2023-2024. Η πολιτική ματαίωση δεν αφορούσε μόνο τους ψηφοφόρους της Αριστεράς, αλλά ευρύτερα τμήματα της κοινωνίας που αποστράφηκαν τη συμμετοχή και αποδοκίμασαν συλλήβδην το πολιτικό σύστημα.
Η κατάρρευση κομμάτων όπως το Ποτάμι και οι ΑΝΕΛ, η αφομοίωσή τους ή η εξαφάνισή τους, συνδέθηκε με την αδυναμία τους να μετασχηματίσουν το αντιμνημονιακό αίτημα σε βιώσιμη πολιτική πρόταση. Παράλληλα, ο θεσμός του δημοψηφίσματος, αντί να ενισχυθεί, στιγματίστηκε ως θεσμική εκτροπή. Έκτοτε, η προσφυγή στη λαϊκή ετυμηγορία τέθηκε στο περιθώριο, σαν να επρόκειτο για επικίνδυνη δημοκρατική περιπέτεια.
Μια ευρωπαϊκή μάχη με παγκόσμιες προεκτάσεις
Το δημοψήφισμα του 2015 δεν έθεσε σε δοκιμασία μόνο το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Αποτέλεσε πεδίο σύγκρουσης μεταξύ δύο μοντέλων Ευρώπης: της δημοσιονομικής πειθαρχίας και του κοινωνικού ελέγχου από τη μία, της λαϊκής ετυμηγορίας και της πολιτικής αναδιανομής από την άλλη.
Η στάση του Eurogroup, οι δηλώσεις Γερμανών αξιωματούχων και η πρόταση Σόιμπλε για «προσωρινό Grexit» ενίσχυσαν την εικόνα ενός τελεσιγράφου. Για τις Βρυξέλλες, το ελληνικό «Όχι» έπρεπε να ηττηθεί ώστε να σταλεί μήνυμα στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές κοινωνίες. Πράγματι, η ήττα του «Όχι» ερμηνεύτηκε ως ήττα του «λαϊκισμού» και προειδοποίηση προς άλλες χώρες που εξερευνούσαν δρόμους πέραν της ευρωπαϊκής ορθοδοξίας – μέχρι και το Brexit.
Η πολιτική μνήμη μιας κοινωνίας που σιώπησε
Η νύχτα της 5ης Ιουλίου 2015 είχε όλα τα στοιχεία μιας λαϊκής γιορτής. Χιλιάδες άνθρωποι πανηγύριζαν ένα ιστορικό αποτέλεσμα που έμοιαζε να αποκαθιστά το αίσθημα αξιοπρέπειας και συμμετοχής. Αλλά η ευφορία διήρκεσε ελάχιστα. Η διάψευση της εντολής μετέτρεψε το «Όχι» σε μια λέξη σχεδόν απαγορευμένη. Οι μεν ντράπηκαν για το τι πίστεψαν, οι δε δεν άντεχαν να θυμούνται τις ουρές στα ΑΤΜ και τα capital controls.
Η κοινωνία σταδιακά επέλεξε τη σιωπή. Το δημοψήφισμα δεν τιμάται σε επετείους, δεν διεκδικείται από πολιτικές δυνάμεις, δεν περιλαμβάνεται καν σε αφηγήσεις πολιτικής κληρονομιάς. Όχι γιατί ήταν ασήμαντο – αλλά γιατί κανείς δεν άντεξε τις συνέπειές του.
Το ανοιχτό τραύμα της μεταπολίτευσης
Δέκα χρόνια μετά, το δημοψήφισμα δεν είναι ιστορικό επεισόδιο. Είναι φάντασμα. Υπενθυμίζει το ανεκπλήρωτο μιας γενιάς που επιχείρησε να μιλήσει — και αποσιωπήθηκε. Ανέδειξε την κρίση του κοινοβουλευτισμού, την αδυναμία των κομμάτων να διαχειριστούν την πίεση της κοινωνίας, την ένταση μεταξύ λαϊκής κυριαρχίας και ευρωπαϊκής τεχνοκρατίας.
Η πολιτική του σκιά πέφτει βαριά πάνω στο παρόν: σε κάθε κύκλο απαξίωσης της πολιτικής, σε κάθε άνοδο της αποχής, σε κάθε κυνισμό απέναντι στα κόμματα και τις θεσμικές διαδικασίες. Το «Όχι» του 2015 μπορεί να ακυρώθηκε, αλλά δεν ξεχάστηκε. Παραμένει το πιο καθαρό, το πιο ματαιωμένο και ίσως το πιο ειλικρινές πολιτικό ορόσημο της ύστερης μεταπολίτευσης.
- Διονύσης Τεμπονέρας / Το δημοψήφισμα του 2015 και ο καθρέφτης
- Είναι άραγε οι πελάτες (των κομμάτων) περισσότεροι από τους πολίτες (της κοινωνίας);
- Ιαπωνία: Προειδοποίηση για ισχυρούς σεισμούς αλλά αβάσιμες οι προβλέψεις καταστροφής – Μαζική υστερία για το μάνγκα «The Future I Saw»
- Μυστήριο με τη δολοφονία άνδρα στην Αγία Παρασκευή: Άγνωστη η ταυτότητα του θύματος
- ΟΠΕΚΕΠΕ: Η κυβέρνηση γνώριζε την παθογένεια και προχώρησε σε δικαστικές ενέργειες, δηλώνει ο Παύλος Μαρινάκης