Σε μια συγκυρία κατάρρευσης της πολιτικής αξιοπιστίας του κυβερνώντος συστήματος, με αλλεπάλληλα σκάνδαλα και την κοινωνική δυσαρέσκεια να συσσωρεύονται, η αντιπολίτευση δεν δείχνει ικανή ούτε να εμπνεύσει, ούτε να απειλήσει.
Του Ανατρεπτικού*
Η πολιτική της ανυπαρξία αναδεικνύεται πλήρως όταν, δεδομένης της κυβερνητικής ανεπάρκειας και φθοράς, εξακολουθεί να μην μπορεί να πείσει ούτε τους δικούς της πρώην υποστηρικτές.
Η κυβέρνηση παραπαίει, αλλά η αντιπολίτευση δεν κεφαλαιοποιεί
Σε οποιαδήποτε λειτουργική δημοκρατία, η πολιτική φθορά μιας κυβέρνησης —και δη όταν κεντρικά στελέχη της εμπλέκονται σε οικονομικά και ηθικά σκάνδαλα— συνοδεύεται από μια δυναμική ανάτασης της αντιπολίτευσης. Όμως στην Ελλάδα του 2025, το φαινόμενο που παρατηρείται είναι ακριβώς το αντίστροφο: όσο περισσότερο αποκαλύπτεται η σήψη των κυβερνητικών μηχανισμών, τόσο βαθύτερο αποδεικνύεται το κενό της αντιπολίτευσης.
Τα ποσοστά των κομμάτων της αντιπολίτευσης στις δημοσκοπήσεις παραμένουν είτε καθηλωμένα (ΠΑΣΟΚ) είτε σε ορισμένες περιπτώσεις οριακά πάνω από το όριο εισόδου στη Βουλή (ΣΥΡΙΖΑ, Νέα Αριστερά, Κίνημα Δημοκρατίας). Κανένα κόμμα δεν φαίνεται ικανό να δώσει την αίσθηση κυβερνητικής ετοιμότητας, και κανένας αρχηγός δεν εμπνέει εμπιστοσύνη πως μπορεί να σηκώσει το βάρος μιας εναλλακτικής διακυβέρνησης. Πολύ δε περισσότερο αναδεικνύεται η αδυναμία (και η άρνηση) να βρεθεί ένας κοινός παρονομαστής τεσσάρων, πέντε σημείων ώστε να υπάρξουν συγκλίσεις.
Η έλλειψη ηγεσίας και το κενό πολιτικής πρότασης
Η πολιτική είναι, πρωτίστως, η τέχνη του εφικτού αλλά και η τέχνη της ηγεσίας. Όταν όμως οι ηγέτες των αντιπολιτευόμενων κομμάτων δίνουν την εντύπωση ότι βρίσκονται είτε σε μία διαρκή εσωστρεφή άσκηση ισορροπίας είτε σε έναν διαρκή πολιτικό αυτοσχεδιασμό, τότε η κοινωνία δεν έχει τίποτα να προσδοκά. Ίσα-ίσα αποστρέφει το βλέμμα της.
Ακόμα κι εκείνοι που με πάθος καταγγέλλουν τη διαφθορά, τον κρατισμό και τις μαφιόζικες πρακτικές αρμών της εξουσίας, δεν έχουν σήμερα από πού να πιαστούν. Όπως εύστοχα σημειώνει σε ένα σκληρό αλλά εύστοχο σχόλιό του, στα κοινωνικά δίκτυα, ο σκηνοθέτης Νικόλας Σταμπουλόπουλος, το ηθικό πλεονέκτημα και η επίκληση σε κάποιο αόριστο και θολό όραμα δεν σημαίνουν τίποτα όταν δεν μεταφράζονται σε αξιόπιστο πρόγραμμα και οργανωμένη στρατηγική εξουσίας: «Πόσο ντροπιαστικό είναι να διατείνεσαι ότι έχεις πρόγραμμα και ικανότητα να σώσεις τη χώρα, και να παλεύεις για να μη μείνεις εκτός Βουλής;»
Η πολιτική αδυναμία των αντιπολιτευτικών δυνάμεων φαίνεται να είναι περισσότερο δομική παρά συγκυριακή. Κανένας δεν απαντά με σαφήνεια στο ερώτημα: πώς και με ποιους θα κυβερνήσουν; Αντί για ένα συνεκτικό σχέδιο για την οικονομία, το κράτος, τους θεσμούς, την κοινωνική συνοχή, κυριαρχούν η γενικόλογη καταγγελιολογία και η εμμονική ανακύκλωση ξεπερασμένων πλέον «αφηγήσεων» φθαρμένων οραμάτων. Οι εκπρόσωποι των κομμάτων σχολιάζουν αντί να προτείνουν.
Από ηττημένοι της κάλπης σε ηττημένους της συγκυρίας
Τα εκλογικά αποτελέσματα του 2023 αλλά και των ευρωεκλογών του 2024 καταγράφηκαν ως βαριές ήττες για τις βασικές δυνάμεις της αντιπολίτευσης και ιδιαίτερα για τα κόμματα που είχαν ασκήσει εξουσία στο παρελθόν. Δύο χρόνια μετά, όμως, το πρόβλημα έχει επιδεινωθεί: δεν υπάρχει καν εικόνα ανάκαμψης. Κόμματα και ηγεσίες παραμένουν εγκλωβισμένες σε φθαρμένα σχήματα, παλαιοκομματικά στελέχη αδυνατούν να αποσυρθούν, ενώ οι όποιες νεότερες φωνές είτε καταπνίγονται είτε παραμένουν χωρίς ρόλο.
Το αποτέλεσμα είναι τραγικό: ακόμη κι αν αύριο το κυβερνητικό στρατόπεδο καταρρεύσει υπό το βάρος των σκανδάλων, δεν φαίνεται να υπάρχει έτοιμη εναλλακτική. Κι όπως δείχνει η πολιτική ιστορία της (κάθε) χώρας, το κενό εξουσίας δεν παραμένει για πολύ κενό — συνήθως καλύπτεται είτε από ακραίους, είτε από τεχνητούς «μεσσίες»/τεχνοκράτες της αγοράς, είτε ακόμα και από δυνάμεις που επιδιώκουν την κατάλυση της ίδιας της Δημοκρατίας.
Αργά ή γρήγορα η κυβέρνηση θα συνειδητοποιήσει πως δεν είναι δυνατόν να διέλθει το υπόλοιπο της θητείας της μέχρι το 2027 βουτηγμένη μέσα στις δεκάδες ή και εκατοντάδες δικογραφίες των σημερινών και των επερχόμενων, όπως λέγεται, διώξεων για σκάνδαλα και θα προσφύγει στις κάλπες. Ποιό κόμμα είναι σήμερα σε θέση να μπει με έστω ελάχιστες ελπίδες επικράτησης σε μία προεκλογική κούρσα; Κανένα! Ούτε φυσικά κάποια που ίσως δημιουργηθούν στο παρά πέντε.
Η δημοκρατία χρειάζεται αξιόπιστη αντιπολίτευση
Η κρίση αντιπροσώπευσης που πλήττει την αντιπολίτευση δεν είναι απλώς πρόβλημα των κομμάτων της. Είναι πρόβλημα δημοκρατίας. Όταν οι κυβερνώντες μετατρέπονται σε καθεστώς χωρίς ουσιαστικό αντίπαλο δέος, η κοινωνία οδηγείται σε παραίτηση, κυνισμό ή άγρια πόλωση που αργά ή γρήγορα οδηγεί σε νέα αδιέξοδα.
Η ανάγκη για μια πειστική εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης είναι επιτακτική. Όχι μόνο για να τελειώσει η σημερινή, βαθιά διεφθαρμένη πολιτική περίοδος, αλλά και για να αποφευχθεί το ενδεχόμενο κοινωνικής και πολιτικής εκτροπής. Όπως λέει η εύστοχη, όσο και σκληρή, φράση του Ν.Σ.: «Πόσο ανύπαρκτος είσαι για να σε γλεντάνε οι χασάπηδες και οι φραπέδες, όχι μόνο επειδή έχουν πελατειακά δίκτυα, αλλά επειδή απέναντί τους έχουν το απόλυτο πολιτικό κενό;»
Το ζητούμενο, λοιπόν, δεν είναι να αλλάξει μόνο η κυβέρνηση. Είναι να υπάρξει πραγματική πολιτική εναλλαγή, με νέο περιεχόμενο, νέα πρόσωπα, καθαρό σχέδιο και, κυρίως, ηγεσία που μπορεί να εμπνεύσει. Μέχρι τότε, το «πολιτικό κενό» θα συνεχίσει να χάσκει μπροστά μας σαν άβυσσος που απειλεί να μας καταπιεί.