Η ιδέα ότι η Ελβετία «τιμά» τον Ιωάννη Καποδίστρια ως ιδρυτή του κράτους της ή ως συντάκτη του Συντάγματός της επανέρχεται με αξιοσημείωτη επιμονή στον ελληνικό δημόσιο λόγο.
Πρόκειται, ωστόσο, για έναν εθνικό μύθο χωρίς ιστορικό έρεισμα: στην ελβετική ιστοριογραφία, στη συλλογική μνήμη και στους θεσμούς της χώρας, ο Καποδίστριας δεν κατέχει ποτέ τέτοια θέση. Η πραγματική ιστορία είναι λιγότερο εντυπωσιακή αλλά ταυτόχρονα αποκαλυπτική για τον τρόπο με τον οποίο κατασκευάζονται εκ των υστέρων «ένδοξες» αφηγήσεις.
Τι δεν είναι ο Καποδίστριας για την Ελβετία
Στην Ελβετία δεν υπάρχουν μνημεία, εθνικές εορτές, σχολικά εγχειρίδια ή επίσημες κρατικές αναφορές που να παρουσιάζουν τον Ιωάννη Καποδίστρια ως ιδρυτή του ελβετικού κράτους ή ως αρχιτέκτονα του Συντάγματός του. Η ελβετική ιστοριογραφία τον αντιμετωπίζει, όταν τον αναφέρει, ως έναν από τους πολλούς διπλωμάτες της μεταναπολεόντειας Ευρώπης – όχι ως θεμελιωτή θεσμών.
Η αντίληψη ότι «οι Ελβετοί τον τιμούν» δεν προκύπτει από την εσωτερική ιστορική τους αφήγηση, αλλά από ελληνικές αναπαραγωγές και διαδικτυακές υπερβολές, που συγχέουν τη διεθνή διπλωματία με την κρατική συγκρότηση.
Ο πραγματικός ρόλος: διπλωματία και ισορροπίες μετά τον Ναπολέοντα
Ο Καποδίστριας συμμετείχε στις ευρωπαϊκές διεργασίες της περιόδου 1813–1815 ως ανώτατος διπλωμάτης της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Στο πλαίσιο αυτό, είχε ρόλο διαμεσολαβητή σε ζητήματα που αφορούσαν την Ελβετία, υποστηρίζοντας την αρχή της ουδετερότητας και τη διατήρηση της συνομοσπονδιακής της μορφής.
Ο ρόλος του ήταν σαφώς διπλωματικός και συγκυριακός. Δεν ήταν ιδρυτικός. Δεν σχεδίασε κράτος, δεν συνέταξε Σύνταγμα, δεν λειτούργησε ως «πατέρας» της ελβετικής πολιτειακής οργάνωσης. Άλλωστε, η ίδια η Ελβετία παραμένει μέχρι σήμερα μια χαλαρή συνομοσπονδία καντονιών – προϊόν ιστορικών συμβιβασμών και γεωπολιτικών ισορροπιών, όχι πρότυπο ενιαίου εθνικού κράτους.
Η ιστορική συνέχεια της Ελβετίας και το Σύνταγμα του 1848
Η Ελβετία δεν «ιδρύθηκε» από κάποιο πρόσωπο. Υφίσταται ως συνομοσπονδία καντονιών ήδη από τον Μεσαίωνα, με μακρά ιστορική συνέχεια. Το σύγχρονο ομοσπονδιακό της Σύνταγμα θεσπίστηκε το 1848, δεκαετίες μετά τη δράση του Καποδίστρια στην Ευρώπη και πολλά χρόνια μετά τη δολοφονία του.
Η σύνδεση του Καποδίστρια με τη συγγραφή ή τη θεσμική διαμόρφωση αυτού του Συντάγματος είναι απλώς ανιστόρητη. Μέχρι και τα τέλη της πρώτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, η συμβολή του δεν αποτελούσε καν αντικείμενο ιδιαίτερης ενασχόλησης στην Ελβετία.

Ουδετερότητα: ένας παλιός μηχανισμός επιβίωσης
Ανάλογος μύθος περιβάλλει και την περίφημη ελβετική ουδετερότητα. Δεν πρόκειται για επινόηση του Καποδίστρια. Αποτελούσε επί αιώνες –ήδη από τον Μεσαίωνα– στρατηγική επιβίωσης των ελβετικών καντονιών, που τους επέτρεπε να λειτουργούν ως δεξαμενή μισθοφορικών στρατευμάτων για τα ευρωπαϊκά βασίλεια. Χωρίς ουδετερότητα, το ελβετικό μόρφωμα απλώς δεν θα μπορούσε να επιβιώσει.
Το 2009: όταν φαίνεται να «ανακαλύπτεται» ο Καποδίστριας
Η ουσιαστική αλλαγή έρχεται τον Σεπτέμβριο του 2009 – όχι από ελβετική πρωτοβουλία. Εκείνη την περίοδο, ο τότε Ρώσος πρόεδρος Ντμίτρι Μεντβέντεφ πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Ελβετία, σε μια φάση όπου ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε μετακινηθεί στην πρωθυπουργία. Στόχος ήταν η καλλιέργεια μιας εικόνας μακραίωνης ρωσοελβετικής φιλίας.
Σε αυτό το πλαίσιο, ανασύρεται η φιγούρα του Καποδίστρια: ενός Ρώσου υπουργού Εξωτερικών που, υπηρετώντας τα συμφέροντα της Αγίας Πετρούπολης, είχε εμπλακεί στις διαπραγματεύσεις για το ελβετικό ζήτημα. Με ρωσική πρωτοβουλία, ανατίθεται σε Ρώσο γλύπτη η κατασκευή προτομής του και ο Σεργκέι Λαβρόφ αποκαλύπτει επισήμως το έργο.
Η προτομή της Λωζάννης και το μήνυμά της
Στις 21 Σεπτεμβρίου 2009 τοποθετείται η πρώτη προτομή του Καποδίστρια στην Ελβετία, στη Λωζάννη. Σε πόλεις όπως η Ζυρίχη ή η Βέρνη, η παρουσία του παραμένει ουσιαστικά άγνωστη.
Η επιγραφή κάτω από το έργο είναι αποκαλυπτική:
«Ιωάννης Καποδίστριας (1776–1831). Διαπρεπής Ρώσος διπλωμάτης και πολιτικός. Πρώτος επίτιμος πολίτης του καντονιού της Βω και της Λωζάνης. Πρώτος πρόεδρος της Ελλάδας».
Η αναφορά αυτή δείχνει με ποιον τρόπο «τιμάται»: πρωτίστως ως Ρώσος πολιτικός. Η ελληνική ιδιότητα εμφανίζεται δευτερευόντως – και μάλιστα ανακριβώς, καθώς ο Καποδίστριας δεν ήταν πρόεδρος αλλά κυβερνήτης, με συγκεντρωτικές εκτελεστικές εξουσίες.
Οι μεταγενέστερες προσθήκες και η ελληνική αντίδραση
Δεύτερη προτομή του Καποδίστρια τοποθετήθηκε μόλις το 2025, αυτή τη φορά με ελληνική πρωτοβουλία, ως προσπάθεια «επαναπατρισμού» της ιστορικής του ταυτότητας απέναντι στη ρωσική αφήγηση.
Αντίστοιχα, η αναφορά του στην ιστοσελίδα του ελβετικού Υπουργείου Εξωτερικών για τις σχέσεις Ελλάδας–Ελβετίας προστέθηκε αρκετά χρόνια μετά το 2009. Τα αρχεία δείχνουν ότι η σχετική σελίδα εμφανίζεται για πρώτη φορά μόλις το 2015 – στοιχείο που ενισχύει την εικόνα μιας εκ των υστέρων θεσμικής ενσωμάτωσης.
Πώς γεννιούνται οι εθνικοί μύθοι
Η «υπενθύμιση» του ρόλου του Καποδίστρια στην Ελβετία δεν ξεκίνησε από τους ίδιους τους Ελβετούς. Ήταν αποτέλεσμα ρωσικών διπλωματικών πρωτοβουλιών και, στη συνέχεια, ελληνικών αναπαραγωγών που διόγκωσαν το αφήγημα.
Έτσι κατασκευάζονται οι εθνικοί μύθοι: από την ανάγκη εξιδανίκευσης σημαντικών προσωπικοτήτων και από τη σύγχυση ανάμεσα στη διπλωματική επιρροή και τη θεσμική δημιουργία. Ο Ιωάννης Καποδίστριας υπήρξε αναμφίβολα ικανός και σημαντικός διπλωμάτης. Η ιστορική του αξία, όμως, δεν χρειάζεται ανύπαρκτες «τιμές» από ξένα κράτη για να επιβεβαιωθεί.