Παραμονές Χριστουγέννων του 1945, ένα χρόνο μετά τα Δεκεμβριανά, ένα πλοίο έμελλε να γίνει σύμβολο διάσωσης μιας ολόκληρης γενιάς. Το νεοζηλανδέζικο πλοίο Ματαρόα μετέφερε περίπου 200 νέους στην πλειονότητά τους Έλληνες διανοούμενους, καλλιτέχνες και επιστήμονες, μακριά από μια χώρα που βυθιζόταν ξανά στη βία και την πολιτική αστάθεια.
Ήταν η στιγμή που η αφρόκρεμα της νεολαίας επέλεγε την έξοδο, όχι από φυγομαχία, αλλά από ανάγκη επιβίωσης.
Η Ελλάδα μετά την Απελευθέρωση και ο δρόμος προς τον Εμφύλιο
Η απελευθέρωση της Ελλάδας από τη ναζιστική κατοχή τον Οκτώβριο του 1944 γέννησε ελπίδες που κράτησαν ελάχιστα. Η Συμφωνία της Βάρκιζας, τον Φεβρουάριο του 1945, οδήγησε στον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, όμως άνοιξε ταυτόχρονα τον δρόμο για τη λεγόμενη Λευκή Τρομοκρατία. Παρακρατικές οργανώσεις εξαπέλυσαν διώξεις, συλλήψεις και επιθέσεις εναντίον ανθρώπων που συνδέονταν με την Αριστερά, καθιστώντας την καθημερινή ζωή επισφαλή και οδηγώντας τη χώρα σε νέα περίοδο συγκρούσεων που κορυφώθηκαν στον Εμφύλιο Πόλεμο του 1946-1949.
Μέσα σε αυτό το κλίμα φόβου και αβεβαιότητας, η παραμονή στην Ελλάδα ισοδυναμούσε για πολλούς με προσωπικό και πνευματικό αδιέξοδο.
Ο Οκτάβιος Μερλιέ και η αποστολή διάσωσης
Τη σημασία της στιγμής αντιλήφθηκε ο Οκτάβιος Μερλιέ, διευθυντής του Γαλλικού Ινστιτούτου Αθηνών, αριστερός και βαθιά φιλέλληνας. Με δική του πρωτοβουλία οργανώθηκε μια αποστολή νέων Ελλήνων στο εξωτερικό, εξασφαλίζοντας υποτροφίες του γαλλικού κράτους σε φοιτητές και αποφοίτους από περισσότερους από εξήντα κλάδους και ειδικότητες.
Στόχος δεν ήταν απλώς οι σπουδές, αλλά η προστασία μιας γενιάς που κινδύνευε να συνθλιβεί πολιτικά, κοινωνικά και κυριολεκτικά.
Το ταξίδι του Ματαρόα
Στις 22 Δεκεμβρίου 1945, περίπου 200 Έλληνες επιβιβάστηκαν στο Ματαρόα, που το όνομά του σημαίνει «η γυναίκα με τα μεγάλα μάτια». Το πλοίο απέπλευσε από τον Πειραιά με προορισμό τον Τάραντα της Ιταλίας και από εκεί, με τρένο μέσω Ελβετίας, το Παρίσι.
Ανάμεσα στους επιβάτες βρίσκονταν ο Κορνήλιος Καστοριάδης, ο Κώστας Αξελός, ο Κώστας Παπαϊωάννου, ο Νίκος Σβορώνος, ο Εμμανουήλ Κριαράς, η Μιμίκα Κρανάκη, η Νέλλη Ανδρικοπούλου, ο Μέμος Μακρής και δεκάδες ακόμη πρόσωπα που θα άφηναν ισχυρό αποτύπωμα στη φιλοσοφία, την ιστορία, τη λογοτεχνία και τις τέχνες.
Στο πλοίο επέβαιναν και 32 μέλη του παράνομου τότε ΚΚΕ, άνθρωποι που μετρούσαν τις ώρες μέχρι να εγκαταλείψουν μια χώρα όπου η ζωή τους κινδύνευε. Ταυτόχρονα, το Ματαρόα φιλοξενούσε και γόνους αστικών και μεγαλοαστικών οικογενειών, αποτυπώνοντας το εύρος και την πολυφωνία εκείνης της γενιάς.
Ο αποχωρισμός και η μνήμη
Η αναχώρηση δεν ήταν εύκολη. Η Μιμίκα Κρανάκη περιέγραψε αργότερα τη σκηνή στο λιμάνι του Πειραιά με λόγια που συμπυκνώνουν το δράμα της στιγμής: οι νέοι ταξίδευαν με σακίδια, μπόγους και καλάθια, ό,τι είχε μπορέσει να συγκεντρώσει η φτώχεια και η αγάπη όσων έμεναν πίσω, κουνώντας μαντήλια στην αποβάθρα.
Χρόνια αργότερα, η Νέλλη Ανδρικοπούλου θα μιλούσε για μια αδιέξοδη κατάσταση, για νέους ανθρώπους που δεν ήθελαν η ζωή τους να πάει χαμένη και για το θαύμα της φυγής, σε μια εποχή που τίποτα δεν ήταν δεδομένο.
Από την αβεβαιότητα στη δημιουργία
Το ταξίδι ήταν δύσκολο και γεμάτο κακουχίες. Στην Ιταλία, οι επιβάτες στοιβάχτηκαν σε βαγόνια τρένων, ενώ το μέλλον τους παρέμενε αβέβαιο. Το Παρίσι, αν και τραυματισμένο από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, εξακολουθούσε να λειτουργεί ως πνευματική μητρόπολη, σημείο αναφοράς για την ευρωπαϊκή διανόηση.
Το ρίσκο της παραμονής εκεί ήταν μικρότερο από το να μείνουν σε μια Ελλάδα ρημαγμένη από την Κατοχή και τις εμφύλιες συγκρούσεις. Και όπως αποδείχθηκε, η επιλογή αυτή άλλαξε την ιστορία.
Η ιστορική κληρονομιά του Ματαρόα
Το ταξίδι του Ματαρόα αναδείχθηκε εκ των υστέρων σε ιστορικό γεγονός. Πολλοί από τους επιβάτες του διαμόρφωσαν κρίσιμα ρεύματα σκέψης και τέχνης στον 20ό αιώνα, είτε επιστρέφοντας αργότερα στην Ελλάδα είτε παραμένοντας στο εξωτερικό. Το πλοίο δεν μετέφερε απλώς ανθρώπους, αλλά ιδέες, δυναμική και ένα μέλλον που διαφορετικά ίσως να είχε χαθεί.
Το Ματαρόα παραμένει μέχρι σήμερα ένα από τα πιο ισχυρά σύμβολα της πνευματικής εξορίας και ταυτόχρονα της επιβίωσης της ελληνικής διανόησης, ένα ταξίδι που ξεκίνησε μέσα στο σκοτάδι και άφησε πίσω του φως.