Πως ένα εργοστάσιο κατασκευής δίσκων πέρασε από την τοπική ανάπτυξη στην παγκοσμιοποίηση του
Του Άκη Έβενη
Αν δεν υπήρχαν οι DJs της Hip Hop και κάποιοι άλλοι καλλιτέχνες της ανεξάρτητης μουσικής σκηνής από Ευρώπη και Αμερική οι οποίοι επέμεναν να εκδίδονται τα έργα τους και σε δίσκους βινυλίου για λόγους καλλιτεχνικού κύρους, πολύ πιθανό το τελευταίο και μοναδικό εργοστάσιο στον πλανήτη για την χάραξη των δίσκων, στην Τσεχία, να μην υπήρχε. Έτσι, θα χανόταν μια ολόκληρη αλυσίδα τεχνογνωσίας γύρω από την κατασκευή δίσκων βινυλίου και ενδεχομένως να μιλάγαμε σήμερα μόνο για το παρελθόν αυτού του αναλογικού μέσου αποθήκευσης ηχητικού περιεχομένου.
Οι σοβαροί προβληματισμοί για την επιβίωση του Τσέχικου εργοστασίου Gramofonové Závody που εδρεύει στο Λοντένιτσε (Loděnice), ένα χωριό κοντά στην Πράγα, τέθηκαν την δεκαετία του 1980 όταν η ζήτηση δίσκων βινυλίου μειώθηκαν δραστικά λόγω της αγοραστικής ανόδου των Compact Disk. Έτσι, η διοίκηση της εταιρείας, αποφάσισε στη δεκαετία του 1990 να συνεχίσει με μια μικρή μονάδα παραγωγής την κατασκευή δίσκων βινυλίου με σκοπό να μείνει το τελευταίο εργοστάσιο σε λειτουργία στην Ευρώπη. Παράλληλα και σιγά σιγά, η εταιρεία, επεκτάθηκε και σε άλλους τομείς όπως της συσκευασίας προϊόντων, τις ψηφιακές μορφές αναπαραγωγής ηχητικού περιεχομένου σε CD, από το 1988 και εικόνας σε DVD, από το 2001. Εδώ να παρενθέσω ότι, το 1973, μετά από μια επιτυχημένη διετή δοκιμαστική περίοδο, η GZ ξεκίνησε τη μαζική παραγωγή κασετών. Αυτή η επέκταση ενίσχυσε τη θέση της εταιρείας στην διεθνή αγορά.
Τα πρώτα βήματα της μουσικής βιομηχανίας στην Τσεχία
Τα πρώτα καταστήματα δίσκων γραμμοφώνου στην Τσεχοσλοβακία ξεκινούν την 1η Ιανουαρίου 1927. Μια εταιρεία με έδρα την Πράγα, ιδιοκτησίας του Gustav Sušický (Γκούσταβ Σούσιτσκι), η οποία εμπορευόταν ηλεκτρικές συσκευές και ραδιοφωνικούς δέκτες σε τιμές λιανικής, άρχισε να πουλάει γραμμόφωνα «Avuston» τα οποία παράγονταν -τότε- από την λιγότερο γνωστή εταιρεία «Ultraphon» στο Άμστερνταμ. Το 1929, το υποκατάστημα της «Ultraphon», στο Βερολίνο, έκανε μια προσφορά στον Gustav Sušický να γίνει ο αποκλειστικός αντιπρόσωπος για την πώληση δίσκων γραμμοφώνου, των οποίων η παραγωγή είχε προγραμματιστεί εκείνη την εποχή. Έτσι ιδρύεται μια νέα εταιρεία, η «Ravitas», για τον σκοπό αυτό. Έως τότε, οι δίσκοι, με διεθνές ρεπερτόριο, εισάγονταν στα τσεχικά καταστήματα από το Βερολίνο. Αργότερα, θα εμφανίζονταν δίσκοι με τσεχική μουσική.

Δίσκοι κι ετικέτες των εταιρειών γραμμοφώνου στην Πράγα
Οι πρώτες τοπικές παραγωγές ηχογραφημάτων ξεκινούν στην Τσεχοσλοβακία, το 1929, από την εταιρεία «Ravitas» με την ετικέτα «Ultraphon» κι έναν κατάλογο ο οποίος διαθέτει πάνω από 3000 δίσκους γραμμοφώνου σε υλικό shellac με πρωτότυπη τσέχικη μουσική, κυρίως. Οι κύριοι μέτοχοι και διευθυντές της, ήταν ο František (Φράνσις) )και ο Jan Valentini. Λίγο αργότερα, το 1930, το πρώτο εργοστάσιο εκτύπωσης δίσκων γραμμοφώνου ιδρύεται στην Πράγα.
Στις 28 Νοεμβρίου 1931η γερμανική «Ultraphon» χρεοκοπεί και τα περιουσιακά στοιχεία της αγοράζονται από την «Ravitas», η οποία άρχισε το 1933 να λειτουργεί ως εκδοτική εταιρεία με την επωνυμία «Ultraphon». Η επακόλουθη κίνηση ήταν να κατοχυρώσει το εμπορικό σήμα «Ultraphon» για την Τσεχοσλοβακία και, για πρώτη φορά, το εμπορικό σήμα «Supraphon» για ολόκληρο τον κόσμο (εξαιρουμένων μερικών χωρών). Στόχος της εταιρείας ήταν να επικεντρωθεί στην εγχώρια μουσική και για αυτό συνεργάστηκε στενά με φημισμένα τσεχικά ιδρύματα και οργανισμούς. Στις δεκαετίες του 1930 και του 1940, οι δίσκοι «Supraphon» συνέβαλαν ιδιαίτερα στην προώθηση της τσεχικής κλασικής μουσικής στο εξωτερικό. Εκείνη την εποχή, ο εκτενής κατάλογος της εταιρείας περιλάμβανε δίσκους που καταλογογραφούσαν συστηματικά τα έργα των Bedřich Smetana (Μπέντριχ Σμέτανα), Antonín Dvořák (Αντονίν Ντβόρζακ), Leoš Janáček (Λέος Γιάνατσεκ) και άλλων Τσέχων μουσικοσυνθετών διεθνούς φήμης. Τα άλμπουμ ηχογραφήθηκαν από διακεκριμένους Τσέχους και ξένους καλλιτέχνες, σύνολα μουσικής δωματίου και ορχήστρες με επικεφαλής διάσημους μαέστρους.
Όμως, η εθνικοποίηση της πλειοψηφίας των επιχειρήσεων στην Τσεχοσλοβακία, μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, το 1946, οδήγησε στην καταστροφή του ανταγωνιστικού περιβάλλοντος. Οι δισκογραφικές εταιρείες «Ultraphon», «Esta» και άλλες, ενώθηκαν κάτω από το ίδιο εταιρικό καθεστώς. Τρία χρόνια αργότερα, η ιδρύεται η «Supraphon» ως ο εξαγωγικός κλάδος της εθνικής επιχείρησης Gramofonové Závody. Η GΖ ήλεγχε τα πάντα: Από την ανάπτυξη και την παραγωγή του υλικού για την έκδοση δίσκων, την ίδια την ηχογράφηση, έως τη διανομή και τη λιανική πώληση ηχογραφημάτων σε δίσκους. Ολόκληρη η ιδέα συμμορφωνόταν με την σύγχρονη τάση μιας εθνικής και σοσιαλιστικής οικονομίας και πολιτισμού, η οποία αποδείχθηκε ότι περιόριζε το εύρος των επιλογών.

Οι εγκαταστάσεις του εργοστασίου Gramofonové Závody, στο χωριό Loděnice όπως είναι σήμερα
Το 1948, οριστικοποιείται η απόφαση να συγκεντρωθούν όλες οι εταιρείες σε ένα κεντρικό σημείο του χωριού Loděnice στην περιφέρεια Beroun, τμήμα της σημερινής Κεντρικής Βοημικής Περιφέρειας της Τσεχικής Δημοκρατίας. Έτσι ιδρύεται η Gramofonové Závody στην κομμουνιστική Τσεχοσλοβακία στα τέλη της δεκαετίας του 1940 και παρά τον αναγκαστικό εθνικό έλεγχο όλων των επιχειρήσεων και της οικονομίας γενικότερα για 40 ολόκληρα χρόνια, η εταιρεία δε σταμάτησε την επέκταση των δραστηριοτήτων της.
Το εργοστάσιο για την παραγωγή δίσκων γραμμοφώνου, στήθηκε σε ένα παλιό υφαντουργείο το οποίο στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής μετατράπηκε σε εργοστάσιο κατασκευής εξαρτημάτων για πυραύλους. Σε αυτόν τον χώρο, τον Μάιο του 1951, κατασκευάστηκε, ο πρώτος δίσκος βινυλίου της εταιρείας (GZ). Μεταξύ των αρχικών κυκλοφοριών ήταν το έργο «Σλαβικοί Χοροί» του Τσέχου συνθέτη της ρομαντικής περιόδου, Αντονίν Ντβόρζακ (Antonín Dvořák), με την Τσεχική Φιλαρμονική Ορχήστρα, υπό τη διεύθυνση του διάσημου Βάτσλαβ Τάλιτς (Václav Talich). Η ηχογράφηση διήρκησε ένα τριήμερο, από 6 έως 8 Ιουλίου του 1950, στο Studio Domovina, στην Πράγα.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου 1970 έως 1980, η GZ προέβη σε εκτεταμένο εκσυγχρονισμό των τεχνολογιών παραγωγής της, εισάγοντας υπερσύγχρονο εξοπλισμό μεταγραφής και προηγμένες γραμμές παραγωγής. Αυτές οι στρατηγικές επενδύσεις διασφάλισαν βιώσιμη ανάπτυξη τόσο στην παραγωγή όσο και στην ποιότητα των προϊόντων.
Μετά την Βελούδινη επανάσταση του 1989, (μέρος ενός επαναστατικού κύματος το οποίο ξεκίνησε από την Πολωνία και οδήγησε στο τέλος της σοσιαλιστικής κυριαρχίας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη και πέραν αυτών) η GZ απέκτησε την ανεξαρτησία της και στράφηκε στρατηγικά προς τις δυτικές αγορές, σηματοδοτώντας την έναρξη μιας δυναμικής και ευημερούσας νέας εποχής για την εταιρεία.
Η παγκοσμιοποίηση της GZ Media

Πολλαπλές εκδόσεις του άλμπουμ του JohnLennon, «MINDGAMES»
Σήμερα, η GZ Media παράγει έως και καλλυντικά, αλλά η βασική επιχειρηματική δραστηριότητά της είναι οι δίσκοι και σε αυτόν τον τομέα θεωρείται η υπ’ αριθμόν 1 επιχείρηση παραγωγής δίσκων βινυλίου, του πλανήτη.
Το 2021, η εταιρία GZ Media, γιόρτασε τα 70 χρόνια παραγωγής βινυλίου. Η αναβίωση των δίσκων βινυλίου έδωσε στην GZ νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες και σημαντική αύξηση της παραγωγής. Μέχρι το 2015, είχε παράξει τον εντυπωσιακό αριθμό των 500 εκατομμυρίων δίσκων βινυλίου.
Σήμερα παράγει πάνω από 70 εκ. δίσκους βινυλίου ετησίως και προκειμένου να καλύψει την τεράστια ζήτηση λειτουργεί με τρία ακόμα εργοστάσια στις ΗΠΑ. Στην ψηφιακή εποχή, θεωρείται ο μεγαλύτερος παραγωγός στον κόσμο ενός αναλογικού μέσου αποθήκευσης ηχητικού περιεχομένου που πολλοί πίστευαν ότι ανήκει στο παρελθόν.
Μια απορία που εκκρεμεί
Έως σήμερα, ουδείς έχει εξηγήσει τους ακριβείς λόγους της κατακόρυφης ανόδου της ζήτησης δίσκων βινυλίου και κυρίως για το που εστιάζεται η υπεροχή του. Περισσότερα για το θέμα αυτό, σε άρθρο προσεχώς.
Πληροφορίες και φωτογραφίες από: Czech Centre Athens – Supraphon – GZ Media