Η υπερβολική ταχύτητα εξακολουθεί να αποτελεί έναν από τους πιο καθοριστικούς παράγοντες θανατηφόρων τροχαίων ατυχημάτων στην Ευρώπη. Σύμφωνα με στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του European Road Safety Observatory, περίπου το 30% των θανάτων από τροχαία συνδέεται άμεσα με την ταχύτητα.
Ένα ποσοστό που αποκαλύπτει ότι, παρά τις τεχνολογικές βελτιώσεις στα οχήματα και τις εκστρατείες ενημέρωσης, η ανθρώπινη συμπεριφορά παραμένει ο αδύναμος κρίκος της οδικής ασφάλειας.
Όταν το όριο δεν αρκεί
Η τήρηση του ορίου ταχύτητας δεν αποτελεί πάντα επαρκή εγγύηση ασφάλειας. Σε αρκετούς δρόμους, τα όρια έχουν καθοριστεί με βάση θεωρητικές προδιαγραφές και όχι τις πραγματικές συνθήκες: φθαρμένο οδόστρωμα, ανεπαρκής φωτισμός, κακές καιρικές συνθήκες ή αυξημένη κυκλοφορία. Σε τέτοιες περιπτώσεις, ακόμη και η «νόμιμη» ταχύτητα μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη.
Η ταχύτητα μειώνει τον χρόνο αντίδρασης, αυξάνει την απόσταση ακινητοποίησης και πολλαπλασιάζει τη σφοδρότητα μιας σύγκρουσης. Το αποτέλεσμα είναι ότι ένα λάθος, που υπό άλλες συνθήκες θα είχε μικρές συνέπειες, μετατρέπεται σε μοιραίο.
Γιατί οι οδηγοί πατούν γκάζι
Η Εθνική Υπηρεσία Ασφάλειας Οδικής Κυκλοφορίας των ΗΠΑ (NHTSA) έχει αναλύσει τους λόγους που ωθούν τους οδηγούς στην υπερβολική ταχύτητα και την επιθετική οδήγηση. Κεντρικό ρόλο παίζει η κυκλοφοριακή συμφόρηση: η αίσθηση εγκλωβισμού μέσα στην κίνηση συχνά μετατρέπεται σε θυμό, ανυπομονησία και επικίνδυνους ελιγμούς, όπως συχνές αλλαγές λωρίδας ή απότομες επιταχύνσεις.
Παράλληλα, ο σύγχρονος τρόπος ζωής εντείνει την πίεση του χρόνου. Πολλοί οδηγοί προσπαθούν να «κερδίσουν λεπτά» στον δρόμο για να προλάβουν υποχρεώσεις, μετατρέποντας την οδήγηση σε πεδίο άγχους και ανταγωνισμού.
Η ψευδαίσθηση της απομόνωσης
Ένας λιγότερο προφανής, αλλά κρίσιμος παράγοντας είναι η ψυχολογία της οδήγησης. Το αυτοκίνητο λειτουργεί ως κλειστός χώρος που απομονώνει τον οδηγό από το περιβάλλον. Μέσα στην καμπίνα, ο οδηγός μπορεί να αισθανθεί απλός παρατηρητής, αποκομμένος από τους υπόλοιπους χρήστες του δρόμου. Αυτή η αποστασιοποίηση μειώνει την ενσυναίσθηση και, σε ορισμένες περιπτώσεις, ενθαρρύνει επιθετικές συμπεριφορές που δύσκολα θα εκδηλώνονταν σε άμεση κοινωνική επαφή.
Επιθετική οδήγηση: εξαίρεση ή κανόνας;
Οι περισσότεροι οδηγοί δεν οδηγούν συστηματικά επιθετικά. Ωστόσο, περιστασιακά επεισόδια υπερβολικής ταχύτητας ή επικίνδυνων ελιγμών είναι συχνά, ειδικά όταν κάποιος βιάζεται ή εκνευρίζεται από αργή κυκλοφορία. Για μια μικρή μερίδα οδηγών, όμως, η επιθετική οδήγηση αποτελεί επαναλαμβανόμενο μοτίβο, με σοβαρές συνέπειες για την οδική ασφάλεια.
Πώς να αντιδράσουμε απέναντι στην επικίνδυνη συμπεριφορά
Η παρουσία ενός οδηγού που κινείται υπερβολικά γρήγορα δεν απειλεί μόνο τον ίδιο, αλλά και οδηγούς, πεζούς και ποδηλάτες γύρω του. Οι ειδικοί συνιστούν ψυχραιμία και αποφυγή αντιπαράθεσης. Αν κάποιος ζητά να προσπεράσει, ιδιαίτερα στην αριστερή λωρίδα, είναι προτιμότερο να του δοθεί χώρος. Η προσπάθεια «τιμωρίας» ή παρεμπόδισης μπορεί να κλιμακώσει την επικινδυνότητα.
Σε περιπτώσεις που ένας οδηγός ακολουθεί επίμονα ή επιχειρεί να εμπλέξει άλλους σε επικίνδυνη οδήγηση, η ασφαλής απομάκρυνση και η ειδοποίηση της αστυνομίας είναι η ενδεδειγμένη αντίδραση.
Η ταχύτητα ως συλλογικό ζήτημα
Η υπερβολική ταχύτητα δεν είναι απλώς ατομική επιλογή, αλλά συλλογικό πρόβλημα δημόσιας ασφάλειας. Η μείωση των τροχαίων θανάτων απαιτεί συνδυασμό αυστηρότερων ελέγχων, ρεαλιστικών ορίων ταχύτητας, καλύτερων υποδομών και –κυρίως– αλλαγή νοοτροπίας. Γιατί στον δρόμο, λίγα χιλιόμετρα την ώρα μπορούν να κάνουν τη διαφορά ανάμεσα στη ζωή και τον θάνατο.