Η επίθεση μη επανδρωμένου αεροσκάφους (UAV) σε πλοίο ξένης σημαίας εντός της περιοχής FIR και Έρευνας-Διάσωσης της Ελλάδας δεν αποτελεί μια τεχνική λεπτομέρεια χαμηλής πολιτικής. Αντιθέτως, αγγίζει τον πυρήνα της έννοιας της εθνικής κυριαρχίας, της συνέπειας στην εφαρμογή του διεθνούς δικαίου και της αξιοπιστίας των πάγιων ελληνικών θέσεων, ιδίως σε ό,τι αφορά τις παραβιάσεις στο Αιγαίο.
Το κρίσιμο ερώτημα δεν είναι ποια πλευρά του πολέμου Ρωσίας–Ουκρανίας θεωρείται πολιτικά ή ηθικά δικαιότερη, αλλά αν η Ελλάδα εφαρμόζει τους κανόνες που επικαλείται με ενιαίο, λογικό και νομικά συνεπή τρόπο.
Γιατί η υπόθεση του UAV δεν είναι μια ασήμαντη υπόθεση για την Ελλάδα
Η δημόσια συζήτηση που άνοιξε γύρω από το UAV, το οποίο φέρεται να χρησιμοποιήθηκε σε επίθεση κατά πλοίου σε περιοχή που εμπίπτει στο FIR Αθηνών και στη ζώνη Έρευνας και Διάσωσης της Ελλάδας, αποκάλυψε κάτι βαθύτερο από ένα μεμονωμένο περιστατικό. Ανέδειξε την τάση να αντιμετωπίζεται το διεθνές δίκαιο εργαλειακά, ανάλογα με το ποιος ενεργεί και ποιος πλήττεται. Όμως το διεθνές δίκαιο δεν προσαρμόζεται στις πολιτικές συμπάθειες. Είτε εφαρμόζεται με συνέπεια είτε χάνει την κανονιστική του ισχύ.
Η Ελλάδα, ιδίως λόγω της μακράς αντιπαράθεσης με την Τουρκία, έχει επενδύσει πολιτικά και διπλωματικά στη νομική επιχειρηματολογία. Αυτό σημαίνει ότι κάθε απόκλιση από τη συνεπή εφαρμογή της, ακόμη και σε φαινομενικά «δύσκολες» ή αμήχανες περιπτώσεις, επιστρέφει ως μπούμερανγκ.
Εθνικός εναέριος χώρος και FIR: δύο διαφορετικές έννοιες
Στην καρδιά της υπόθεσης βρίσκεται η διάκριση ανάμεσα στον εθνικό εναέριο χώρο και το FIR. Ο εθνικός εναέριος χώρος αποτελεί προέκταση της κρατικής κυριαρχίας και εκτείνεται πάνω από τα χωρικά ύδατα. Οποιαδήποτε πτήση, επανδρωμένη ή μη επανδρωμένη, χωρίς άδεια του παράκτιου κράτους συνιστά ευθεία παραβίαση κυριαρχίας και άρα παραβίαση του διεθνούς δικαίου.
Το FIR, από την άλλη πλευρά, δεν είναι περιοχή κυριαρχίας αλλά περιοχή ευθύνης για την ασφάλεια της εναέριας κυκλοφορίας, όπως αυτή ορίζεται από τον ICAO. Παρ’ όλα αυτά, η Ελλάδα έχει διαχρονικά υιοθετήσει τη θέση ότι η είσοδος στο FIR Αθηνών χωρίς υποβολή σχεδίου πτήσης συνιστά σοβαρή παράβαση, ακριβώς γι’ αυτό και προβαίνει σε αναχαιτίσεις τουρκικών αεροσκαφών. Αυτή η πάγια πρακτική έχει αποκτήσει χαρακτήρα θεμελιώδους επιχειρήματος στην ελληνική διπλωματία.
Τίθεται ζήτημα παραβίασης εθνικού εναέριου χώρου;
Εάν το UAV διήλθε από τον εθνικό εναέριο χώρο της Ελλάδας χωρίς άδεια, τότε το νομικό πλαίσιο είναι σαφές και αδιαμφισβήτητο. Πρόκειται για παραβίαση της ελληνικής κυριαρχίας. Στο σημείο αυτό δεν χωρούν πολιτικοί συμψηφισμοί ούτε γεωπολιτικές δικαιολογίες. Το ίδιο ακριβώς επιχείρημα που προβάλλεται απέναντι στις τουρκικές παραβιάσεις οφείλει να ισχύσει έναντι οποιουδήποτε άλλου δρώντα.
Η αποσιώπηση ή η υποβάθμιση ενός τέτοιου γεγονότος δεν είναι ουδετερότητα· είναι έμμεση αποδοχή. Και αυτή η αποδοχή αποδυναμώνει τη θέση της χώρας σε κάθε διεθνές φόρουμ όπου επικαλείται το διεθνές δίκαιο για να προστατεύσει τα κυριαρχικά της δικαιώματα.
Η περίπτωση του FIR και η αυτοακύρωση των επιχειρημάτων
Αν, αντιθέτως, το UAV δεν παραβίασε τον εθνικό εναέριο χώρο αλλά κινήθηκε εντός του FIR Αθηνών χωρίς να έχει υποβάλει σχέδιο πτήσης, τότε προκύπτει ένα εξίσου σοβαρό ζήτημα συνέπειας. Η Ελλάδα δεν μπορεί να αναχαιτίζει συστηματικά τουρκικά αεροσκάφη για αυτόν ακριβώς τον λόγο και ταυτόχρονα να επιδεικνύει ανοχή σε παρόμοια συμπεριφορά τρίτων.
Σε αυτή την περίπτωση, το πρόβλημα δεν είναι η τυπική διάκριση μεταξύ κυριαρχίας και ευθύνης, αλλά η πολιτική και νομική συνέπεια. Η επιλεκτική εφαρμογή των κανόνων οδηγεί αναπόφευκτα στην αποδόμηση των ίδιων των ελληνικών θέσεων, ιδίως στο Αιγαίο.
Το κρίσιμο ερώτημα της άδειας και της διαφάνειας
Υπάρχει, βεβαίως, και το ενδεχόμενο το UAV να είχε υποβάλει σχέδιο πτήσης και να είχε λάβει άδεια από τις ελληνικές αρχές. Σε αυτή την περίπτωση, το βάρος μεταφέρεται εξ ολοκλήρου στην κυβέρνηση. Η διαφάνεια δεν είναι πολιτική πολυτέλεια αλλά θεσμική υποχρέωση, ιδίως όταν εμπλέκεται πλοίο ξένης σημαίας, όπως του Ομάν, και όταν υπάρχει σύνδεση με εμπόλεμες περιοχές ή χώρες.
Η σιωπή σε τέτοιες περιπτώσεις δεν προστατεύει την εθνική ασφάλεια· δημιουργεί υποψίες και αποδυναμώνει την αξιοπιστία της κρατικής διαχείρισης.
Η απογείωση από πλοίο και το ζήτημα της ευθύνης
Ακόμη και αν το UAV απογειώθηκε από πλοίο διαφορετικό του τάνκερ ή από φορέα εκτός χωρικών υδάτων, το νομικό ζήτημα δεν αλλάζει εφόσον η πτήση του εξελίχθηκε εντός του FIR ή πάνω από τον εθνικό εναέριο χώρο. Η προέλευση ή η πλατφόρμα εκτόξευσης δεν αναιρεί τις υποχρεώσεις σεβασμού των κανόνων πτήσης και της περιοχής ευθύνης.
Η δήλωση ευθύνης και η υποχρέωση θεσμικής αντίδρασης
Η υπόθεση περιπλέκεται ακόμη περισσότερο από το γεγονός ότι η Ουκρανία φέρεται να δήλωσε πως ευθύνεται για την επίθεση. Εάν αυτό ισχύει, τότε η Ελλάδα έχει σαφή υποχρέωση να αντιδράσει θεσμικά. Η αντίδραση αυτή δεν συνιστά εχθρική πράξη ούτε πολιτική αποστασιοποίηση. Είναι στοιχειώδης άσκηση κυριαρχικών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων.
Το ίδιο ακριβώς θα όφειλε να πράξει η χώρα και στην αντίστροφη περίπτωση, αν δηλαδή η Ρωσία προχωρούσε σε αντίστοιχες ενέργειες εντός περιοχών ελληνικής ευθύνης.
Οι νάρκες limpet και το ζήτημα της εθνικής ευθύνης
Ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτούν και οι υπόνοιες για τοποθέτηση ναρκών τύπου limpet σε πλοία ελληνικής σημαίας ή ελληνικών συμφερόντων σε ξένα λιμάνια. Τα πλοία αυτά κινδύνευσαν σοβαρά, με πραγματικό ενδεχόμενο απώλειας ανθρώπινων ζωών και περιουσίας. Παρ’ όλα αυτά, δεν υπήρξε ουσιαστική δημόσια έρευνα ούτε επαρκής ενημέρωση.
Εδώ δεν πρόκειται για διεθνή διπλωματία, αλλά για άσκηση εθνικής ευθύνης απέναντι σε μέσα που αποτελούν προέκταση της κρατικής κυριαρχίας.
Το περιβαλλοντικό διακύβευμα και η Έρευνα-Διάσωση
Αν το τάνκερ που δέχθηκε την επίθεση ήταν έμφορτο, οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι καταστροφικές για το θαλάσσιο περιβάλλον. Η περιοχή FIR συμπίπτει με τη ζώνη ευθύνης της Ελλάδας για Έρευνα και Διάσωση, γεγονός που συνεπάγεται υποχρεώσεις συνδρομής και πρόληψης κινδύνων. Το περιβαλλοντικό σκέλος δεν είναι υποσημείωση αλλά κεντρικό στοιχείο της υπόθεσης.
Κυρώσεις, σκιώδης στόλος και ελληνική αξιοπιστία
Η Ελλάδα έχει ταχθεί υπέρ της αυστηρής εφαρμογής των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, ιδίως σε ό,τι αφορά τη μεταφορά πετρελαίου από τον λεγόμενο σκιώδη στόλο. Η στάση αυτή προϋποθέτει συνέπεια. Δεν μπορεί να υπάρχει ανοχή στη διέλευση ή την αγκυροβόληση τέτοιων πλοίων σε ελληνικά ύδατα χωρίς να υπονομεύεται η ίδια η πολιτική των κυρώσεων.
Η συνορεύουσα ζώνη ως εργαλείο κυριαρχίας
Σε αυτό το πλαίσιο, η εγκαθίδρυση συνορεύουσας ζώνης έως τα 24 ναυτικά μίλια αποκτά ιδιαίτερη σημασία. Πρόκειται για πρόβλεψη του διεθνούς δικαίου που θα παρείχε στη χώρα διευρυμένες αρμοδιότητες επιβολής του νόμου πέραν των χωρικών υδάτων. Δεν είναι κίνηση κλιμάκωσης, αλλά θεσμική θωράκιση.
Τι οφείλει να πράξει η Ελλάδα στο μέλλον
Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει τι θα πράξει η Ελλάδα αν στο μέλλον υπάρξουν παρόμοιες ενέργειες, είτε από τη Ρωσία είτε από οποιονδήποτε άλλον δρώντα, εντός περιοχών ελληνικής ευθύνης. Η απάντηση δεν μπορεί να είναι περιστασιακή. Οφείλει να στηρίζεται σε σταθερές αρχές και στην προστασία της νομιμότητας.
Πλοία ελληνικής σημαίας και κρατική ευθύνη
Τα πλοία που φέρουν ελληνική σημαία αποτελούν κινούμενη εθνική κυριαρχία. Υπόκεινται στο ελληνικό δίκαιο και προστατεύονται από το ελληνικό κράτος. Η προσβολή τους, με οποιονδήποτε τρόπο, δεν είναι ιδιωτική υπόθεση αλλά ζήτημα δημόσιας τάξης και εθνικής κυριαρχίας.
Η (α)συνέπεια ως εθνική στρατηγική
Η υπόθεση του UAV λειτουργεί ως καθρέφτης της συνέπειας της ελληνικής πολιτείας. Αν η Ελλάδα θέλει να επικαλείται το διεθνές δίκαιο και να στηρίζει την εξωτερική της πολιτική στη νομική επιχειρηματολογία, τότε οφείλει να το εφαρμόζει χωρίς εξαιρέσεις. Μόνο έτσι η υπεράσπιση της κυριαρχίας παύει να είναι ρητορική και μετατρέπεται σε ουσιαστική εθνική στρατηγική.