Οι Ευρωπαίοι ηγέτες συμφώνησαν τις πρώτες πρωινές ώρες της Παρασκευής να συνεχίσουν τη χρηματοδότηση της Ουκρανίας για δύο ακόμη χρόνια, εγκρίνοντας δάνειο ύψους 90 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2026–2027.
Η απόφαση ελήφθη έπειτα από μαραθώνια συνεδρίαση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις Βρυξέλλες και καταγράφηκε στα επίσημα συμπεράσματα της συνόδου, σηματοδοτώντας μια κρίσιμη αλλά και πολιτικά σύνθετη επιλογή της Ευρωπαϊκής Ένωσης εν μέσω πολέμου και γεωπολιτικών ανακατατάξεων.
Παρότι οι «27» δεν κατόρθωσαν να συμφωνήσουν στη χρήση των παγωμένων ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων ως άμεση εγγύηση για το δάνειο, Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έσπευσαν να χαρακτηρίσουν τη συμφωνία επιτυχία, καθώς διασφαλίζει τη ρευστότητα του Κιέβου σε μια περίοδο όπου τα διαθέσιμα κεφάλαια στερεύουν.
Δανεισμός από τις αγορές και ενισχυμένη συνεργασία
Σύμφωνα με τα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, τα 90 δισ. ευρώ θα αντληθούν μέσω δανεισμού της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης από τις κεφαλαιαγορές, με την υποστήριξη του κοινοτικού προϋπολογισμού. Το μοντέλο παραπέμπει στον κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό που εφαρμόστηκε κατά την πανδημία, επιβεβαιώνοντας τη μετατόπιση της ΕΕ προς πιο συλλογικά χρηματοδοτικά εργαλεία σε περιόδους κρίσης.
Η χρηματοδότηση θα βασιστεί στον μηχανισμό της «ενισχυμένης συνεργασίας» (Άρθρο 20 ΣΕΕ), γεγονός που σημαίνει ότι οποιαδήποτε χρήση πόρων του προϋπολογισμού της Ένωσης ως εγγύηση δεν θα έχει οικονομικές επιπτώσεις για κράτη-μέλη όπως η Τσεχία, η Ουγγαρία και η Σλοβακία, τα οποία έχουν εκφράσει επιφυλάξεις για τη μακροπρόθεσμη στήριξη προς την Ουκρανία.
Το αδιέξοδο με τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία
Το αρχικό και ιδιαίτερα φιλόδοξο σχέδιο προέβλεπε τη χρήση των παγωμένων ρωσικών κρατικών περιουσιακών στοιχείων στην Ευρώπη —ύψους περίπου 210 δισ. ευρώ— ως εγγύηση για το δάνειο. Ωστόσο, το σχέδιο αυτό εγκαταλείφθηκε, καθώς οι Ευρωπαίοι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε κοινή γραμμή, με τον κίνδυνο να εμφανιστεί η Ένωση διχασμένη σε μια κρίσιμη συγκυρία.
Καθοριστικό ρόλο έπαιξε η στάση του Βελγίου, όπου φυλάσσεται το μεγαλύτερο μέρος των παγωμένων ρωσικών κεφαλαίων. Το Βέλγιο παρέμεινε δύσπιστο μέχρι την τελευταία στιγμή, εκφράζοντας φόβους ότι θα μπορούσε να βρεθεί εκτεθειμένο σε ρωσικά νομικά ή πολιτικά αντίποινα. Οι εγγυήσεις που ζήτησε για να προστατευθεί από αυτόν τον κίνδυνο κρίθηκαν υπερβολικές από άλλα κράτη-μέλη, με αποτέλεσμα να μην υπάρξει συμφωνία.
Η ιδέα θεωρούνταν εξαρχής ριψοκίνδυνη, καθώς η Ρωσία έχει ήδη κινηθεί νομικά, υποστηρίζοντας ότι η χρήση των περιουσιακών της στοιχείων συνιστά παράνομη κατάσχεση.
«Θα καλύψει τις επείγουσες ανάγκες της Ουκρανίας»
Παρά την εγκατάλειψη του σχεδίου για άμεση εγγύηση από τα παγωμένα assets, η συμφωνία χαιρετίστηκε ως κρίσιμη ανάσα για το Κίεβο. «Αυτό θα καλύψει τις επείγουσες χρηματοδοτικές ανάγκες της Ουκρανίας», δήλωσε ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Αντόνιο Κόστα, σε συνέντευξη Τύπου νωρίς το πρωί στις Βρυξέλλες.
Ο ίδιος τόνισε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση διατηρεί το δικαίωμα να χρησιμοποιήσει στο μέλλον τα παγωμένα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία. Υπενθύμισε, μάλιστα, ότι την προηγούμενη εβδομάδα οι ευρωπαϊκές χώρες έλαβαν μέτρα ώστε τα συγκεκριμένα κεφάλαια να παραμείνουν παγωμένα επ’ αόριστον.
Αποπληρωμή μόνο μετά τις πολεμικές αποζημιώσεις
Στα συμπεράσματα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου επισημαίνεται ότι η Ουκρανία δεν θα κληθεί να αποπληρώσει το δάνειο, παρά μόνο εφόσον η Ρωσία καταβάλει πολεμικές αποζημιώσεις. Μέχρι τότε, τα ρωσικά περιουσιακά στοιχεία θα παραμένουν ακινητοποιημένα και η ΕΕ επιφυλάσσεται του δικαιώματός της να τα χρησιμοποιήσει για την αποπληρωμή, σε πλήρη συμφωνία με το ενωσιακό και το διεθνές δίκαιο.
Η ρήτρα αυτή αποσκοπεί στο να περιορίσει το βάρος για τον ουκρανικό προϋπολογισμό, αλλά και να στείλει ένα πολιτικό μήνυμα προς τη Μόσχα ότι το οικονομικό κόστος του πολέμου δεν έχει ακόμη κλείσει.
Κρίσιμη συγκυρία και γεωπολιτικά μηνύματα
Η χρηματοδοτική απόφαση έρχεται σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή για την Ουκρανία, η οποία διαπραγματεύεται όρους ειρήνης με τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ αντιμετωπίζει σοβαρό πρόβλημα ρευστότητας από το 2026 και μετά. Ευρωπαίοι αξιωματούχοι παρουσίασαν τη συμφωνία ως ευκαιρία να αποδείξει η ΕΕ ότι παραμένει ισχυρός γεωπολιτικός παίκτης και αξιόπιστος εταίρος του προέδρου Βολοντίμιρ Ζελένσκι.
Την ίδια στιγμή, οι Ευρωπαίοι επιδιώκουν να έχουν λόγο στον τρόπο με τον οποίο θα τερματιστεί ο μεγαλύτερος πόλεμος που έχει γνωρίσει η ήπειρος τα τελευταία 80 χρόνια, σε ένα περιβάλλον όπου ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Ντόναλντ Τραμπ, και το Κρεμλίνο έχουν συχνά αφήσει την Ευρώπη εκτός των κεντρικών διαπραγματεύσεων.
Τα θεσμικά όρια και το πολιτικό κόστος
Οι εβδομάδες άκαρπων διαπραγματεύσεων για τη χρήση των παγωμένων ρωσικών περιουσιακών στοιχείων ενδέχεται να ενισχύσουν την εικόνα μιας Ευρωπαϊκής Ένωσης με δυσκίνητη δομή και πολλαπλές, συχνά αντικρουόμενες φωνές. Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι, ο οποίος βρέθηκε στις Βρυξέλλες και συναντήθηκε με Ευρωπαίους ηγέτες, χαρακτήρισε τη χρήση των παγωμένων assets «μία από τις πιο ξεκάθαρες και ηθικά δικαιολογημένες αποφάσεις που θα μπορούσαν ποτέ να ληφθούν».
Η κατάρρευση του αρχικού σχεδίου θεωρείται πολιτικό πλήγμα τόσο για τον Γερμανό καγκελάριο Φρίντριχ Μερτς όσο και για την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, που το είχαν υποστηρίξει θερμά.
Παρά ταύτα, οι ηγέτες επέμειναν ότι η εναλλακτική λύση εξυπηρετεί τον στρατηγικό στόχο. «Αυτό είναι ένα αποφασιστικό μήνυμα για τον τερματισμό του πολέμου», δήλωσε ο Φρίντριχ Μερτς. «Ο Πούτιν θα κάνει παραχωρήσεις μόνο όταν συνειδητοποιήσει ότι ο πόλεμός του δεν αποδίδει».
Σε κάθε περίπτωση, το δάνειο των 90 δισ. ευρώ αποτυπώνει τόσο τη βούληση της Ευρώπης να συνεχίσει τη στήριξη προς την Ουκρανία όσο και τα όρια της ενότητάς της, σε μια σύγκρουση που συνεχίζει να δοκιμάζει τις αντοχές, τις διαδικασίες και τις φιλοδοξίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.