Η συζήτηση γύρω από την πιθανή δημιουργία πολιτικού κόμματος από τη Μαρία Καρυστιανού δεν άφησε ανεπηρέαστο τον ίδιο τον Σύλλογο Συγγενών Θυμάτων του δυστυχήματος των Τεμπών.
Αντιθέτως, προκάλεσε ένα σαφές και δημόσιο ρήγμα, με μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου να παίρνουν αποστάσεις και να διαχωρίζουν τη θέση τους από κάθε εμπλοκή με την κομματική πολιτική. Το μήνυμα που εκπέμπεται είναι ξεκάθαρο: ο συλλογικός αγώνας για δικαιοσύνη δεν ταυτίζεται με προσωπικές πολιτικές επιλογές.
Η δημόσια αποστασιοποίηση τεσσάρων μελών του ΔΣ
Τέσσερα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Συλλόγου, ανάμεσά τους και ο αντιπρόεδρος Παύλος Ασλανίδης, προχώρησαν σε κοινή δήλωση, με την οποία διαχωρίζουν ρητά τη θέση τους από τη φημολογία και τη δημόσια συζήτηση που αναπτύχθηκε το τελευταίο διάστημα γύρω από τη δημιουργία «Κινήματος – Κόμματος». Όπως τονίζουν, οι σχετικές πρωτοβουλίες δεν αποτέλεσαν αντικείμενο συλλογικής συζήτησης ή απόφασης του ΔΣ και δεν εκφράζουν τον Σύλλογο.
Η παρέμβαση αυτή έρχεται λίγες ώρες μετά τις δηλώσεις της Μαρίας Καρυστιανού, με τις οποίες επιβεβαίωσε ότι το ενδεχόμενο ίδρυσης κόμματος παραμένει ανοικτό, αποκλείοντας πάντως συνεργασία με τον Αλέξη Τσίπρα. Η χρονική συγκυρία προσδίδει στη δήλωση των μελών του ΔΣ ιδιαίτερη πολιτική και θεσμική βαρύτητα.
«Δεν μας αφορά η εμπλοκή με την πολιτική»
Στο επίκεντρο της ανακοίνωσης βρίσκεται μια φράση που συνοψίζει τη στάση τους: «Δεν μας αφορά η εμπλοκή με την πολιτική». Οι υπογράφοντες ξεκαθαρίζουν ότι οι ενέργειες της προέδρου είναι προσωπικές επιλογές, για τις οποίες δεν είχαν καμία ενημέρωση, συμμετοχή ή γνώση, ούτε ως προς τους πιθανούς «συνεργάτες» ή τα επιτελεία που φέρονται να συγκροτούνται.
Ο διαχωρισμός αυτός δεν είναι τυπικός. Είναι βαθιά πολιτικός με την ουσιαστική έννοια του όρου, καθώς επιχειρεί να προστατεύσει τον Σύλλογο από την ταύτιση με κομματικές διεργασίες που, όπως υπογραμμίζουν, δεν έχουν καμία σχέση με τον ιδρυτικό του σκοπό.
Η πρόθεση της Μαρίας Καρυστιανού να στηρίξει –και ενδεχομένως να συμβάλει στη συγκρότηση– ενός νέου πολιτικού φορέα «ενάντια στη διαφθορά» ξεκαθαρίζει το τοπίο ως προς τις προσωπικές της επιλογές, αλλά ταυτόχρονα ανοίγει μια βαθιά και δύσκολα αναστρέψιμη ρωγμή στο εσωτερικό του Συλλόγου Συγγενών Θυμάτων του δυστυχήματος των Τεμπών. Η κίνηση αυτή, που η ίδια παρουσίασε δημόσια την Τρίτη 16 Δεκεμβρίου, δεν λειτουργεί ως ενωτικός καταλύτης, αλλά ως παράγοντας τριγμών, προκαλώντας ανοιχτή αποστασιοποίηση μελών του Διοικητικού Συμβουλίου.
Το πολιτικό στίγμα Καρυστιανού και οι «άφθαρτοι» εκτός συστήματος
Μιλώντας στην εκπομπή «Αποκαλύψεις» του ΑΝΤ1, η Μαρία Καρυστιανού έθεσε το ιδεολογικό και πολιτικό πλαίσιο της επόμενης ημέρας. Περιέγραψε μια «συλλογική κίνηση πολιτών», η οποία –όπως τόνισε– δεν θα έχει επικεφαλής διορισμένους από πάνω, ούτε πρόσωπα προερχόμενα από το υπάρχον κομματικό σύστημα.
«Δεν θα αυτοπροταθώ ως ηγέτης. Το ίδιο το κίνημα θα υποδείξει ποιον θέλει αρχηγό. Δεν θέλουμε πολιτικά πρόσωπα, αλλά άφθαρτους», ανέφερε χαρακτηριστικά, επιμένοντας στην ανάγκη πλήρους ρήξης με το «παλαιό πολιτικό σύστημα».
Η ίδια δεν έκρυψε ότι βλέπει τη μετεξέλιξη της κοινωνικής αγανάκτησης σε πολιτικό φορέα ως πιθανή και επιθυμητή κατάληξη, εφόσον –όπως είπε– τηρηθούν «πολύ υψηλά και αυστηρά στάνταρντ».
«Η διαφθορά σκότωσε το παιδί μου» – από την τραγωδία στην πολιτική πρόταση
Η πιο βαριά πολιτικά και συναισθηματικά φράση της παρέμβασής της ήταν αυτή που συνέδεσε ευθέως την τραγωδία των Τεμπών με τη διαφθορά: «Η διαφθορά σκότωσε το παιδί μου». Με αυτή τη φράση, η Μαρία Καρυστιανού επιχείρησε να μετατρέψει τον προσωπικό και συλλογικό πόνο σε πολιτικό κατηγορητήριο και, ταυτόχρονα, σε πολιτικό πρόταγμα.
Δήλωσε ανοιχτά ότι θα στηρίξει ενεργά αυτή την προσπάθεια και θα συμβάλει στην οργάνωσή της, ώστε –αν πληρούνται οι προϋποθέσεις– να εξελιχθεί σε κόμμα, προσφέροντας «μια υγιή και καινούρια επιλογή» στους πολίτες.
Η κάθετη διάψευση από τον Σύλλογο: «Προσωπικές επιλογές, όχι συλλογική γραμμή»
Αυτή ακριβώς η μετατόπιση προς το πεδίο της πολιτικής ήταν που προκάλεσε την ανοιχτή αντίδραση στο εσωτερικό του Συλλόγου. Τέσσερα μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου, ανάμεσά τους και ο αντιπρόεδρος Παύλος Ασλανίδης, εξέδωσαν ανακοίνωση-καταπέλτη, διαχωρίζοντας «κάθετα» τη θέση τους από την πρόεδρο.
Το μήνυμα είναι σαφές και χωρίς γκρίζες ζώνες: οι κινήσεις αυτές είναι «προσωπικές επιλογές» της Μαρίας Καρυστιανού, δεν αποτέλεσαν αντικείμενο συλλογικής συζήτησης, δεν εγκρίθηκαν από το ΔΣ και δεν εκφράζουν τον Σύλλογο.
«Δεν είχαμε καμία ενημέρωση, καμία ανάμειξη και δεν γνωρίζουμε ούτε τους “συνεργάτες” ούτε τα “επιτελεία” που κατά καιρούς έχουν αναφερθεί», τονίζουν, βάζοντας θεσμικό φρένο σε κάθε απόπειρα ταύτισης του Συλλόγου με πολιτικές διεργασίες.
«Δεν μας αφορά η εμπλοκή με την πολιτική»
Η φράση-κλειδί της ανακοίνωσης δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνειών: «Δεν μας αφορά η εμπλοκή με την πολιτική». Τα μέλη του ΔΣ επαναβεβαιώνουν ότι ο Σύλλογος έχει έναν και μόνο σκοπό: την αποκάλυψη όλων των πλευρών του εγκλήματος των Τεμπών και την τιμωρία όλων των υπευθύνων, «όσο ψηλά και αν βρίσκονται».
Η συγκυρία, μάλιστα, καθιστά –κατά τους ίδιους– την πολιτική ουδετερότητα ακόμη πιο κρίσιμη, καθώς πλησιάζει η έναρξη της δίκης. Όπως επισημαίνουν, η μάχη πρέπει να δοθεί «με τους καλύτερους δυνατούς όρους», απέναντι σε κενά της ανάκρισης, προσπάθειες συγκάλυψης και μια κυβερνητική αφήγηση που –κατά την άποψή τους– επιχειρεί να «κάνει το μαύρο άσπρο».
Αιχμές κατά Φλωρίδη και καταγγελίες για κυβερνητικές παρεμβάσεις
Η ανακοίνωση των μελών του ΔΣ αποκτά έντονο πολιτικό φορτίο, όταν περνά σε ευθείες αιχμές κατά της κυβέρνησης και ειδικά του υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Φλωρίδη. Τον κατηγορούν ότι παρεμβαίνει στο έργο της Δικαιοσύνης «χωρίς στοιχεία», παραβιάζοντας ακόμη και τα προσχήματα του θεσμικού του ρόλου.
Σε αυτό το πλαίσιο, δηλώνουν ότι οι συγγενείς των θυμάτων έχουν απέναντί τους «όλο τον κυβερνητικό μηχανισμό» και γι’ αυτό θέτουν ως αδιαπραγμάτευτο στόχο την πλήρη ανάδειξη των ενόχων και των διαχρονικών αιτιών που οδήγησαν στο έγκλημα.
Καρυστιανού και δίκη: καταγγελίες για «στενό πλαίσιο» και ελλιπές κατηγορητήριο
Παράλληλα με την πολιτική συζήτηση, η Μαρία Καρυστιανού επανήλθε με σφοδρές καταγγελίες για τη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης. Δήλωσε απογοητευμένη από τη δίκη που ξεκινά τον Μάρτιο, υποστηρίζοντας ότι το κατηγορητήριο δεν περιλαμβάνει κρίσιμες πτυχές, όπως την πυρόσφαιρα και την απανθράκωση των θυμάτων.
«Η κόρη μου κάηκε ζωντανή και δεν υπάρχει καμία κατηγορία γι’ αυτό», είπε, στρέφοντας το βλέμμα της προς την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία, την οποία κατηγόρησε ότι δεν έλεγξε τις πολιτικές ευθύνες για τη σύμβαση 717.
Κατά την ίδια, η υπόθεση οδηγείται σε μια δίκη «κομμένη και ραμμένη» σε στενό πλαίσιο, με λίγες κατηγορίες και λίγους κατηγορούμενους, «όπως βόλευε την κυβέρνηση».
Ένας αγώνας σε κρίσιμο σταυροδρόμι
Το ρήγμα που καταγράφεται δεν είναι απλώς οργανωτικό. Είναι βαθιά πολιτικό και ηθικό. Από τη μία, η πρόεδρος του Συλλόγου επιχειρεί να μετατρέψει την κοινωνική οργή σε πολιτικό σχέδιο. Από την άλλη, μέλη του ΔΣ προειδοποιούν ότι η κομματικοποίηση του αγώνα απειλεί να αλλοιώσει τον χαρακτήρα του και να υπονομεύσει τη συλλογική διεκδίκηση δικαιοσύνης.
Το ερώτημα που πλέον αιωρείται δεν αφορά μόνο την τύχη ενός πιθανού νέου πολιτικού φορέα, αλλά το αν ο αγώνας για τα Τέμπη μπορεί να παραμείνει ενιαίος, καθαρός και αλώβητος, σε μια χώρα όπου η πολιτική συχνά καταπίνει ακόμη και τα πιο αυθεντικά αιτήματα δικαιοσύνης.