Στις 13 Δεκεμβρίου 1967 εκδηλώθηκε το βασιλικό στρατιωτικό κίνημα που έμεινε στην ιστορία ως ένα από τα πιο αποτυχημένα επεισόδια της σύγκρουσης εξουσίας ανάμεσα στον Κωνσταντίνο Β΄ και τη χούντα των συνταγματαρχών. Η απόπειρα κατέρρευσε μέσα σε λίγες ώρες, αφήνοντας πίσω της μια δικτατορία ισχυρότερη και έναν βασιλιά εξόριστο.
Την άνοιξη του 1967, την ώρα που οι συνταγματάρχες ετοίμαζαν το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, ο Κωνσταντίνος προετοίμαζε τη δική του εκδοχή στρατιωτικής επιβολής, αυτή τη φορά με την ηγεσία των ανώτατων αξιωματικών. Την πρώτη φορά επεδίωξε χούντα σε συνθήκες τυπικής αστικής δημοκρατίας· τη δεύτερη, επιχείρησε να ανατρέψει μια δικτατορία που τον είχε προλάβει.
Η επιβολή της απριλιανής δικτατορίας δεν τον εξόργισε για δημοκρατικούς λόγους, αλλά επειδή περιόρισε τα βασιλικά του προνόμια και αποκάλυψε την αδυναμία του να ελέγξει τις εξελίξεις. Βρέθηκε «καπελωμένος» από μια χούντα που δεν ήταν δική του.
Η νομιμοποίηση της δικτατορίας από τον θρόνο
Με «βαριά καρδιά» –και εμφανή ζήλια– ο Κωνσταντίνος ορκίζει την κυβέρνηση των συνταγματαρχών, προσφέροντάς της κρίσιμη διεθνή νομιμοποίηση. Ο ξένος Τύπος είναι σαφής:
Οι Financial Times γράφουν ότι «ο βασιλιάς ταυτίστηκε με το πραξικόπημα», το BBC ότι «συνέδεσε τη μοναρχία με το πραξικόπημα», ενώ η Le Monde σημειώνει πως «ενέκρινε δημόσια το στρατιωτικό καθεστώς».
Το σχέδιο της 13ης Δεκεμβρίου
Αφού ξεπερνά τον αρχικό αιφνιδιασμό, ο βασιλιάς αναζητά συμμάχους στον στρατό, όπου εξακολουθούν να υπάρχουν φιλοβασιλικά στελέχη. Με τις κρίσεις αξιωματικών να πλησιάζουν και τον κίνδυνο αποστράτευσης των υποστηρικτών του, αποφασίζει να κινηθεί.
Το σχέδιο είναι πρόχειρο: μετάβαση στη Βόρεια Ελλάδα, που θεωρεί προπύργιό του, και κάλεσμα προς το στράτευμα. Αντί για τη Θεσσαλονίκη, όμως, καταλήγει στην απομονωμένη Καβάλα, όπου τον υποδέχεται μόνο ο στρατηγός Κεχαγιάς, αιφνιδιασμένος από την παρουσία του.
Ένα διάγγελμα χωρίς ακροατήριο
Από την Καβάλα απευθύνει διάγγελμα που ακούει ελάχιστος κόσμος. Μιλά για «επιστροφή στη δημοκρατική ομαλότητα», εννοώντας αυστηρή καταστολή, «απαγόρευση της καταχρήσεως των ελευθεριών» και μόνιμο αποκλεισμό της αριστεράς: «ουδεμία συνεννόηση θα υπάρξει με τους κομμουνιστάς».
Το πρόβλημα, ωστόσο, δεν είναι μόνο η αριστερά. Ο Κωνσταντίνος αποτυγχάνει να συνεννοηθεί ακόμη και με τους αξιωματικούς που υποτίθεται ότι θα ανέτρεπαν τη χούντα. Η ψυχρή υποδοχή στην Κομοτηνή τού δείχνει ότι το παιχνίδι έχει χαθεί.
Από το αντι-πραξικόπημα στην κωμωδία
Οι μόνες δυνάμεις που κινητοποιούνται είναι το Ναυτικό, που ξεκινά από την Κρήτη, και μερικά αεροσκάφη που πετούν εκφοβιστικά. Γρήγορα όμως όλα καταρρέουν: η Τανάγρα περικυκλώνεται και ακινητοποιείται, υποστηρικτές συλλαμβάνονται πριν κινηθούν, άλλοι δεν ενημερώνονται ποτέ και ο στόλος επιστρέφει άπρακτος στην Κρήτη.
Το βασιλικό αντι-πραξικόπημα μετατρέπεται σε φιάσκο.
Η φυγή και η οργή Καραμανλή
Ηττημένος στη σύγκρουση εξουσίας με τη δικτατορία, ο Κωνσταντίνος αναχωρεί οικογενειακώς για την Ιταλία. Πίσω του αφήνει μια χούντα σταθεροποιημένη και έναν εξοργισμένο Κωνσταντίνο Καραμανλή στο Παρίσι, ο οποίος χαρακτηρίζει το κίνημα «παιδαριώδες» και «συμφορά», καθώς «εξεμηδένισε όλας τας δυνατότητας του αγώνος κατά της χούντας».
Σε άλλο σημείο, ο Καραμανλής μιλά για «οπερέτα κακού γούστου», λέξη που θα στοιχειώσει το βασιλικό εγχείρημα: από το τραγικό, λέει, η κατάσταση πέρασε στο κωμικό, με ανεπανόρθωτες συνέπειες για το αντιδικτατορικό μέτωπο.
Η εκ των υστέρων «αντίσταση»
Από τη Ρώμη, ο Κωνσταντίνος επιχειρεί να ανακατασκευάσει την εικόνα του, μιλώντας για θυσία του θρόνου και αντιστασιακή δράση. Σε συνέντευξή του στο LIFE, ωστόσο, στις αρχές του 1968, παραδέχεται άθελά του την ουσία της αποτυχίας: δεν κατάλαβε τι συνέβη. Οι κινήσεις στρατευμάτων που «ήταν βέβαιος ότι θα εγίνοντο» απλώς δεν έγιναν.
Ένα συνολικό πολιτικό ναυάγιο
Μέσα σε λίγους μήνες, ο Κωνσταντίνος καταφέρνει να αποτύχει σε όλα: συγκρούεται με τον εκλεγμένο πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου και τον ανατρέπει, χαλά οριστικά τις σχέσεις του με τον Καραμανλή και αποτυγχάνει στο δικό του πραξικόπημα, συμπαρασύροντας μαζί του ολόκληρο το μεταεμφυλιακό πολιτικό περιβάλλον.
Το αποτέλεσμα της 13ης Δεκεμβρίου 1967 δεν ήταν απλώς μια προσωπική ήττα του βασιλιά. Ήταν η σταθεροποίηση της δικτατορίας και η ακύρωση κάθε άμεσης προοπτικής ανατροπής της.