Σε κλίμα έντασης και ανοιχτής αμφισβήτησης εξελίχθηκε η πολύωρη ενημέρωση του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστα Τσιάρα, προς τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας στα γραφεία της Πειραιώς, την ώρα που τα αγροτικά μπλόκα κλιμακώνονται και η «γαλάζια ανταρσία» για τις πληρωμές του ΟΠΕΚΕΠΕ λαμβάνει διαστάσεις εσωκομματικής κρίσης.
Η συνεδρίαση κράτησε περισσότερες από τέσσερις ώρες, με φυσική παρουσία 36 βουλευτών και συμμετοχή ακόμη 20 μέσω zoom, αλλά και με φράσεις που αποτύπωσαν το βάθος της δυσαρέσκειας: «Αν πάμε να πούμε αυτά που μας λέτε στα μπλόκα, θα μας πάρουν με τις κλωτσιές».
Το κλίμα ήταν βαρύ από την αρχή, με τους βουλευτές να εμφανίζονται εξαγριωμένοι για τη διαχείριση των πληρωμών, τους ελέγχους, τις δεσμεύσεις χρημάτων και την εικόνα που εκπέμπει η κυβέρνηση στην ύπαιθρο, την ώρα που οι κινητοποιήσεις καταγράφουν πρωτοφανή συμμετοχή ακόμη και ψηφοφόρων της ΝΔ.
Η σύγκρουση για τον ΟΠΕΚΕΠΕ και το μοντέλο των ελέγχων
Στο επίκεντρο της αντιπαράθεσης βρέθηκε η τοποθέτηση του Κώστα Τσιάρα περί «μεγάλης κάθαρσης και τεράστιας μεταρρυθμιστικής προσπάθειας», με βουλευτές να αμφισβητούν ανοιχτά το μοντέλο μεταφοράς αρμοδιοτήτων του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ. Η ένταση κορυφώθηκε στη σύγκρουση της πρώην υφυπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Φωτεινής Αραμπατζή με τον διοικητή του ΟΠΕΚΕΠΕ Γιάννη Καβαδδά, ο οποίος εμφανίστηκε με μιάμιση ώρα καθυστέρηση. Οι φωνές της βουλευτού Σερρών ακούστηκαν έξω από την αίθουσα, με το «μας κοροϊδεύετε» να αποτυπώνει το κλίμα.
Ο Κώστας Τσιάρας υπερασπίστηκε τις επιλογές του, τονίζοντας ότι «οι έλεγχοι ήταν προαπαιτούμενο» και πως χωρίς αυτούς «θα διακινδύνευαν οι ίδιοι οι ευρωπαϊκοί πόροι». Παραδέχθηκε ότι οι κινητοποιήσεις είναι μεγάλες, όμως επεσήμανε ότι «κάθε μπλοκ έχει τα δικά του αιτήματα», γεγονός που –κατά τον ίδιο– εξηγεί γιατί δεν υπάρχει ενιαίο συντονιστικό όργανο των αγροτών.
«Μαξιμαλιστικά αιτήματα» και πολιτικός κίνδυνος
Ο υπουργός χαρακτήρισε «μαξιμαλιστικά» τα αιτήματα περί εγγυημένων τιμών, λέγοντας ότι τέτοιου τύπου διεκδικήσεις «δεν μπορούν να υπάρξουν πουθενά», ενώ ξεκαθάρισε ότι όσοι αγρότες είδαν μειωμένα ποσά –πέραν των 2.000 δεσμευμένων ΑΦΜ– βρέθηκαν αντιμέτωποι με ζητήματα κατά τους ελέγχους. Προσπάθησε, επίσης, να αποσυνδέσει την κυβερνητική πολιτική από την εικόνα γενικευμένης σύγκρουσης, υποστηρίζοντας ότι βασικά αιτήματα, όπως η μείωση του κόστους παραγωγής, έχουν ήδη καλυφθεί.
Ωστόσο, από την πλευρά των βουλευτών, η εικόνα που περιγράφηκε ήταν εντελώς διαφορετική. Η Ζέτα Μακρή τόνισε ότι η συμμετοχή στα μπλόκα είναι πρωτοφανής και έθεσε ευθέως θέμα επικοινωνιακού στρατηγικού ναυαγίου: «Όλοι οι δικοί μας είναι μέσα. Τι φταίει και ξέφυγε η κατάσταση;». Ο Χρήστος Μπουκώρος μίλησε για οργή στην κοινωνία και επεσήμανε ότι «σε πολλά έχουν δίκιο οι αγρότες».
ΕΛΓΑ, ΑΑΔΕ και πολιτικές ευθύνες
Η συζήτηση άγγιξε και τις δεσμεύσεις χρημάτων στον ΕΛΓΑ, με παρέμβαση του Ανδρέα Λυκουρέντζου, ο οποίος υποστήριξε ότι οι παρακρατήσεις έγιναν με τη συναίνεση των ίδιων των αγροτών μέσω δηλωμένης παρακράτησης από τον ΟΠΕΚΕΠΕ. Ο Τέλης Σπανιάς ζήτησε να βρεθεί τρόπος ώστε «να μη φύγουν χρήματα από τους λογαριασμούς», ενώ ο Φάνης Παππάς έθεσε ανοιχτά ζήτημα αξιοπιστίας των ελέγχων μέσω ΑΑΔΕ: «Τι είναι η ΑΑΔΕ; Θεοί;».
Ο Ανδρέας Κατσανιώτης επεσήμανε ότι φαινόμενα διαφθοράς εντοπίζονται σε όλους τους μηχανισμούς του κράτους, χωρίς αυτό να οδηγεί σε κατάργησή τους, ενώ ο Μάκης Βορίδης έθεσε το πιο κρίσιμο πολιτικό ερώτημα: «Έχουμε στρατηγική εκτόνωσης της κρίσης; Γιατί δεν βλέπω κάτι τέτοιο».
Το «μασάζ» και το μήνυμα αδυναμίας
Η εικόνα που μεταφέρθηκε από τη συνεδρίαση δεν ήταν αυτή ενός πειθαρχημένου κυβερνητικού μπλοκ, αλλά ενός κόμματος που δέχεται ισχυρή πίεση από την κοινωνική του βάση. Οι βουλευτές περιέγραψαν ένα περιβάλλον οργής στα χωριά και στα μπλόκα, όπου τα κυβερνητικά επιχειρήματα δεν περνούν. «Αν πάω να πω αυτά που μας είπατε, δεν θα προλάβω να πω λέξη», ειπώθηκε χαρακτηριστικά.
Η πολιτική φθορά είναι πλέον ορατή και εντός του κυβερνητικού στρατοπέδου, με τη συζήτηση να μετατρέπεται από τεχνική ενημέρωση σε πολιτική απολογία.
Η παρέμβαση Μαξίμου και το άνοιγμα στον διάλογο
Λίγες ώρες πριν από τη συνεδρίαση στα γραφεία της ΝΔ, είχε προηγηθεί έκτακτη σύσκεψη στο Μέγαρο Μαξίμου με τη συμμετοχή του Κώστα Τσιάρα και του αντιπροέδρου Κωστή Χατζηδάκη, όπου ο Κυριάκος Μητσοτάκης ενημερώθηκε για την πορεία των πληρωμών προς αγρότες και κτηνοτρόφους αλλά και για τα επόμενα προγραμματισμένα βήματα.
Μετά τη συνάντηση, ο υπουργός επιχείρησε να χαμηλώσει τους τόνους, μιλώντας για «έντονη αλλά ουσιαστική συζήτηση» και επαναλαμβάνοντας ότι «μόνο με τον διάλογο μπορούν να λυθούν τα προβλήματα». Υποστήριξε ότι υπάρχει στρατηγική εκτόνωσης, αλλά αυτή προϋποθέτει τη συμμετοχή και εκπροσώπων των αγροτών στο τραπέζι.
Η «γαλάζια ανταρσία» για το Μέτρο 23
Το πολιτικό υπόβαθρο της έντασης επιβαρύνεται από την κοινή δήλωση έξι βουλευτών της ΝΔ, με επικεφαλής τη Φωτεινή Αραμπατζή, οι οποίοι κατηγόρησαν τη διοίκηση του ΟΠΕΚΕΠΕ για αναδρομική εφαρμογή φίλτρων ελέγχου στο Μέτρο 23. Σύμφωνα με τα στοιχεία που επικαλούνται, από τα 178,5 εκατ. ευρώ του προγράμματος, τελικά διανεμήθηκαν περίπου 157,4 εκατ. ευρώ, αφήνοντας εκτός χιλιάδες δικαιούχους, παρά το γεγονός ότι οι αιτήσεις τους είχαν εγκριθεί.
Η καταγγελία αυτή αποκτά ιδιαίτερη πολιτική βαρύτητα, καθώς προέρχεται από βουλευτές που είχαν υπηρετήσει στο ίδιο υπουργείο και γνωρίζουν εκ των έσω τη λειτουργία του μηχανισμού.
Πολιτική φθορά χωρίς εκτόνωση
Παρά τις διαβεβαιώσεις του Κώστα Τσιάρα ότι «μέχρι το τέλος του μήνα θα πληρωθούν και όσοι βρίσκονται υπό έλεγχο», η εικόνα που εκπέμπεται από το εσωτερικό της ΝΔ είναι αυτή μιας κυβέρνησης που παλεύει να ελέγξει μια κρίση με ισχυρό κοινωνικό και πολιτικό αποτύπωμα.
Τα αγροτικά μπλόκα δεν είναι πλέον μόνο ένα κοινωνικό φαινόμενο διαμαρτυρίας, αλλά αναδεικνύονται σε πεδίο εσωκομματικής φθοράς, με τους βουλευτές να βιώνουν άμεσα την πίεση των τοπικών κοινωνιών και να μεταφέρουν την οργή στο εσωτερικό του κόμματος.
Το ερώτημα που μένει ανοιχτό είναι αν ο διάλογος που επικαλείται η κυβέρνηση μπορεί πράγματι να λειτουργήσει ως βαλβίδα αποσυμπίεσης ή αν η σύγκρουση με τον αγροτικό κόσμο έχει εισέλθει πλέον σε τροχιά βαθύτερης πολιτικής κρίσης.