Αναπάντεχη τροπή παίρνει το φιλόδοξο επενδυτικό σχέδιο της Αθήνας για τη χρηματοδότηση κρίσιμων αμυντικών εξοπλισμών μέσω του ευρωπαϊκού προγράμματος SAFE (Security Action For Europe), καθώς η Task Force του μηχανισμού απέρριψε επί της ουσίας το σύνολο της ελληνικής πρότασης ύψους 2,819 δισ. ευρώ και ζήτησε την επανυποβολή της με αυστηρό ανώτατο όριο τα 787,7 εκατ. ευρώ.
Η απαντητική επιστολή των Βρυξελλών, η οποία εστάλη στις 5 Δεκεμβρίου προς το υπουργείο Εθνικής Άμυνας, έρχεται ως απάντηση στο σχέδιο που είχε αποστείλει η Αθήνα στις 29 Νοεμβρίου και περιλάμβανε 22 διαφορετικά εξοπλιστικά προγράμματα. Το «κούρεμα» του προϋπολογισμού είναι δραστικό και αλλάζει εκ βάθρων τις ισορροπίες στον σχεδιασμό της χρηματοδότησης.
Το τέλος της λογικής του «overbooking»
Στον αρχικό σχεδιασμό του ελληνικού Πενταγώνου είχε υιοθετηθεί η πρακτική του «overbooking», δηλαδή της εκ προοιμίου υπερδέσμευσης κονδυλίων σε σχέση με το ποσό που αναλογεί στην Ελλάδα. Η λογική ήταν να διεκδικηθούν περισσότερα χρήματα, ώστε σε περίπτωση που απορριφθούν προγράμματα άλλων κρατών-μελών και περισσέψουν κονδύλια, η Ελλάδα να βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση.
Ωστόσο, η Task Force του SAFE απέρριψε ρητά αυτή τη μεθοδολογία, ξεκαθαρίζοντας ότι το ελληνικό επενδυτικό πλάνο πρέπει να επανυποβληθεί με ανώτατη οροφή τα 787.669.283 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο εγκριθέν πλαίσιο χρηματοδότησης για τη χώρα.
Με απλά λόγια, οι Βρυξέλλες «μηδένισαν το κοντέρ» και ζήτησαν από την Αθήνα να επανασχεδιάσει από μηδενική βάση τις προτεραιότητές της, ιεραρχώντας ποια προγράμματα θα προχωρήσουν με ευρωπαϊκή στήριξη και ποια θα μείνουν εκτός.
Ερωτήματα για τα «μοναδιαία» ελληνικά προγράμματα
Πέρα από το δημοσιονομικό σκέλος, η γραμματεία του SAFE θέτει και σοβαρά ερωτήματα ως προς τη φιλοσοφία υλοποίησης ορισμένων από τα προτεινόμενα έργα. Ζητεί συγκεκριμένα από το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Άμυνας να τεκμηριώσει πώς θα προχωρήσουν όσα εξοπλιστικά χαρακτηρίζονται «μοναδιαία», δηλαδή αφορούν αποκλειστικά την Ελλάδα και δεν υλοποιούνται σε συνεργασία με άλλες χώρες της Ε.Ε.
Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα SAFE έχει σαφή προσανατολισμό στη διακρατική συνεργασία και τη διαλειτουργικότητα, γεγονός που καθιστά πιο δύσκολη την έγκριση προγραμμάτων που δεν έχουν πολυεθνικό χαρακτήρα.
Τα 22 προγράμματα των 2,819 δισ. ευρώ που μπαίνουν στον «πάγο»
Το ελληνικό σχέδιο που απορρίφθηκε περιλάμβανε ένα ευρύ φάσμα εξοπλισμών, με αιχμή την τεχνολογία drone, τη δορυφορική επιτήρηση, την αντιαεροπορική άμυνα και τη ναυτική ισχύ. Ανάμεσα στα σημαντικότερα προγράμματα περιλαμβάνονταν η προμήθεια επικοινωνιακού δορυφόρου από κοινού με την Κυπριακή Δημοκρατία ύψους 400 εκατ. ευρώ, η απόκτηση ναυτικών πυραύλων cruise κόστους 450 εκατ. ευρώ, καθώς και radar έγκαιρης προειδοποίησης 230 εκατ. ευρώ.
Στη λίστα βρίσκονταν επίσης UAVs, αντιπλοϊκά βλήματα, βλήματα πυροβολικού, τορπίλες βαρέως τύπου, συστήματα διοίκησης και ελέγχου, εξοπλισμός μαχητή, περιπλανώμενα πυρομαχικά, Camcopter S-100 και anti-drone οχήματα τύπου «Κένταυρος». Το σύνολο, όμως, πλέον τίθεται υπό πλήρη επαναξιολόγηση.
Η πολιτική αντιπαράθεση και τα πυρά του ΠΑΣΟΚ
Η εξέλιξη αυτή προκάλεσε άμεσες πολιτικές αντιδράσεις. Ο τομεάρχης Άμυνας του ΠΑΣΟΚ, Μιχάλης Κατρίνης, έκανε λόγο για «αρνητική εξέλιξη που αποδεικνύει την προχειρότητα και την αναποτελεσματικότητα της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Εθνικής Άμυνας». Όπως υπογράμμισε, η απόρριψη αφορά τόσο το συνολικό ποσό όσο και το περιεχόμενο του επενδυτικού πλάνου.
Παράλληλα, επανέφερε τις καταγγελίες για έλλειψη ενημέρωσης της Βουλής και των αρμόδιων επιτροπών, καθώς και για fast track διαδικασίες στην έγκριση εξοπλιστικών προγραμμάτων ύψους 1,355 δισ. ευρώ.
Ο βουλευτής του ΠΑΣΟΚ κατέληξε τονίζοντας ότι η ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος της χώρας απαιτεί «ενότητα, ομοψυχία και συναίνεση», αλλά κυρίως «διαφάνεια και σεβασμό των κοινοβουλευτικών και κοινοτικών διαδικασιών».
Νέος γύρος διαπραγμάτευσης με αυστηρά όρια
Μετά το μπλόκο των Βρυξελλών, το ελληνικό υπουργείο Εθνικής Άμυνας καλείται πλέον να επανυποβάλει πλήρως αναθεωρημένο σχέδιο, αυτή τη φορά με αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία και σαφή προσανατολισμό στις προτεραιότητες που μπορεί πράγματι να στηρίξει το SAFE.
Το επόμενο διάστημα αναμένεται κρίσιμο, καθώς η Αθήνα θα πρέπει να σταθμίσει ποια εξοπλιστικά προγράμματα θεωρεί αδιαπραγμάτευτα, ποια μπορούν να μετατεθούν χρονικά και ποια ενδεχομένως να χρηματοδοτηθούν αποκλειστικά από εθνικούς πόρους, σε ένα περιβάλλον αυξημένων γεωπολιτικών πιέσεων και διαρκών αναγκών για ενίσχυση της αποτρεπτικής ισχύος.