Η Περιφέρεια Αττικής αποφάσισε να βάλει «λουκέτο» σε γηροκομείο στην Κυψέλη, μετά από αιφνιδιαστικό έλεγχο που αποκάλυψε εικόνα πλήρους εγκατάλειψης και τραγικών συνθηκών για τους ηλικιωμένους που φιλοξενούνταν εκεί.
Η απόφαση ήρθε ύστερα από επανειλημμένες καταγγελίες συγγενών και σειρά επιτόπιων αυτοψιών που ανέδειξαν σοβαρές παραλείψεις σε επίπεδο προσωπικού, ιατρικής φροντίδας και βασικών αναγκών διαβίωσης.
Σύμφωνα με την έκθεση αξιολόγησης που συντάχθηκε από κοινωνικούς συμβούλους της Περιφέρειας και διαβιβάστηκε στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, η μονάδα παρουσίαζε εκτεταμένες φθορές στις εγκαταστάσεις, βρώμικες κλίνες, ακάθαρτες τουαλέτες και έντονη δυσοσμία σε όλους τους κοινόχρηστους χώρους. Οι ηλικιωμένοι παρέμεναν χωρίς φροντίδα για ώρες, χωρίς να έχουν λάβει πρωινό, φάρμακα ή βοήθεια στην ατομική τους υγιεινή.
«Η εικόνα που διαπιστώθηκε ήταν εξοργιστική και προσβλητική για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια», δήλωσε ο Περιφερειάρχης Αττικής Νίκος Χαρδαλιάς, υπογραμμίζοντας ότι τέτοια φαινόμενα δεν θα γίνονται ανεκτά.
Τραγική καθημερινότητα για τους ηλικιωμένους
Οι συνθήκες διαβίωσης που περιγράφονται στην έκθεση προκαλούν σοκ. Οι κοινωνικοί σύμβουλοι που πραγματοποίησαν τον έλεγχο αναφέρουν ότι σε δύο θαλάμους υπήρχαν υπολείμματα περιττωμάτων των περιθαλπόμενων στα δάπεδα, ενώ οι κλίνες ήταν ρυπαρές και σε ορισμένες δεν υπήρχε καν σεντόνι. Οι τουαλέτες ήταν ακάθαρτες, οι λεκάνες βρώμικες, τα σιφώνια χωρίς σχάρα, το χαρτί υγείας ανύπαρκτο και οι εξαερισμοί δεν λειτουργούσαν.
Στην τραπεζαρία υπήρχαν πεταμένα τρόφιμα και αποτσίγαρα, ενώ οι ανεμιστήρες οροφής ήταν ρυπαροί. Οι κοινόχρηστοι χώροι υποφέρουν από έλλειψη φυσικού φωτισμού, κακής λειτουργίας πλυντηρίων και στεγνωτηρίων, δυσοσμία και συσσωρευμένο ακάθαρτο ιματισμό.
Οι ηλικιωμένοι παρέμεναν στις κλίνες τους και παρακαλούσαν για την ατομική τους καθαριότητα. Οι λιγοστοί εργαζόμενοι προσπαθούσαν να καλύψουν τις ανάγκες τους, χωρίς επαρκή προσωπικό και χωρίς καμία βεβαιότητα για τις επόμενες βάρδιες. Η κατάσταση αυτή είχε οδηγήσει πολλούς τροφίμους σε υποσιτισμό και σοβαρή επιδείνωση της υγείας τους.
Καταγγελίες συγγενών: «Το φαγητό ήταν απαράδεκτο»
Οι συγγενείς των ηλικιωμένων που ζούσαν στη μονάδα καταγγέλλουν ότι πλήρωναν υψηλά ποσά, έως και 1.200 ευρώ τον μήνα, για να διαπιστώσουν ότι οι δικοί τους άνθρωποι ζούσαν σε συνθήκες παραμέλησης. Η Κωνσταντίνα Πάστρα, συγγενής μιας τροφίμου, περιγράφει χαρακτηριστικά:
«Ήταν εντάξει μέχρι που το είχε ο κ. Βλάχος, ο οποίος πέθανε από καρκίνο. Από τότε άρχισε να μην έχουμε ούτε γιατρούς τακτικά. Το φαγητό ήταν απαράδεκτο: φασολάδα, πατάτες βραστές, φακές, καθόλου πρωτεΐνη».
Παρά τις επανειλημμένες παρατηρήσεις της, όπως είπε, «παραπονιόμουν αλλά δεν γινόταν τίποτα». Το μεγαλύτερο πρόβλημα, πρόσθεσε, ήταν ότι οι συγγενείς ειδοποιήθηκαν τελευταία στιγμή για το κλείσιμο της μονάδας και δεν είχαν βρει άλλη δομή για να μεταφέρουν τους δικούς τους ανθρώπους.
Άλλοι συγγενείς καταγγέλλουν σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία των ηλικιωμένων. Μια γυναίκα περιγράφει την περίπτωση του παππού της, ο οποίος μετά από μόλις λίγες ημέρες στο ίδρυμα εμφάνισε σοβαρή υποξία, εισρόφηση και πνευμονοθώρακα, με αποτέλεσμα τον θάνατό του. Οι καταγγελίες κάνουν λόγο για υπερβολική χρήση ψυχοφαρμάκων, παραμέληση στη σίτιση και απουσία επαρκούς ιατρικής παρακολούθησης.
Ελλείψεις σε προσωπικό και άγνωστη τύχη εργαζομένων
Η κατάσταση του προσωπικού ήταν εξίσου δραματική. Οι εργαζόμενοι που παρέμεναν στη μονάδα έκαναν λόγο για «προσωπική πρωτοβουλία» και για απουσία βεβαιότητας αν θα εμφανιστούν οι συνάδελφοί τους στις επόμενες βάρδιες. Στην έκθεση αναφέρεται ότι το υπάρχον προσωπικό, ανεξαρτήτως ειδικότητας, χορηγούσε φάρμακα, προετοίμαζε τα πρωινά γεύματα και φρόντιζε τους ηλικιωμένους, παρά την έλλειψη υλικών, υπολογισμένων πάνων, σεντονιών και σαπουνιών.
Οι εργαζόμενοι καταγγέλλουν ότι η διοίκηση τους υποχρέωνε να κρύβουν βασικά υλικά, ενώ δεν υπήρχε διασφάλιση δεδουλευμένων ή έλεγχο για την παρουσία της υπεύθυνης προστασίας ωφελουμένων, η οποία δεν εμφανίστηκε ποτέ στους ελέγχους. Επιπλέον, ορισμένοι αναγκάζονταν να χορηγούν ψυχοφάρμακα χωρίς ιατρική συνταγή για να «ηρεμήσουν» τους ηλικιωμένους, γεγονός που επιβάρυνε ακόμα περισσότερο την κατάσταση.
Παλιές εγκαταστάσεις και επικίνδυνες συνθήκες
Το γηροκομείο στεγαζόταν σε παλιό κτίριο με εξοπλισμό φθαρμένο και εγκαταστάσεις που δεν ανταποκρίνονταν στις απαιτήσεις ασφαλούς και αξιοπρεπούς διαβίωσης. Οι κοινωνικοί σύμβουλοι περιγράφουν θάλαμοι με παλιά έπιπλα, υπολείμματα περιττωμάτων, υγρασία, σπασμένα πλακάκια και κακής λειτουργίας εξοπλισμό.
Στην τραπεζαρία και τους κοινόχρηστους χώρους επικρατούσε ακαταστασία και βρωμιά, ενώ ο φυσικός φωτισμός ήταν ανεπαρκής. Η έκθεση αναφέρει ότι η κατάσταση παρουσίαζε σαφή επιδείνωση σε σχέση με προηγούμενους ελέγχους τον Αύγουστο και ότι υπήρχε άμεσος κίνδυνος για την υγεία και την αξιοπρέπεια των ηλικιωμένων.
Προηγούμενες εκθέσεις και προθεσμία συμμόρφωσης
Σύμφωνα με πληροφορίες, είχαν προηγηθεί δύο εκθέσεις της ίδιας υπηρεσίας τον Αύγουστο, οι οποίες ανέδειξαν ήδη ελλιπείς συνθήκες υγιεινής και φροντίδας, ενώ στις 11 Νοεμβρίου η αρμόδια Περιφερειακή Σύμβουλος είχε χορηγήσει προθεσμία συμμόρφωσης με παράλληλη επιβολή χρηματικού προστίμου 10.000 ευρώ. Ωστόσο, η κατάσταση φαίνεται να επιδεινώθηκε, οδηγώντας στον αιφνιδιαστικό έλεγχο και την αναστολή λειτουργίας.
Την ίδια ημέρα, το Προανακριτικό Τμήμα του Πρωτοδικείου Αθηνών διέταξε αιφνίδια αυτοψία για την επιβεβαίωση των συνθηκών διαβίωσης, γεγονός που επιβεβαίωσε την πλήρη εγκατάλειψη της μονάδας.
Ψυχολογική και σωματική κακοποίηση
Οι μαρτυρίες των συγγενών αποκαλύπτουν ότι η κατάσταση είχε σοβαρές συνέπειες για την ψυχική και σωματική υγεία των ηλικιωμένων. Περιγράφονται περιστατικά ασθενών που υπέστησαν υπερβολική χρήση ψυχοφαρμάκων, υποσιτισμό και παραμέληση, ενώ κάποιοι βρέθηκαν να ζουν σε συνθήκες πλήρους αδράνειας και αβοήθητοι για ώρες.
Σύμφωνα με μαρτυρίες, υπήρχαν περιπτώσεις όπου οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζονταν με απαράδεκτο τρόπο από το προσωπικό, φωνάζονταν, ταΐζονταν με το ζόρι ή τους χορηγούνταν φάρμακα χωρίς καταγραφή, με αποτέλεσμα να χάσουν την αυτονομία τους και να υποβαθμιστεί δραματικά η ποιότητα ζωής τους.
Αντίδραση της Περιφέρειας Αττικής
Ο Περιφερειάρχης Αττικής Νίκος Χαρδαλιάς υπογράμμισε ότι οι έλεγχοι θα συνεχιστούν με μεγαλύτερη αυστηρότητα και συχνότητα, προκειμένου να διασφαλιστεί η αξιοπρέπεια και η ασφάλεια των ηλικιωμένων σε όλες τις δομές. «Οι άνθρωποί μας στην τρίτη ηλικία δικαιούνται επαρκή φροντίδα και απόλυτη ασφάλεια. Τίποτα λιγότερο», τόνισε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι η απόφαση για αναστολή λειτουργίας ήταν η ελάχιστη υποχρέωση απέναντι στους ωφελούμενους και στις οικογένειές τους.
Η έκθεση αξιολόγησης κοινοποιήθηκε επίσης στην ΕΛ.ΑΣ., στο Υπουργείο Κοινωνικής Συνοχής και Οικογένειας και στην Εθνική Αρχή Διαφάνειας, προκειμένου να διερευνηθούν ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες των υπευθύνων.
Οι ιστορίες των συγγενών: Οργή και αποτροπιασμός
Τα στοιχεία που προκύπτουν από τις καταγγελίες των συγγενών αποκαλύπτουν την έκταση της παραμέλησης. Μαρτυρίες κάνουν λόγο για ηλικιωμένους που παρέμειναν χωρίς τροφή ή φάρμακα, για άθλιες συνθήκες σίτισης, για ψυχοφαρμακευτική καταστολή χωρίς συνταγή και για πλήρη αδιαφορία από τη διοίκηση.
Οι συγγενείς μιλούν για σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία των ανθρώπων τους, για υποσιτισμό, αδυναμία επικοινωνίας, χειροτέρευση των νοητικών λειτουργιών και ψυχολογική κατάπτωση. Κάποιοι ηλικιωμένοι μεταφέρθηκαν εσπευσμένα σε νοσοκομεία, ενώ άλλοι υπέστησαν μόνιμη βλάβη στην υγεία τους, όπως αναφέρεται σε μαρτυρίες που κοινοποιήθηκαν σε δημοσιογραφικά μέσα.
Η κοινωνική διάσταση του ζητήματος
Η υπόθεση αυτή αναδεικνύει ένα ευρύτερο κοινωνικό πρόβλημα: τη διασφάλιση αξιοπρεπούς διαβίωσης και φροντίδας για τους ηλικιωμένους σε ιδιωτικές και δημόσιες μονάδες. Τα κενά στην εποπτεία, η έλλειψη προσωπικού και η αδυναμία του κράτους να ελέγξει συστηματικά τέτοιες δομές οδηγούν σε περιστατικά που υπονομεύουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και θέτουν σε κίνδυνο τη ζωή των πιο ευάλωτων πολιτών.
Οι πολίτες ζητούν από τις αρχές να εντείνουν τους ελέγχους, να επιβάλλουν αυστηρές ποινές και να μεριμνήσουν για την προστασία των ηλικιωμένων, ώστε να αποφευχθούν ανάλογες καταστάσεις στο μέλλον.