Ο Τζέιμς Ντ. Γουότσον, ο Αμερικανός βιολόγος που άλλαξε για πάντα τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τη ζωή, πέθανε την Πέμπτη 6 Νοεμβρίου σε ηλικία 97 ετών στο Ιστ Νόρθπορτ της Νέας Υόρκης, στο Λονγκ Άιλαντ. Ο επιστήμονας που στα 25 του συμμετείχε στην ανακάλυψη της διπλής έλικας του DNA – ενός από τα κορυφαία επιτεύγματα της ανθρώπινης σκέψης – άφησε την τελευταία του πνοή σε κέντρο φροντίδας, όπου μεταφέρθηκε από νοσοκομείο μετά από νοσηλεία λόγω λοίμωξης.
Τον θάνατό του επιβεβαίωσε ο γιος του, Ντάνκαν Γουότσον.
Η ανακάλυψη που άλλαξε την επιστήμη
Το 1953, στο εργαστήριο Καβέντις του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, ο Γουότσον, μαζί με τον Φράνσις Κρικ, παρουσίασαν το μοντέλο της διπλής έλικας του DNA, ανοίγοντας τον δρόμο για τη σύγχρονη γενετική, τη βιοτεχνολογία και την ιατρική του μέλλοντος. Η ανακάλυψή τους βασίστηκε, μεταξύ άλλων, και σε δεδομένα ακτίνων Χ της Ρόζαλιντ Φράνκλιν, τα οποία εκείνη την εποχή δεν είχαν αναγνωριστεί επαρκώς – ένα γεγονός που προκάλεσε αργότερα έντονες ηθικές συζητήσεις.
Το 1962, οι Γουότσον, Κρικ και Μώρις Γουίλκινς τιμήθηκαν με το Βραβείο Νόμπελ Ιατρικής «για τις ανακαλύψεις τους σχετικά με τη μοριακή δομή των νουκλεϊκών οξέων και τη σημασία τους στη μεταβίβαση γενετικών πληροφοριών».
Από το Σικάγο στα μεγάλα εργαστήρια του κόσμου
Γεννημένος το 1928 στο Σικάγο, ο Γουότσον έδειξε από νωρίς κλίση προς τις φυσικές επιστήμες. Σπούδασε ζωολογία στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου, όπου πήρε το πτυχίο του το 1947, και συνέχισε με διδακτορικό στο Πανεπιστήμιο του Ιλινόις το 1950. Η ερευνητική του περιέργεια τον οδήγησε στην Ευρώπη, όπου έκανε μεταδιδακτορική έρευνα στην Κοπεγχάγη και κατόπιν στο Κέιμπριτζ, εκεί όπου γνώρισε τον Κρικ και έθεσε τις βάσεις της πιο σημαντικής συνεργασίας της καριέρας του.
Από το 1956 έως το 1976 δίδαξε στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, ενώ από το 1968 ανέλαβε διευθυντής του Cold Spring Harbor Laboratory (CSHL) στο Λονγκ Άιλαντ, το οποίο μετέτρεψε σε διεθνές κέντρο αριστείας στη μοριακή βιολογία και στην έρευνα για τον καρκίνο. Το 1994 ανέλαβε πρόεδρος του ιδρύματος, παραμένοντας ενεργός για μία δεκαετία.
Ρατσιστής και σεξιστής: Ένας επιστήμονας που δίχαζε
Παρά τη λαμπρή επιστημονική του πορεία, ο Γουότσον υπήρξε μια ιδιαιτέρως αμφιλεγόμενη προσωπικότητα. Οι δηλώσεις του για κοινωνικά και βιοηθικά ζητήματα συχνά προκάλεσαν θύελλες αντιδράσεων. Το 1997, σε συνέντευξή του στην Corriere della Sera, υποστήριξε ότι οι γυναίκες θα έπρεπε να έχουν το δικαίωμα άμβλωσης αν μια γενετική ανάλυση δείξει ότι το παιδί τους έχει προδιάθεση για ομοφυλοφιλία. Είχε επίσης διατυπώσει ισχυρισμούς ότι οι μαύροι είναι «λιγότερο ευφυείς» από τους λευκούς και ότι διαθέτουν «εντονότερη λίμπιντο» – δηλώσεις που χαρακτηρίστηκαν ευρέως ρατσιστικές και σεξιστικές, οδηγώντας στη διακοπή συνεργασιών και στην απομάκρυνσή του από επιστημονικές θέσεις κύρους.
Το 2019, το Cold Spring Harbor Laboratory του αφαίρεσε όλους τους επίτιμους τίτλους, καταδικάζοντας δημόσια τις απόψεις του.
Το επεισόδιο στην Πάτρα και η δημόσια εικόνα
Στην Ελλάδα, ο Γουότσον έγινε γνωστός και για ένα επεισοδιακό περιστατικό το 2011 στην Πάτρα. Κατά τη διάρκεια ομιλίας του σε επιστημονικό συνέδριο, δέχθηκε επίθεση από ομάδα αντιεξουσιαστών που διαμαρτύρονταν για τη Γενετική και τη βιοτεχνολογία. Το επεισόδιο αποτράπηκε από καθηγητές και προσωπικό του πανεπιστημίου, χωρίς τραυματισμούς.
Η παρακαταθήκη του
Παρά τις αντιφατικές πλευρές του χαρακτήρα του, ο Τζέιμς Γουότσον παραμένει ένας από τους πιο καθοριστικούς επιστήμονες του 20ού αιώνα. Η συμβολή του στην κατανόηση της μοριακής βάσης της ζωής άνοιξε τον δρόμο για την ιατρική ακριβείας, τη γονιδιακή θεραπεία και τη βιοτεχνολογία όπως τη γνωρίζουμε σήμερα.
Ο ίδιος είχε γράψει στην αυτοβιογραφία του The Double Helix (1968):
«Η επιστήμη δεν είναι τίποτα άλλο από την ανθρώπινη περιέργεια που δεν ικανοποιείται ποτέ».
Μια φράση που συνοψίζει τη διαδρομή του ανθρώπου που ανακάλυψε τον κώδικα της ζωής – αλλά ποτέ δεν έπαψε να προκαλεί τη συζήτηση γύρω από τα όρια της επιστήμης και της ηθικής.