Πενήντα χρόνια μετά τη δολοφονία του, η φωνή του ριζοσπάστη Ιταλού δημιουργού αντηχεί ακόμη σαν κραυγή ενάντια στην υποκρισία, τον φασισμό και τη μαζική αποχαύνωση. Γιατί ο Παζολίνι δεν ανήκει στο παρελθόν, αλλά στο μέλλον που δεν ήρθε ποτέ.
Ο άνθρωπος που λάτρεψε την πραγματικότητα
«Μου είπαν ότι έχω τρία είδωλα: τον Χριστό, τον Μαρξ και τον Φρόιντ. Αυτά είναι φόρμουλες. Το μόνο μου είδωλο είναι η πραγματικότητα», είχε πει κάποτε ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι.
Η φράση αυτή συμπυκνώνει μια ζωή γεμάτη ρήξεις, πνευματικές συγκρούσεις και πάθος για αλήθεια. Δολοφονήθηκε σαν σήμερα, 2 Νοεμβρίου 1975, στην παραλία της Οστια, σε ένα έγκλημα που η επίσημη Ιταλία χαρακτήρισε «πάθους» — όμως πολλοί είδαν σε αυτό πολιτική εκτέλεση. Πενήντα χρόνια μετά, η σκιά του βαραίνει ακόμη πάνω από την Ευρώπη.
Ο αιρετικός της ευρωπαϊκής διανόησης
Ποιητής, σκηνοθέτης, δοκιμιογράφος, πολιτικός στοχαστής, δάσκαλος, γλωσσολόγος, ο Παζολίνι υπήρξε μια από τις πιο ανυπότακτες φωνές του 20ού αιώνα.
Δεν φοβήθηκε ποτέ να κοιτάξει τη ζωή —και τον εαυτό του— χωρίς ωραιοποιήσεις. Ήξερε ότι η ανεξαρτησία του ήταν η δύναμή του, αλλά και η καταδίκη του. Μιλούσε για τη φτώχεια, την τάξη, το σώμα, τη θρησκεία, την εξουσία, χωρίς ρητορικές ασφάλειες. Για εκείνον, η τέχνη δεν ήταν καταφύγιο. Ήταν πεδίο μάχης.
Ο νέος φασισμός της κατανάλωσης
Από τα τέλη της δεκαετίας του ’60, ο Παζολίνι προειδοποίησε για κάτι που σήμερα μοιάζει προφητικό: «Η καταναλωτική κοινωνία είναι ο νέος φασισμός», έγραφε.
Δεν χρειάζεται στρατόπεδα, έλεγε, γιατί επιβάλλεται με την επιθυμία, όχι με τον φόβο. «Δεν βασανίζει το σώμα, διαφθείρει τη συνείδηση».
Η τηλεόραση, η διαφήμιση, το θέαμα έγιναν τα νέα εργαλεία υποταγής. Ο καπιταλισμός, για τον Παζολίνι, δεν ήταν μόνο οικονομικό σύστημα· ήταν μια πολιτισμική μηχανή που μεταμόρφωνε τον άνθρωπο, ισοπεδώνοντας συνείδηση και ταυτότητα.
Ο καλλιτέχνης που δεν ήξερε να σωπαίνει
Γεννημένος το 1922 στην Μπολόνια, μεγάλωσε στην Ιταλία του Μουσολίνι. Γιος στρατιωτικού, έμαθε νωρίς τι σημαίνει εξουσία — και τι σημαίνει να της αντιστέκεσαι.
Από νωρίς βρέθηκε στο πλευρό των φτωχών και των αποκλεισμένων, πιστεύοντας ότι ο καλλιτέχνης δεν έχει δικαίωμα στην ουδετερότητα. «Όταν δεν παίρνεις θέση, είσαι συνένοχος», έλεγε.
Η φτώχεια, η εργατική τάξη, οι παραγκουπόλεις της Ρώμης δεν ήταν για εκείνον θέματα, αλλά τρόπος ύπαρξης. Ζούσε ανάμεσά τους, έγραφε γι’ αυτούς, τους κινηματογραφούσε με τρυφερότητα και οργή.
Η τέχνη ως πράξη επανάστασης
Στο κινηματογραφικό του έργο, η τέχνη γίνεται πολιτική εξομολόγηση.
Στο «Accattone» (1961) και το «Mamma Roma» (1962), οι φτωχοί δεν είναι θύματα αλλά φορείς ιερότητας.
Με το «Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο» (1964), ο άθεος κομμουνιστής Παζολίνι γυρίζει την πιο πνευματική ταινία όλων των εποχών: ο Χριστός του είναι ένας εξεγερμένος εργάτης, ένας προφήτης της αγάπης ως πολιτικής πράξης.
Στο «Salo ή 120 μέρες στα Σόδομα» (1975), λίγο πριν τον θάνατό του, ξεσκεπάζει την εξουσία ως απόλυτη διαστροφή. Το σώμα γίνεται εμπόρευμα, η ψυχή σκουπίδι, ο πολιτισμός επιχείρηση. Η ταινία μοιάζει με προφητεία για τον δυτικό κόσμο που έρχεται.
Ενοχλητικός για όλους
Ο Παζολίνι δεν υπήρξε ποτέ «άνθρωπος της Αριστεράς» με την τυπική έννοια.
Συγκρούστηκε με το ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα, προσέβαλε τα αστικά ήθη, αποδόμησε την καθολική υποκρισία, κατήγγειλε τους διανοούμενους που βολεύονταν στα γραφεία τους.
Η αλήθεια του ήταν σκληρή, γιατί δεν αναζητούσε συμφιλίωση — αναζητούσε ρήξη.
Έγραφε για το σώμα, τη ντροπή, τον έρωτα, σαν να αποκαθιστά μια ιερότητα που η κοινωνία είχε προδώσει. Για εκείνον, ο έρωτας ήταν πολιτική πράξη, η γλώσσα όπλο, η τέχνη ευθύνη.
Η δολοφονία και ο μύθος
Τη νύχτα της 2ας Νοεμβρίου 1975, το σώμα του Παζολίνι βρίσκεται διαμελισμένο στην άμμο της Οστια.
Η επίσημη εκδοχή μίλησε για έναν νεαρό που τον σκότωσε σε καβγά. Όμως οι αποκαλύψεις, τα κείμενα και οι πολιτικές του θέσεις δείχνουν πως ο Παζολίνι πλήρωσε το τίμημα της αλήθειας.
Δολοφονήθηκε δύο φορές: μία σωματικά, και μία πνευματικά, από μια κοινωνία που δεν άντεξε να αντικρίσει τον εαυτό της μέσα από τα μάτια του.
Η διαθήκη του αιρετικού
Ο Παζολίνι πίστευε ότι η αλήθεια, για να ειπωθεί, πρέπει να πονέσει.
Η δική του κληρονομιά δεν είναι μια αισθητική πρόταση, αλλά μια ηθική θέση: ότι η τέχνη οφείλει να είναι πράξη αποκάλυψης, όχι διακόσμηση.
Σε μια εποχή όπου η αγορά απορροφά τα πάντα — ακόμη και την εξέγερση — η φωνή του αντηχεί επίκαιρη:
«Έχασα τους νέους γιατί έγιναν όμοιοι με τους αφεντάδες τους. Αλλά δεν θα πάψω να φωνάζω, γιατί το να σωπαίνεις είναι συνενοχή».
Ο άνθρωπος που ανήκει στο μέλλον
Ίσως ο Παζολίνι να μην ανήκει στο χτες, αλλά σε ένα μέλλον που δεν ήρθε ακόμη.
Ένα μέλλον όπου ο λόγος θα ξαναγίνει όπλο, η τέχνη αντίσταση και η ελευθερία δεν θα μετριέται με βάση την κατανάλωση.
Δολοφονήθηκε από έναν κόσμο που δεν ήθελε να τον ακούσει, μα αυτός ο κόσμος τον επιβεβαιώνει κάθε μέρα.
Γιατί ο Παζολίνι είναι παρών σε κάθε άνθρωπο που αρνείται να υποταχθεί, σε κάθε δημιουργό που γράφει χωρίς να φοβάται, σε κάθε φωνή που υπερασπίζεται την αλήθεια.
«Στο έθνος μου» – Μια κατάρα και μια προσευχή
Λίγο πριν τον θάνατό του, ο Παζολίνι έγραψε ένα ποίημα που έμοιαζε με επίλογο:
«Όχι λαός αρχαίος, ούτε βαλκανικός, αλλά έθνος ζωντανό, ευρωπαϊκό…
Χώρα ανόητων, πεινασμένων, διεφθαρμένων,
ένα χάος από μικροαστούς, μια ακτή ξέφραγη,
μια παπαδοσχολή, ένας στρατώνας».
Δεν ήταν μίσος, ήταν αγάπη που δεν άντεχε τη σήψη.
Ίσως γι’ αυτό η τελευταία του προτροπή μοιάζει σήμερα τραγικά επίκαιρη:
«Βούλιαξε στην όμορφή σου θάλασσα, λύτρωσε τον κόσμο.»
Πενήντα χρόνια μετά, ο Παζολίνι παραμένει εδώ — όχι ως μνήμη, αλλά ως καθρέφτης. Μας κοιτάζει και μας ρωτά: Πόσο ακόμη θα αντέχουμε να ζούμε μέσα στο ψέμα;
Φωτογραφία: Ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι στη Νέα Υόρκη, το 1966 (Duilio Pallottelli)
- Το «εθνικό μπάζωμα» των Τεμπών και η διάρρηξη της κοινωνικής εμπιστοσύνης
- Πιέρ Πάολο Παζολίνι: Ο αιρετικός που προείδε τον κόσμο μας
- Ούρος Νίκολιτς: Ο πρώην διαιτητής της Euroleague
- Μακελειό στα Βορίζια: Η σπίθα, η βεντέτα και ο κύκλος αίματος που δεν λέει να κλείσει
- Η ΔΕΗ απορροφά την αύξηση στη χονδρική τιμή του ρεύματος – Σταθερές χρεώσεις για τα «πράσινα» τιμολόγια του Νοεμβρίου