Οριακά προς τα κάτω αναθεωρεί το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ) την εκτίμησή του για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας το 2025, τοποθετώντας την πλέον στο 2,1% από 2,2% που προέβλεπε στην προηγούμενη τριμηνιαία έκθεση. Παρά τη μικρή αυτή διόρθωση, το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να κινείται πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, αν και με εμφανή σημάδια κόπωσης.
Σύμφωνα με την ανάλυση του Ινστιτούτου, η ανάπτυξη θα στηριχθεί κυρίως στην αύξηση των πάγιων επενδύσεων, που αναμένεται να ενισχυθούν κατά 7,5%, λόγω της συνέχισης της υλοποίησης του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΤΑΑ) και του χαμηλότερου κόστους χρήματος. Ωστόσο, η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται να επιβραδυνθεί (+1,9%), αντανακλώντας τις πιέσεις στα εισοδήματα, ενώ η δημόσια κατανάλωση θα παραμείνει θετική αλλά συγκρατημένη (+1,1%).
Το εξωτερικό ισοζύγιο εκτιμάται ότι θα βελτιωθεί, καθώς η αύξηση των εξαγωγών (+2,4%) θα υπερκαλύψει την ήπια άνοδο των εισαγωγών (+0,2%), περιορίζοντας το έλλειμμα και ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Προοπτικές για το 2026: επενδυτική ώθηση αλλά αυξημένοι κίνδυνοι
Για το 2026, το ΙΟΒΕ προβλέπει ρυθμό ανάπτυξης 2,2%, αναθεωρώντας την προηγούμενη εκτίμησή του κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες προς τα κάτω. Η δυναμική των επενδύσεων προβλέπεται να ενισχυθεί σημαντικά (+10%), χάρη στην επιτάχυνση της υλοποίησης του ΤΑΑ, τη μείωση του κόστους δανεισμού και την αξιοποίηση των πόρων του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, που αναμένεται να κινηθεί σε ιστορικά υψηλά επίπεδα.
Αντίθετα, η κατανάλωση θα παρουσιάσει ηπιότερη πορεία. Η ιδιωτική κατανάλωση εκτιμάται ότι θα επιβραδυνθεί στο +1,3%, ενώ η δημόσια κατανάλωση θα αυξηθεί κατά +1,8%, αντανακλώντας την προσαρμογή των δημοσιονομικών μεγεθών. Παρά τη συνολική θετική εικόνα, το ΙΟΒΕ προειδοποιεί ότι το εξωτερικό ισοζύγιο θα επιδεινωθεί εκ νέου, με τις εισαγωγές να αυξάνονται κατά 4,9% έναντι ανόδου 2,4% στις εξαγωγές.
Η διεύρυνση του ελλείμματος, όπως σημειώνει το Ινστιτούτο, οφείλεται εν μέρει σε διαρθρωτικούς λόγους, αλλά και σε εξωγενείς κινδύνους: την πιθανή κλιμάκωση του εμπορικού πολέμου, τις αναταράξεις στις αγορές συναλλάγματος λόγω πολιτικών εξελίξεων σε χώρες όπως η Γαλλία και την πιθανή διακοπή της πτωτικής πορείας των επιτοκίων στην Ευρωζώνη.
Θετικές τάσεις στο τραπεζικό σύστημα
Η έκθεση του ΙΟΒΕ καταγράφει αισθητή βελτίωση στο τραπεζικό περιβάλλον. Η πιστωτική επέκταση προς τις επιχειρήσεις παραμένει υψηλή, ενώ για πρώτη φορά μετά από 15 χρόνια ανακόπηκε η συρρίκνωση της πίστης προς τα νοικοκυριά. Το κόστος ιδιωτικού δανεισμού υποχώρησε στα χαμηλότερα επίπεδα της τελευταίας τριετίας, ενώ οι ιδιωτικές καταθέσεις συνεχίζουν να αυξάνονται.
Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) μειώθηκαν περαιτέρω, αγγίζοντας το ιστορικά χαμηλό ποσοστό του 3,6%. Παρά τη μείωση του περιθωρίου επιτοκίου, αυτό παραμένει υψηλό σε σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Από την άλλη πλευρά, το ΙΟΒΕ επισημαίνει ότι παραμένουν προκλήσεις όπως η αδύναμη ζήτηση για στεγαστικά δάνεια, η υψηλή έκθεση των τραπεζών σε κρατικά ομόλογα και το σημαντικό ύψος των «κόκκινων» δανείων που έχουν μεταφερθεί εκτός ισολογισμών.
Το Ινστιτούτο τονίζει ότι προτεραιότητα για το τραπεζικό σύστημα αποτελεί η επιτάχυνση της εφαρμογής του δανειακού σκέλους του Εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης, καθώς το πρόγραμμα εισέρχεται στο τελευταίο έτος της χρηματοδότησής του.
Η ελληνική οικονομία σε φάση «ώριμης ανάπτυξης»
Ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας, υπογράμμισε κατά την παρουσίαση της έκθεσης ότι η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να αναπτύσσεται με ρυθμό υψηλότερο του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ωστόσο «με σημάδια κόπωσης». Όπως τόνισε, η επόμενη περίοδος απαιτεί στρατηγική ενίσχυσης των επενδύσεων και ανανέωση της παραγωγικής βάσης, ώστε να διατηρηθεί η αναπτυξιακή δυναμική χωρίς να διογκωθούν τα εξωτερικά ελλείμματα.
Ο κ. Βέττας αναφέρθηκε επίσης στις διεθνείς αβεβαιότητες που μπορούν να επηρεάσουν αρνητικά την ελληνική οικονομία: την ένταση του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ–Κίνας, την πολιτική αστάθεια σε χώρες-πυλώνες της Ευρωζώνης, όπως η Γαλλία, αλλά και την αύξηση των γεωπολιτικών εντάσεων διεθνώς. Αυτές οι παράμετροι, όπως σημείωσε, θα μπορούσαν να επιβραδύνουν την εγχώρια κατανάλωση και να επηρεάσουν αρνητικά τις εξαγωγές, μέσω της ενίσχυσης των πληθωριστικών πιέσεων.
Επενδύσεις και τουρισμός κρατούν την ανάπτυξη
Παρά τις προειδοποιήσεις, το ΙΟΒΕ αναγνωρίζει ότι η ελληνική οικονομία συνεχίζει να υπεραποδίδει έναντι των περισσότερων χωρών της Ευρωζώνης, χάρη στην αύξηση των ξένων επενδύσεων και των εσόδων από τον τουρισμό. Η σταθερή εισροή κεφαλαίων, σε συνδυασμό με τις θετικές τάσεις στην αγορά εργασίας, διαμορφώνουν ένα περιβάλλον σχετικής ανθεκτικότητας, το οποίο μπορεί να μετριάσει τις διεθνείς αναταράξεις.
Η πρόκληση, ωστόσο, παραμένει η μετάβαση από την ανάκαμψη στη βιώσιμη ανάπτυξη — δηλαδή η δημιουργία ενός νέου παραγωγικού υποδείγματος που θα βασίζεται στην καινοτομία, τη βιομηχανία και την εξωστρέφεια. Όπως επισημαίνει το ΙΟΒΕ, η ισχυροποίηση των θεμελίων της οικονομίας και η επιτάχυνση των επενδύσεων αποτελούν την «αναγκαία συνθήκη» για να διατηρηθεί η ελληνική ανάπτυξη σε θετική τροχιά, ακόμη και μέσα σε ένα αβέβαιο διεθνές περιβάλλον.