Με φόντο την ακρίβεια, τη διαφθορά και την κρίση θεσμών, οι πολίτες δηλώνουν “κανένας” για πρωθυπουργό και ζητούν πολιτική αλλαγή
Η δημοσκόπηση της Metron Analysis για το MEGA αποτυπώνει μια βαθιά ρωγμή εμπιστοσύνης ανάμεσα στην κοινωνία και το πολιτικό σύστημα. Οι πολίτες θεωρούν πως η χώρα κινείται σε λάθος κατεύθυνση (69%), εκφράζουν αρνητική αξιολόγηση της κυβέρνησης (72%) και εμφανίζονται εξίσου επικριτικοί απέναντι στον ίδιο τον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη (69%).
Στο ερώτημα για τον «καταλληλότερο πρωθυπουργό», ο «Κανένας» προηγείται με 34%, φανερώνοντας την κλίμακα της απογοήτευσης και της αποστασιοποίησης από τα κόμματα εξουσίας. Παράλληλα, το 63% ζητά πολιτική αλλαγή, ενώ σχεδόν ένας στους δύο (49%) τάσσεται υπέρ της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες. Πρόκειται για το πιο σαφές σήμα πολιτικής φθοράς της κυβέρνησης από τις εθνικές εκλογές του 2023 και έπειτα.
Ακρίβεια και οικονομία: το αδιέξοδο της καθημερινότητας
Η Ακρίβεια (44%) και η Οικονομία (34%) αναδεικνύονται σταθερά ως τα κορυφαία προβλήματα των πολιτών. Η δυσαρέσκεια διογκώνεται από το αίσθημα αδικίας και ανισότητας, καθώς η ακρίβεια στα βασικά αγαθά και η πίεση στα νοικοκυριά επιμένουν, ενώ οι μισθοί μένουν στάσιμοι.
Το 78% δηλώνει αρνητική άποψη για τους κυβερνητικούς χειρισμούς στα οικονομικά, γεγονός που συνδέεται με την εικόνα απώλειας ελέγχου της καθημερινότητας. Στο ίδιο πνεύμα, το 68% αποδοκιμάζει τη διαχείριση των θεμάτων καθημερινότητας και το 75% εκφράζει αρνητική γνώμη για τα ζητήματα Δημοκρατίας και Θεσμών, όπου η φθορά είναι πιο δομική: η υπόθεση των υποκλοπών, το σκάνδαλο ΟΠΕΚΕΠΕ και οι χειρισμοί στα Τέμπη έχουν πλήξει ανεπανόρθωτα την αξιοπιστία της πολιτείας.
Η απογοήτευση επεκτείνεται και στα γεωπολιτικά και διεθνή θέματα, με 53% των πολιτών να δηλώνει δυσαρέσκεια για την κυβερνητική πολιτική στα ελληνοτουρκικά και στις σχέσεις με ΗΠΑ, Ρωσία και Ισραήλ.
Πολιτικό σκηνικό σε κόπωση: η ΝΔ διατηρεί την πρωτιά, χωρίς ορίζοντα αυτοδυναμίας
Παρά το αρνητικό κλίμα, η Νέα Δημοκρατία παραμένει πρώτη δύναμη με 28,7%, σχεδόν στα ίδια επίπεδα με τις ευρωεκλογές (28,3%). Η κυβερνητική φθορά δεν μεταφράζεται σε άνοδο της αντιπολίτευσης, γεγονός που υποδηλώνει γενικευμένη πολιτική απονομιμοποίηση.
Δεύτερο κόμμα αναδεικνύεται το ΠΑΣΟΚ με 12,8%, κερδίζοντας ελαφρώς έδαφος αλλά χωρίς δυναμική ανατροπής. Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζει την ελεύθερη πτώση, από το 6,2% του Σεπτεμβρίου στο 4,9%, δείχνοντας ότι η παραίτηση Τσίπρα και η κρίση ταυτότητας έχουν αποσυνδέσει πλήρως το κόμμα από την κοινωνική του βάση.
Η Ελληνική Λύση του Κυριάκου Βελόπουλου παραμένει ισχυρή με 11,7%, ενώ το ΚΚΕ καταγράφει αξιοσημείωτη άνοδο, φτάνοντας στο 10% από 8,1% τον προηγούμενο μήνα. Η Πλεύση Ελευθερίας διατηρεί σταθερή απήχηση (9,9%), αποδεικνύοντας ότι ο αντισυστημικός λόγος διατηρεί ζωτικότητα, ιδίως στους νεότερους και στους απογοητευμένους κεντροαριστερούς ψηφοφόρους.
Ο κατακερματισμός του πολιτικού σκηνικού
Η έρευνα δείχνει ότι πολλά μικρότερα κόμματα κινούνται στα όρια της κοινοβουλευτικής εισόδου:
- Φωνή Λογικής 3,6%
- Κίνημα Δημοκρατίας 3,2%
- ΜέΡΑ25 3,1%
- ΝΙΚΗ 2,8%
- Νέα Αριστερά 2%
Η εικόνα αυτή επιβεβαιώνει ότι ο κατακερματισμός του πολιτικού χάρτη συνεχίζεται, με νέες δυνάμεις να αναζητούν χώρο ανάμεσα στην κυβερνητική φθορά και στην αδυναμία των παραδοσιακών κομμάτων να εκφράσουν πειστικά εναλλακτικά σχέδια διακυβέρνησης.
Το φαινόμενο Τσίπρα: υπόγεια απήχηση, αβέβαιο μέλλον
Παρά την καθίζηση του ΣΥΡΙΖΑ, ο Αλέξης Τσίπρας εξακολουθεί να διαθέτει μια σημαντική πολιτική δεξαμενή. Το 38% των πολιτών δηλώνει θετικά διακείμενο απέναντι στο ενδεχόμενο ίδρυσης νέου κόμματος υπό την ηγεσία του, ενώ το 50% το απορρίπτει.
Ακόμα πιο ενδιαφέρον είναι ότι το 24% δηλώνει πως θα μπορούσε να το ψηφίσει, με το 11% να το θεωρεί πολύ πιθανό και το 13% αρκετά πιθανό. Τα ποσοστά αυτά, αν και δεν αρκούν για να διαμορφώσουν ηγεμονικό ρεύμα, δείχνουν ότι ο πρώην πρωθυπουργός παραμένει παράγοντας αστάθειας για το υπάρχον κομματικό σύστημα. Αν προχωρήσει στην ίδρυση νέου κόμματος, θα αναδιαμορφώσει κυρίως την Κεντροαριστερά, αφαιρώντας δυνάμεις τόσο από το ΠΑΣΟΚ όσο και από τη ριζοσπαστική Αριστερά.
Η κρίση εμπιστοσύνης ως νέο πολιτικό υπόστρωμα
Η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών δηλώνει ότι η Ελλάδα βαδίζει σε λάθος κατεύθυνση, όχι μόνο εξαιτίας της οικονομικής πίεσης αλλά και εξαιτίας της διάχυτης θεσμικής κόπωσης. Η φθορά δεν περιορίζεται στο κυβερνών κόμμα· αγγίζει συνολικά τη δημοκρατική λειτουργία, τη διαφάνεια και την αποτελεσματικότητα του κράτους.
Η υπόθεση των Τεμπών, που εξακολουθεί να προκαλεί κοινωνική οργή, συνδυάζεται με τα σκάνδαλα υποκλοπών και ΟΠΕΚΕΠΕ, σχηματίζοντας ένα τρίγωνο κρίσης όπου η ευθύνη, η λογοδοσία και η εμπιστοσύνη μοιάζουν να έχουν χαθεί.
Η κοινωνία, κουρασμένη από τις διαρκείς υποσχέσεις, γυρίζει την πλάτη τόσο στην κυβέρνηση όσο και στην αντιπολίτευση. Ο δείκτης εμπιστοσύνης προς τους θεσμούς της Δημοκρατίας βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα, ενώ το σύνδρομο “κανένας” λειτουργεί ως νέο πολιτικό μέτρο: δείκτης δυσπιστίας, αλλά και απαίτησης για ριζική ανανέωση.
Η στασιμότητα της εξουσίας και το αδιέξοδο της αντιπολίτευσης
Παρά το ευρύ κύμα δυσαρέσκειας, η κυβέρνηση εξακολουθεί να προηγείται, επιβεβαιώνοντας ότι η φθορά δεν συνοδεύεται από εναλλακτική πρόταση. Το πολιτικό κενό παραμένει ανοιχτό — ένα κενό που δεν καλύπτουν ούτε οι πρωτοβουλίες του ΠΑΣΟΚ ούτε οι αναταράξεις γύρω από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Η εικόνα θυμίζει προεκλογική κόπωση χωρίς εκλογές: το εκλογικό σώμα δείχνει να αναζητά νέα αφήγηση, όχι απαραίτητα νέα κόμματα. Ένα αφήγημα που θα συνδέει την κοινωνική ασφάλεια με την αξιοπιστία και τη δικαιοσύνη, έννοιες που σήμερα απουσιάζουν από τον πολιτικό λόγο.
Η σιωπηλή πλειοψηφία και το μήνυμα της αποστασιοποίησης
Η δημοσκόπηση της Metron Analysis δείχνει ότι το πολιτικό σύστημα έχει μπει σε παρατεταμένη κρίση νομιμοποίησης. Η ΝΔ διατηρεί την πρωτιά χωρίς πολιτικό οξυγόνο. Η αντιπολίτευση αδυνατεί να κεφαλαιοποιήσει τη φθορά. Και οι πολίτες, εγκλωβισμένοι ανάμεσα στην ακρίβεια και την απουσία εμπιστοσύνης, επιλέγουν τη σιωπή της αποχής ή την αδιέξοδη απάντηση “κανένας”.
Αυτό είναι ίσως το πιο ισχυρό πολιτικό μήνυμα της συγκυρίας: η κοινωνία δεν ζητά απλώς αλλαγή κυβέρνησης, αλλά αλλαγή πολιτικής κουλτούρας. Μέχρι να βρεθεί ποιος θα το εκφράσει πειστικά, η φθορά θα βαθαίνει — και η πολιτική σταθερότητα θα παραμένει εύθραυστη.