Η αμερικανική χρηματιστηριακή αγορά εξακολουθεί να κινείται κοντά στα ιστορικά της υψηλά, παρά τις γεωπολιτικές εντάσεις και την αβεβαιότητα που προκαλεί ο εμπορικός ανταγωνισμός ΗΠΑ–Κίνας. Όμως πίσω από την εκρηκτική άνοδο που τροφοδοτείται από τον ενθουσιασμό γύρω από την τεχνητή νοημοσύνη, ορισμένοι οικονομολόγοι διακρίνουν επικίνδυνες ομοιότητες με το κύμα ευφορίας που προηγήθηκε του «dotcom crash» το 2000.
Η Gita Gopinath, πρώην επικεφαλής οικονομολόγος και σημερινή αναπληρώτρια γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, προειδοποιεί σε άρθρο της στον Economist ότι «οι καινοτομίες μπορεί πράγματι να αυξάνουν την παραγωγικότητα, αλλά το σημερινό ράλι ενδέχεται να σπέρνει τους σπόρους μιας επώδυνης διόρθωσης». Και αυτή τη φορά, οι συνέπειες –προειδοποιεί– θα είναι παγκόσμιες.
Ένα αμερικανικό σοκ με παγκόσμιες επιπτώσεις
Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, τα αμερικανικά νοικοκυριά έχουν ενισχύσει θεαματικά τη συμμετοχή τους στο χρηματιστήριο, παρασυρμένα από τις αποδόσεις των τεχνολογικών κολοσσών. Παράλληλα, ευρωπαίοι και ασιάτες επενδυτές έχουν διοχετεύσει τεράστια κεφάλαια σε αμερικανικές μετοχές, ενισχύοντας ακόμη περισσότερο τη διασύνδεση των αγορών.
Σύμφωνα με την Gopinath, ένα κραχ στη Wall Street θα μπορούσε να διαγράψει πάνω από 20 τρισ. δολάρια από τον πλούτο των αμερικανικών νοικοκυριών — ποσό ίσο με το 70% του αμερικανικού ΑΕΠ του 2024. Η κατανάλωση θα υποχωρούσε κατά 3,5 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ η συνολική ανάπτυξη της οικονομίας θα μπορούσε να μειωθεί έως και κατά δύο μονάδες, πριν καν συνυπολογιστούν οι επιπτώσεις στις επενδύσεις.
Απώλειες 15 τρισ. δολαρίων για τον υπόλοιπο κόσμο
Οι επιπτώσεις εκτός ΗΠΑ θα ήταν εξίσου οδυνηρές. Οι ξένοι επενδυτές θα έβλεπαν τον πλούτο τους να μειώνεται κατά περίπου 15 τρισ. δολάρια, δηλαδή κατά το 20% του ΑΕΠ του υπόλοιπου πλανήτη. Για σύγκριση, το κραχ του 2000 προκάλεσε απώλειες 4 τρισ. δολαρίων σε σημερινά χρήματα — λιγότερο από το μισό ποσοστό.
«Η εξάρτηση της παγκόσμιας ζήτησης από τις ΗΠΑ είναι σήμερα πολύ βαθύτερη», σημειώνει η Gopinath, προειδοποιώντας πως ένα σοκ στη Wall Street θα προκαλέσει αλυσιδωτές αντιδράσεις σε όλα τα χρηματοπιστωτικά κέντρα.
Το δολάριο δεν είναι πια άτρωτο
Παραδοσιακά, σε περιόδους κρίσης οι επενδυτές στρέφονταν στο δολάριο ως ασφαλές καταφύγιο. Όμως, σύμφωνα με την Gopinath, αυτή η ισορροπία μπορεί να έχει ανατραπεί. Παρά τις προσδοκίες για ενίσχυση του νομίσματος λόγω των δασμών και της δημοσιονομικής πολιτικής των ΗΠΑ, το δολάριο έχει αποδυναμωθεί έναντι των βασικών νομισμάτων.
Η αβεβαιότητα γύρω από την ανεξαρτησία της Ομοσπονδιακής Τράπεζας (Fed) και οι πολιτικές πιέσεις που ασκούνται στην Ουάσιγκτον εντείνουν το ρίσκο. «Η εμπιστοσύνη στο δολάριο και στους αμερικανικούς θεσμούς είναι το θεμέλιο του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος. Αν αυτό ραγίσει, το κόστος θα είναι τεράστιο», προειδοποιεί.
Περιορισμένα “όπλα” και αυξανόμενοι εμπορικοί κίνδυνοι
Η οικονομολόγος του ΔΝΤ υπογραμμίζει ότι, σε αντίθεση με το 2000, οι κυβερνήσεις δεν διαθέτουν πλέον τα ίδια μέσα για να στηρίξουν την οικονομία. Το δημόσιο χρέος βρίσκεται σε ιστορικά υψηλά επίπεδα, ενώ ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ–Κίνας κλιμακώνεται, απειλώντας να πλήξει τις εφοδιαστικές αλυσίδες και να διαταράξει την παγκόσμια παραγωγή.
«Οι προοπτικές ανάπτυξης συρρικνώνονται και οι αβεβαιότητες πολλαπλασιάζονται», τονίζει, επισημαίνοντας ότι οι κυβερνήσεις πρέπει να αποφύγουν τη λογική των “αντιποίνων” στις εμπορικές σχέσεις και να επικεντρωθούν στη σταθεροποίηση των αγορών.
Η λύση: περισσότερη ανάπτυξη, όχι περισσότερη απομόνωση
Για την Gopinath, η απάντηση δεν βρίσκεται στην εμπορική άμυνα αλλά στη δημιουργία νέων πηγών ανάπτυξης πέρα από τις Ηνωμένες Πολιτείες. «Το ζήτημα δεν είναι το ανισόρροπο εμπόριο, αλλά η ανισόρροπη ανάπτυξη», γράφει. Αν η Ευρώπη, για παράδειγμα, επιταχύνει την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και εμβαθύνει την οικονομική της ένωση, θα μπορούσε να μειώσει την εξάρτησή της από την αμερικανική ζήτηση και να απορροφήσει καλύτερα ένα πιθανό σοκ.
Περισσότερος πλούτος, λιγότερα περιθώρια
Το τελικό συμπέρασμα είναι σαφές: ένα νέο κραχ σήμερα δεν θα μοιάζει με εκείνο του 2000. «Υπάρχει πολύ περισσότερος πλούτος που διακυβεύεται και πολύ λιγότερος δημοσιονομικός χώρος για να μετριαστούν οι συνέπειες», γράφει η Gopinath.
Οι διαρθρωτικές αδυναμίες είναι βαθύτερες και το μακροοικονομικό περιβάλλον πιο εύθραυστο από ποτέ. Αν η ιστορία επαναληφθεί, οι απώλειες δεν θα περιοριστούν στη Wall Street — αλλά θα στοιχίσουν στον κόσμο, όπως προειδοποιεί, έως και 35 τρισεκατομμύρια δολάρια.
- Ισπανία: Πενήντα Χρόνια Μετά – Το Φάντασμα του Φράνκο και η Νέα Άνοδος της Ακροδεξιάς
- Αργύρης Ζήλος (1952–2025): Ο άνθρωπος που δίδαξε στην Ελλάδα πώς να ακούει μουσική
- Θύελλα στην Εξεταστική για τον ΟΠΕΚΕΠΕ – Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ σε ανοιχτή σύγκρουση για τις πολιτικές ευθύνες
- Μιχάλης Χλέτσος / Φτωχοί εργαζόμενοι: Μια αντίφαση με κοινωνικές και οικονομικές προεκτάσεις
- Μυστικές συνομιλίες ΗΠΑ–Ρωσίας: Οδικός χάρτης 28 σημείων για την ειρήνη στην Ουκρανία την ώρα που η Ευρώπη καλλιεργεί κλίμα πολέμου