Η Ουάσιγκτον επιβάλλει τελωνειακούς δασμούς έως και 200% στα κινεζικά προϊόντα – Το Πεκίνο απαντά με “νόμιμα αντίμετρα” και περιορισμούς στις εξαγωγές σπανίων γαιών
Ο εμπορικός πόλεμος ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του πλανήτη επέστρεψε με ορμή. Ο Ντόναλντ Τραμπ, σε μια αιφνιδιαστική αλλά χαρακτηριστικά επιθετική κίνηση, ανακοίνωσε την Παρασκευή την επιβολή επιπρόσθετων τελωνειακών δασμών 100% σε όλα τα κινεζικά προϊόντα που εισάγονται στις Ηνωμένες Πολιτείες, σε μια απόφαση που τινάζει στον αέρα την εύθραυστη «εκεχειρία» των τελευταίων μηνών. Η νέα αυτή κλιμάκωση σηματοδοτεί την πιο σοβαρή επιδείνωση στις σινοαμερικανικές σχέσεις από τότε που ο Ρεπουμπλικανός πρόεδρος επέστρεψε στον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο.
Απόπειρα εκδίκησης ή προεκλογική επίδειξη ισχύος;
Η ανακοίνωση του Τραμπ, μέσω της πλατφόρμας του Truth Social, ήρθε σε άμεση απάντηση στους νέους περιορισμούς που επέβαλε το Πεκίνο στις εξαγωγές τεχνολογιών που σχετίζονται με τις σπάνιες γαίες – ένα πεδίο στρατηγικής σημασίας για τη βιομηχανία υψηλής τεχνολογίας, από τα smartphones και τις ανεμογεννήτριες μέχρι τα μαχητικά αεροσκάφη και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα.
Ο Αμερικανός πρόεδρος, υιοθετώντας τη γνώριμη ρητορική του εμπορικού εθνικισμού, υποστήριξε ότι οι κινήσεις της Κίνας συνιστούν «εξαιρετικά επιθετική στάση» και ότι «οι ΗΠΑ δεν μπορούν να επιτρέψουν στο Πεκίνο να κρατά τον κόσμο σε ομηρία». Όπως δήλωσε, οι νέοι δασμοί θα προστεθούν στους ήδη υπάρχοντες, που φτάνουν το 30%, οδηγώντας ορισμένες κατηγορίες προϊόντων σε τελωνειακές επιβαρύνσεις της τάξης του 150% ή ακόμη και 200%.
Η κίνηση αυτή, που αιφνιδίασε ακόμα και τους στενούς συμβούλους του, συνιστά αναμφίβολα πολιτικό μήνυμα. Με τις προεδρικές εκλογές του 2028 να αρχίζουν να διαφαίνονται στον ορίζοντα, ο Τραμπ επιδιώκει να επαναβεβαιώσει την εικόνα του ως «προστάτη του αμερικανικού εργάτη» και υπερασπιστή των εθνικών συμφερόντων απέναντι σε μια Κίνα που, όπως συνηθίζει να λέει, «κλέβει θέσεις εργασίας και τεχνολογία».
Η “έκπληξη” της Ουάσιγκτον και το ρήγμα στη διπλωματία
Σύμφωνα με αξιωματούχους του Λευκού Οίκου, η Ουάσιγκτον αιφνιδιάστηκε πλήρως από την ανακοίνωση του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου, που περιορίζει την εξαγωγή τεχνολογιών εξόρυξης και παραγωγής σπανίων γαιών. Ο Τραμπ έκανε λόγο για «αληθινή έκπληξη» και υποστήριξε ότι δεν υπάρχει πλέον λόγος να πραγματοποιηθεί η προγραμματισμένη συνάντηση με τον Σι Τζινπίνγκ στη σύνοδο της APEC στη Νότια Κορέα σε δύο εβδομάδες.
Η ακύρωση αυτής της συνάντησης θα αποτελέσει ισχυρό πλήγμα στη διπλωματική προσπάθεια αποκλιμάκωσης που είχε ξεκινήσει μετά τις πρώτες συναντήσεις των δύο ηγετών στις αρχές του 2025. Μέχρι πρότινος, ο Τραμπ φαινόταν διατεθειμένος να επαναφέρει τις σχέσεις σε πιο σταθερή τροχιά, ακόμη και εξετάζοντας επίσκεψη στην Κίνα εντός του 2026. Η σημερινή του στάση, ωστόσο, δείχνει μια επιστροφή στο παλιό μοτίβο της αντιπαράθεσης χωρίς διπλωματικά φρένα.
Οι αγορές αντιδρούν με πανικό
Η ανακοίνωση των δασμών προκάλεσε άμεσο σοκ στη Wall Street. Οι δείκτες της Νέας Υόρκης βούτηξαν στο κόκκινο πριν ακόμη ολοκληρωθεί η συνεδρίαση: ο Dow Jones υποχώρησε κατά 1,9%, ο Nasdaq κατά 3,56% και ο S&P 500 κατά 2,71%, διαγράφοντας τα κέρδη των δύο προηγούμενων εβδομάδων.
Οι επενδυτές εκτιμούν ότι ο εμπορικός πόλεμος μπορεί να πλήξει εκ νέου τις αλυσίδες εφοδιασμού, να αυξήσει το κόστος πρώτων υλών και να επιβραδύνει την ανάκαμψη της αμερικανικής μεταποίησης. Ειδικά οι εταιρείες τεχνολογίας και αυτοκινητοβιομηχανίας, που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από κινεζικές πρώτες ύλες και εξαρτήματα, αντιμετωπίζουν σοβαρούς κινδύνους.
Η Wall Street, που μέχρι πρόσφατα υποδεχόταν με σκεπτικισμό τις επιθετικές εμπορικές πολιτικές του Τραμπ, πλέον φοβάται το ενδεχόμενο μιας αλυσιδωτής ύφεσης στο παγκόσμιο εμπόριο, καθώς και την άνοδο του πληθωρισμού στις ΗΠΑ.
Το Πεκίνο απαντά με “νόμιμη άμυνα”
Το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου αντέδρασε ακαριαία, χαρακτηρίζοντας τα αμερικανικά μέτρα «τυπική μονομερή ενέργεια προφανούς προκατάληψης» που «βλάπτει σοβαρά τα συμφέροντα των κινεζικών εταιριών». Σε δήλωσή του, εκπρόσωπος του υπουργείου ανέφερε ότι τα αντίμετρα του Πεκίνου αποτελούν «νόμιμη άμυνα» και αποσκοπούν στη διατήρηση ενός «περιβάλλοντος δίκαιου ανταγωνισμού στη διεθνή ναυτιλία».
Σύμφωνα με την ανακοίνωση, η Κίνα θα επιβάλει «ειδικά τέλη ελλιμενισμού» σε πλοία αμερικανικών συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων όσων φέρουν την αμερικανική σημαία ή ελέγχονται από αμερικανικές εταιρείες. Το μέτρο έρχεται ως απάντηση στα πρόσθετα τέλη που είχε επιβάλει η Ουάσιγκτον σε κινεζικά πλοία τον περασμένο Απρίλιο.
Το Πεκίνο εμφανίζεται αποφασισμένο να μην υποχωρήσει. Οι Κινέζοι αξιωματούχοι υποστηρίζουν ότι οι κινήσεις του Τραμπ υπονομεύουν το διεθνές εμπορικό σύστημα και οδηγούν την παγκόσμια οικονομία σε «περίοδο επικίνδυνης αστάθειας».
Οι σπάνιες γαίες: το “όπλο” της Κίνας
Οι σπάνιες γαίες, στις οποίες αναφέρεται ο Τραμπ, δεν είναι καθόλου «σπάνιες» ως προς την ύπαρξή τους, αλλά εξαιρετικά δύσκολες και δαπανηρές στην εξόρυξη και επεξεργασία. Η Κίνα ελέγχει περίπου το 70% της παγκόσμιας παραγωγής και σχεδόν το 90% της παγκόσμιας επεξεργασίας αυτών των πολύτιμων υλικών.
Η απόφαση του Πεκίνου να περιορίσει τις εξαγωγές τεχνολογιών εξόρυξης και επεξεργασίας αποτελεί σαφές μήνυμα: η Κίνα είναι πρόθυμη να χρησιμοποιήσει τη δεσπόζουσα θέση της ως μοχλό πίεσης. Οι αμερικανικές εταιρείες, από τη Boeing και την General Electric έως την Tesla και την Apple, εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από αυτές τις πρώτες ύλες.
Για την Ουάσιγκτον, η κίνηση αυτή θεωρείται στρατηγική απειλή. Ο Τραμπ και οι σύμβουλοί του φέρονται να εξετάζουν εναλλακτικές πηγές προμήθειας από την Αυστραλία, τον Καναδά και τη Γροιλανδία, όμως η αντικατάσταση του κινεζικού εφοδιασμού είναι μακροχρόνια και εξαιρετικά δαπανηρή διαδικασία.
Επιστροφή στο “America First”
Αναλυτές θεωρούν ότι ο Τραμπ επιχειρεί να επαναφέρει τον εμπορικό εθνικισμό στο κέντρο της πολιτικής του ατζέντας. Η ρητορική «America First» που χαρακτήρισε την πρώτη του θητεία επανέρχεται με νέα ένταση, καθώς η κυβέρνησή του θέτει στο στόχαστρο όχι μόνο την Κίνα αλλά και συμμάχους που θεωρεί ότι «εκμεταλλεύονται το αμερικανικό εμπορικό σύστημα».
Η επιβολή επιπλέον δασμών μπορεί να ικανοποιεί ένα μέρος του εκλογικού του ακροατηρίου, κυρίως στις βιομηχανικές Πολιτείες, ωστόσο πολλοί οικονομολόγοι προειδοποιούν ότι θα έχει το αντίθετο αποτέλεσμα: αύξηση τιμών, πλήγμα στις εξαγωγές και αποσταθεροποίηση των αγορών.
Ήδη, εταιρείες logistics και εισαγωγείς προειδοποιούν για καθυστερήσεις και ελλείψεις σε βασικά καταναλωτικά αγαθά. Η αμερικανική βιομηχανία φαρμάκων και ιατρικού εξοπλισμού, που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από κινεζικά εξαρτήματα, εκτιμά ότι θα χρειαστούν «τουλάχιστον 18 μήνες» για να προσαρμοστεί στο νέο καθεστώς.
Το τέλος της “εκεχειρίας”
Η προσωρινή εμπορική εκεχειρία που είχε συμφωνηθεί μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου την άνοιξη προέβλεπε μείωση των γενικών δασμών στο 30% για τα κινεζικά προϊόντα και στο 10% για τα αμερικανικά. Η συμφωνία θα διαρκούσε ως τις 10 Νοεμβρίου. Όμως η κίνηση του Τραμπ τη διέλυσε πολύ νωρίτερα.
Οι δυο πλευρές είχαν τότε προσπαθήσει να δώσουν την εντύπωση ότι επιστρέφουν σε έναν ελεγχόμενο ανταγωνισμό, με στόχο την αποκατάσταση των εφοδιαστικών αλυσίδων που είχαν διαλυθεί από την πανδημία και τις γεωπολιτικές εντάσεις. Τώρα, όμως, όλα δείχνουν πως το σπιράλ της αντιπαράθεσης ξεκινά ξανά, με όρους πιο σκληρούς και λιγότερο προβλέψιμους.
Μια παγκόσμια οικονομία υπό πίεση
Η αναζωπύρωση του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ–Κίνας δεν αφορά μόνο τους δύο γίγαντες. Οι συνέπειες απλώνονται σε ολόκληρο τον πλανήτη. Από την Ευρώπη έως την Ινδία και τη Λατινική Αμερική, οι αγορές παρακολουθούν με ανησυχία το ενδεχόμενο νέας αποσταθεροποίησης στις τιμές πρώτων υλών και στις εφοδιαστικές ροές.
Οι οικονομίες που εξαρτώνται από τις εξαγωγές προς τις δύο υπερδυνάμεις θα βρεθούν σε δύσκολη θέση, ενώ οι διεθνείς οργανισμοί, όπως ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, αντιμετωπίζουν την πρόκληση να διαχειριστούν μια νέα περίοδο εμπορικού κατακερματισμού.
Επιστροφή σε έναν επικίνδυνο κόσμο
Το γεγονός ότι οι δασμοί επιστρέφουν ως εργαλείο πολιτικής δείχνει ότι η εποχή της «παγκοσμιοποίησης χωρίς όρια» έχει οριστικά τελειώσει. Ο εμπορικός πόλεμος Τραμπ–Σι δεν αφορά απλώς δασμούς και ποσοστά, αλλά τη μάχη για το ποιος θα καθορίσει τους κανόνες της νέας τεχνολογικής και οικονομικής εποχής.
Σε αυτό το σκηνικό, κάθε νέα σύγκρουση μεταξύ Ουάσιγκτον και Πεκίνου δεν είναι απλώς μια διαμάχη για τις εισαγωγές και τις εξαγωγές – είναι ένα επεισόδιο στον μακρύ ανταγωνισμό για την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία. Και ο κόσμος, ήδη κουρασμένος από κρίσεις και αβεβαιότητες, καλείται για άλλη μια φορά να πληρώσει το τίμημα.
- Ο Μακρόν ξαναδιορίζει τον Λεκορνί – «Μας κάνει πλάκα» λένε οι αντίπαλοί του
- Ανάλυση / Ο Τραμπ βάζει μπουρλότο στις εμπορικές σχέσεις με την Κίνα
- Μαρία Μπράνιας Μορέρα: Η γυναίκα που «νίκησε» τον χρόνο
- Τρομακτική έκρηξη σε στρατιωτική βιομηχανία εκρηκτικών στο Τενεσί – Πολλοί νεκροί και αγνοούμενοι
- Αλέξης Τσίπρας: «Δεν πάει άλλο – Ο Μητσοτάκης κυβερνά ως ολιγάρχης»