Πώς το «μεγαλύτερο οικονομικό πείραμα» των τελευταίων δεκαετιών έγινε ο καταλύτης για τη διεύρυνση των ανισοτήτων, την κοινωνική οργή και τη γεωπολιτική ανασφάλεια
Από το όνειρο της ενότητας στο σοκ της διάλυσης
Στις αρχές της δεκαετίας του ’90, η πτώση του Τείχους του Βερολίνου και το τέλος του Ψυχρού Πολέμου σήμαναν, υποτίθεται, την απαρχή μιας νέας εποχής: μιας παγκόσμιας οικονομίας χωρίς σύνορα, όπου το ελεύθερο εμπόριο και η τεχνολογική πρόοδος θα εξασφάλιζαν ειρήνη και ευημερία για όλους. Τριάντα χρόνια μετά, το όραμα αυτό μοιάζει περισσότερο με πλάνη.
Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Ντέιβιντ Τζ. Λιντς, στο βιβλίο του The World’s Worst Bet («Το χειρότερο στοίχημα του κόσμου»), επιχειρεί να εξηγήσει γιατί η παγκοσμιοποίηση απέτυχε να ενώσει τον κόσμο και κατέληξε να τον διχάσει. Με τη ματιά ενός βετεράνου ρεπόρτερ που παρακολούθησε επί δεκαετίες τις διεθνείς αγορές, ο Λιντς αφηγείται την πορεία από τη μεγάλη υπόσχεση της ελεύθερης αγοράς στη σημερινή εποχή της απογοήτευσης, της ανισότητας και του λαϊκισμού.
Το «σοκ της Κίνας» και η οργή της ενδοχώρας
Κεντρικό σημείο του βιβλίου είναι το λεγόμενο China shock —το κύμα φθηνών εξαγωγών από την Κίνα που σάρωσε τη βιομηχανία των Ηνωμένων Πολιτειών και έπληξε θανάσιμα την εργατική της τάξη. Εκατοντάδες πόλεις στη βιομηχανική ενδοχώρα ερήμωσαν, τα εργοστάσια έκλεισαν, και το κοινωνικό συμβόλαιο που για δεκαετίες στήριζε τη μεσαία τάξη διαλύθηκε.
Ο Λιντς δείχνει πώς οι πολιτικές του Μπιλ Κλίντον —που οδήγησαν στην ένταξη της Κίνας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου— θεωρήθηκαν τότε προοδευτικές, αλλά αποδείχθηκαν η απαρχή μιας βαθιάς κοινωνικής κρίσης. Από εκεί ξεκινά, λέει, η αλυσίδα γεγονότων που κατέληξε στην εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ, του πολιτικού που αξιοποίησε όσο κανείς άλλος την οργή της παγκοσμιοποίησης.
Από τον Κλίντον στον Τραμπ: ένα συνεχές απογοήτευσης
Η αφήγηση του Λιντς δεν είναι απλώς οικονομική, αλλά βαθιά πολιτική. Από τον φιλελεύθερο ενθουσιασμό της δεκαετίας του ’90 ως τη σημερινή στροφή στον προστατευτισμό, βλέπει μια γραμμική πορεία: μια διαρκή διάψευση των υποσχέσεων της ανοιχτής αγοράς.
Όπως επισημαίνει, σήμερα Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί μοιάζουν περισσότερο από ποτέ. Η Ουάσιγκτον έχει εγκαταλείψει το δόγμα του «ελεύθερου εμπορίου». Ο Τζο Μπάιντεν, που κάποτε υπερασπιζόταν την παγκόσμια συνεργασία, εμφανίζεται πλέον ως υπερασπιστής της αμερικανικής βιομηχανίας και των εργαζομένων. Ο Λιντς βλέπει σε αυτή τη μεταστροφή όχι απλώς πολιτικό ρεαλισμό, αλλά μια βαθιά αναγνώριση ότι το παλιό μοντέλο απέτυχε.
Η νέα εποχή του «επιλεκτικού εμπορίου»
Παρότι ο Λιντς είναι κριτικός απέναντι στην ασυγκράτητη παγκοσμιοποίηση, δεν υποστηρίζει μια επιστροφή στον οικονομικό απομονωτισμό. «Ούτε η ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση των δεκαετιών 1989-2008 ούτε η αυτάρκεια είναι βιώσιμες», γράφει.
Αντίθετα, προβλέπει μια νέα μορφή διεθνούς συνεργασίας: «επιλεκτική» και «υπολογισμένη». Κάθε βιομηχανία, κάθε προϊόν, κάθε εφοδιαστική αλυσίδα θα αξιολογείται πια με βάση δύο κριτήρια —την αποδοτικότητα και την ασφάλεια. Σε αυτή τη νέα παγκόσμια αρχιτεκτονική, η γεωπολιτική θα καθορίζει το εμπόριο, όχι το αντίστροφο.
Η πανδημία, οι εμπορικοί πόλεμοι, αλλά και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία απέδειξαν ότι η υπερ-εξάρτηση από ξένα δίκτυα παραγωγής μπορεί να γίνει εθνική παγίδα. Η εποχή της παγκοσμιοποίησης χωρίς όρια έχει τελειώσει· έρχεται η εποχή της «προσεκτικής αλληλεξάρτησης».
Η διπλή όψη του ίδιου νομίσματος
Παρά τις αποτυχίες της, ο Λιντς δεν απορρίπτει συλλήβδην την παγκοσμιοποίηση. Για μεγάλο μέρος του πλανήτη, σημειώνει, το στοίχημα πέτυχε: εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι βγήκαν από τη φτώχεια, ιδιαίτερα στην Κίνα, την Ινδία και τη Νοτιοανατολική Ασία.
Αλλά στη Δύση, η ανισότητα εκτοξεύτηκε. Οι μεγάλοι κερδισμένοι ήταν οι πολυεθνικές και οι επενδυτές, ενώ οι χαμένοι ήταν οι εργάτες, οι αγρότες, οι μικρομεσαίοι. Ο κόσμος της Wall Street άνθισε, την ώρα που ο κόσμος των μεσαίων πόλεων μαράζωνε. Το αποτέλεσμα ήταν η πολιτική τοξικότητα που διατρέχει σήμερα τη Δύση: από το Brexit μέχρι την άνοδο της άκρας Δεξιάς στην Ευρώπη και την αμερικανική ριζοσπαστική Δεξιά.
Η μεγάλη μπλόφα του 20ού αιώνα
Ο συγγραφέας χαρακτηρίζει την παγκοσμιοποίηση «την πιο κακή μπλόφα του σύγχρονου καπιταλισμού». Όχι γιατί απέτυχε παντού, αλλά γιατί οι κυβερνήσεις πίστεψαν ότι η αγορά θα αυτορυθμιστεί.
Οι πολιτικές ηγεσίες της Δύσης δεν προνόησαν να στηρίξουν όσους έχασαν τη δουλειά τους, δεν αναμόρφωσαν τη φορολογία, ούτε ενίσχυσαν το κράτος πρόνοιας. Η αγορά έγινε αυτοσκοπός και όχι εργαλείο κοινωνικής προόδου. Έτσι, η «κακή μπλόφα» της ελεύθερης αγοράς άφησε πίσω της πολιτικά ερείπια και μια κοινωνία διχασμένη ανάμεσα στους «παγκοσμιοποιημένους» και τους «ξεχασμένους».
Το μέλλον: νέα σοκ, παλιά λάθη
Ο Λιντς κλείνει με μια προειδοποίηση: τα επόμενα κύματα αλλαγών —η τεχνητή νοημοσύνη και η πράσινη μετάβαση— απειλούν να αναπαράγουν τα ίδια λάθη. Οι κοινωνίες δεν έχουν προετοιμαστεί για το ποιοι θα είναι οι «χαμένοι» αυτής της νέας φάσης της οικονομικής μετάλλαξης.
Αν δεν υπάρξει πολιτική βούληση να στηριχθούν οι αδύναμοι και να μειωθούν οι ανισότητες, η ιστορία της παγκοσμιοποίησης θα επαναληφθεί —μόνο που αυτή τη φορά το τίμημα θα είναι ακόμα βαρύτερο.
Το στοίχημα που συνεχίζεται
«Η Αμερική προσπαθεί τώρα να διορθώσει το λάθος της ανεξέλεγκτης παγκοσμιοποίησης», γράφει ο Λιντς. «Αλλά κινδυνεύει να το παρακάνει».
Η παγκοσμιοποίηση δεν πέθανε· απλώς μεταμορφώθηκε. Οι οικονομίες εξακολουθούν να αλληλεπιδρούν, οι τεχνολογίες να διασυνδέουν, τα κεφάλαια να ταξιδεύουν. Το ερώτημα είναι αν ο κόσμος θα καταφέρει να μετατρέψει ξανά αυτή τη δύναμη σε ευκαιρία και όχι σε απειλή.
Ίσως, τελικά, το στοίχημα της παγκοσμιοποίησης να μην έχει χαθεί οριστικά. Αλλά όπως δείχνει ο Λιντς, είναι καιρός να πάψουμε να ποντάρουμε τυφλά.
- Η έδρα Τσίπρα περνά στον Θοδωρή Δρίτσα
- Υπό στενή παρακολούθηση το “Πίρι Ρέις” – Διπλωματικός και στρατιωτικός συναγερμός στο Αιγαίο
- Ο Αλέξης Τσίπρας παραιτήθηκε από βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ – Το μήνυμά του στους Έλληνες
- Η παγκοσμιοποίηση και η ψευδαίσθηση της ευημερίας: Το στοίχημα που χάθηκε
- Διπλό φονικό στη Φοινικούντα – Νεκροί ο ιδιοκτήτης και ο εργαζόμενος κάμπινγκ