Την απόφασή του να μην συμπεριλάβει την καθιέρωση του 13ου μισθού για τους δημοσίους υπαλλήλους στο πακέτο μέτρων που ανακοίνωσε από το βήμα της ΔΕΘ εξήγησε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου.
Όπως υποστήριξε, η επιλογή αυτή βασίστηκε στους αυστηρούς δημοσιονομικούς περιορισμούς και στην ανάγκη για πιο οριζόντια στήριξη της κοινωνίας. Ο ίδιος υπενθύμισε ότι το συνολικό πακέτο μέτρων ανέρχεται σε 1,7 δισεκατομμύρια ευρώ και χαρακτήρισε τις παρεμβάσεις «μία από τις πιο τολμηρές φορολογικές μεταρρυθμίσεις της μεταπολίτευσης».
Το κόστος του μέτρου και το πλεόνασμα
Ο πρωθυπουργός εξήγησε ότι η καθιέρωση 13ου μισθού θα κόστιζε 1,3-1,4 δισ. ευρώ, απορροφώντας σχεδόν ολόκληρο το πλεόνασμα του 2026. «Εάν προκρίναμε αυτή την επιλογή, τότε δεν θα μπορούσαμε να υλοποιήσουμε τις υπόλοιπες παρεμβάσεις», είπε, καλώντας την αντιπολίτευση «να εξηγήσει από πού θα περικόψει για να καλύψει δημοσιονομικά την πρόταση».
Φορολογικές ελαφρύνσεις για ευρύτερα στρώματα
Αντί του 13ου μισθού, η κυβέρνηση προχώρησε σε εκτεταμένες φορολογικές ελαφρύνσεις, οι οποίες —σύμφωνα με τον κ. Μητσοτάκη— ωφελούν πάνω από τέσσερα εκατομμύρια πολίτες, μεταξύ των οποίων μισθωτοί, συνταξιούχοι και νέοι εργαζόμενοι. «Ο καλύτερος τρόπος να υπηρετήσουμε μια φιλελεύθερη πολιτική είναι να αφήνουμε περισσότερα χρήματα στις τσέπες των φορολογουμένων», δήλωσε, χαρακτηρίζοντας την επιλογή «πιο ορθή και πιο δίκαιη».
Ανοιχτό το ενδεχόμενο επανεξέτασης
Ο πρωθυπουργός άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο να επανεξεταστεί το ζήτημα του 13ου μισθού στο μέλλον, εφόσον οι δημοσιονομικές συνθήκες το επιτρέψουν. «Φιλοδοξούμε η πολιτική υγιών πλεονασμάτων να συνεχιστεί και του χρόνου. Τα καλύτερα είναι μπροστά μας», είπε χαρακτηριστικά.
«Το μέρισμα της ανάπτυξης επιστρέφει στους πολίτες»
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι το οικονομικό πλεόνασμα επιστρέφει στην κοινωνία με δίκαιο τρόπο, ως αναγνώριση της προσπάθειας των πολιτών που «έβαλαν πλάτη» τα προηγούμενα χρόνια.