Η διπλωματική ιστορία των τελευταίων δυο και πλέον αιώνων είναι μια ευρωκεντρική υπόθεση, με διάφορα παραδείγματα διαπραγματεύσεων. Από τα σαλόνια της Βιέννης, του Παρισιού, του Βερολίνου και των Βερσαλλιών τον 19ο και τις αρχές του 20ού αιώνα, όπου οι διπλωμάτες της Ευρώπης καθόριζαν τις τύχες των λαών αψηφώντας τις ιστορικές καταβολές στο βωμό γεωπολιτικών παιγνίων.
Του Πέτρου Βαμβακά*
Το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου εγκαινίασε μια νέα εποχή διπλωματίας, βασισμένη στα πλαίσια του διεθνούς δικαίου, της αυτοδιάθεσης των λαών και του σεβασμού των συνόρων των κρατών.
Την τελευταία εβδομάδα, παρακολουθώντας τη διπλωματική κινητικότητα γύρω από την Ουκρανία, για άλλη μια φορά έγινε ευρέως κατανοητό ότι βρισκόμαστε σε μια νέα εποχή και στον τομέα των διαπραγματεύσεων, όπου κυριαρχεί η λογική του θεάματος αλλά και η επιστροφή της «διπλωματίας των σαλονιών».
Για πρώτη φορά παρακολουθήσαμε λεπτό προς λεπτό τη διαδικασία, ένα είδος διπλωματικού ριάλιτι.
Το ουκρανικό ζήτημα, το οποίο για εβδομάδες είχε μπει στο περιθώριο της ειδησεογραφίας, επανήλθε όταν ο Αμερικανός πρόεδρος, προσπαθώντας να ξεφύγει από τη δυσμενή για εκείνον εσωτερική ειδησεογραφία —μετά την απόλυση της διευθύνουσας της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας και την ειδησεογραφία γύρω από την υπόθεση Έπστιν— το έφερε ξανά στο προσκήνιο με θεαματικό τρόπο. Παρακολουθήσαμε έναν Αμερικανό πρόεδρο να ξεπερνά κάθε προηγούμενο, στήνοντας δύο εντυπωσιακά σκηνικά στην Αλάσκα και στην Ουάσιγκτον, με επιδείξεις ισχύος, από τις υπερπτήσεις μέχρι και τις εικόνες από τον επιβλητικό Λευκό Οίκο, σύμβολο του προεδρικού θώκου της πλανητικής υπερδύναμης.
Ενώ το θέαμα ήταν επικοινωνιακά στημένο στα πλαίσια του 21ου αιώνα, το σκηνικό των ηγετών ήταν στα πρότυπα του 19ου αιώνα, ακόμα και με χάρτες εδαφικών παραχωρήσεων. Το χειρότερο όμως είναι ότι, δυστυχώς, η διαδικασία της διπλωματικής διαπραγμάτευσης χρειάζεται επιμέλεια, στρατηγικό βάθος, επιμονή, υπομονή, συνέχεια και διαύγεια. Αντίθετα, εκτός του Αμερικανού προέδρου ο οποίος πραγματικά κατέχει τη σημερινή εποχή της «καλής τηλεθέασης», παρακολουθήσαμε μια ευρωπαϊκή ηγεσία που προσπάθησε να γεφυρώσει την απόσταση από τη στρατηγική της προηγούμενης αμερικανικής ηγεσίας, εκείνης του Μπάιντεν, σε σχέση με εκείνη του Τραμπ. Παραμερίζοντας βασικούς κανόνες της διπλωματίας και ξεχνώντας ότι και οι ίδιοι είχαν γίνει μέρος του θεάματος, έπαιξαν τον ρόλο του κόλακα σε μια προσπάθεια να μη χάσουν την εύνοια του Τραμπ, εκθέτοντας έτσι την αδυναμία τους ως ηγέτες και ως Ευρώπη.
Στη σημερινή εποχή της συνεχούς ειδησεογραφίας, ανάλυσης και γενικότερης διάσπασης προσοχής είναι αδύνατο να μιλήσουμε για ουσιαστική διπλωματική διαπραγμάτευση. Το θέαμα των τελευταίων ημερών ήταν περισσότερο ενδεικτικό της σημερινής πραγματικότητας παρά ένδειξη σοβαρής διαπραγμάτευσης.
Το πιο ξεκάθαρο μάθημα της τελευταίας εβδομάδας είναι ότι η διπλωματική διαπραγμάτευση στην εποχή της άμεσης ειδησεογραφίας και του θεάματος είναι πιο απαιτητική και πιο δύσκολη, διότι οι βασικοί κανόνες της επιμονής και υπομονής δεν έχουν αλλάξει, παρά το γεγονός ότι η αμεσότητα και η διάσπαση προσοχής την καθιστούν σχεδόν αδύνατη.
Το πιο ανησυχητικό όμως είναι ότι πλέον είναι οφθαλμοφανές πως το διακύβευμα δεν είναι μόνο μια πιθανή εκεχειρία ή ειρήνη στην περιοχή της Ουκρανίας, αλλά η ίδια η συνοχή της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. Η λήθη της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών να αναλογιστούν τα μαθήματα του παρελθόντος, που οδήγησαν την ανθρωπότητα σε αιματηρούς αναθεωρητισμούς, είναι προφανής.
Η σύγκρουση στην Ανατολική Ουκρανία έχει διάρκεια τουλάχιστον τριάντα ετών, με την εισβολή της Ρωσίας τον Φεβρουάριο του 2022 να είναι το πιο πρόσφατο κεφάλαιο σε μια γεωπολιτική διελκυστίνδα δεκαετιών. Η αντιμετώπιση του θέματος μόνο στα πλαίσια του θεάματος και της πολιτικής σκοπιμότητας, αγνοώντας την ιστορία, τη δυναμική της γεωγραφίας και τους κανόνες της διπλωματίας, καθιστά οποιαδήποτε λύση διάρκειας ανέφικτη και αδύνατη, εκθέτοντας τη Βορειοατλαντική Συμμαχία και παγιδεύοντάς την σε έναν ρωσικό αναθεωρητισμό, θέτοντας έτσι τον πλανήτη μεταξύ δύο κάκιστων επιλογών.
Μια πιθανή νίκη της Ρωσίας θα σήμαινε ότι η αλλαγή συνόρων με βίαιο τρόπο γίνεται αποδεκτή, αλλάζοντας ριζικά το διεθνές δίκαιο με δραματικές επιπτώσεις. Ενώ μια πιθανή ήττα της Ρωσίας θα ήταν επίσης δυσμενής, διότι θα σήμαινε έναν διαρκή ρωσικό αναθεωρητισμό και θα άλλαζε ριζικά το γεωπολιτικό παιχνίδι και πέρα από την Ευρασία.
Το θέαμα της περασμένης εβδομάδας κατέδειξε ακόμα περισσότερο ότι τα χαρακτηριστικά της επιτυχούς διπλωματίας έχουν θυσιαστεί στον βωμό της τηλεθέασης, δημιουργώντας ένα ανησυχητικότερο σκηνικό και απομακρύνοντάς μας από οποιαδήποτε πραγματική λύση.
*καθηγητής στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών & Διεθνών Σχέσεων του Emmanuel College της Βοστώνης, Διευθυντής στο Ινστιτούτο Μελετών Ανατολικής Μεσογείου