Οι υπουργοί Εξωτερικών της Ευρωπαϊκής Ένωσης συνεδριάζουν ενόψει της συνόδου Τραμπ – Πούτιν στην Αλάσκα, σε μια στιγμή έντασης μεταξύ Μόσχας και Ευρώπης.
Η σύνοδος στην Αλάσκα, η οποία θα είναι η πρώτη μεταξύ εν ενεργεία προέδρων ΗΠΑ και Ρωσίας μετά τη Γενεύη του 2021, λαμβάνει χώρα εν μέσω έντονων επικρίσεων από τη ρωσική πλευρά προς την Ευρωπαϊκή Ένωση και το Κίεβο.
Οι νέες επιθετικές δηλώσεις από τη Μόσχα
Η Μαρία Ζαχάροβα, εκπρόσωπος του ρωσικού Υπουργείου Εξωτερικών, περιέγραψε τη σχέση Ουκρανίας – ΕΕ ως «νεκροφιλία», σε αντίδραση στην ευρωπαϊκή στήριξη προς το Κίεβο και στην ευρωπαϊκή θέση να μην αποκλειστεί η Ουκρανία από την ειρηνευτική διαδικασία. Παράλληλα, ο πρώην πρόεδρος της Ρωσίας, Ντμίτρι Μεντβέντεφ, χαρακτήρισε την Ευρωπαϊκή Ένωση «ευρω-ηλίθιους» που αποφεύγουν να συνεργαστούν με τις αμερικανικές προσπάθειες για την επίλυση της ουκρανικής σύγκρουσης.
Η ευρωπαϊκή θέση και οι αμερικανικές πιέσεις
Η Κάγια Κάλας, επικεφαλής της ευρωπαϊκής διπλωματίας, υπογράμμισε ότι η Ουκρανία και η ΕΕ πρέπει να συμπεριληφθούν σε οποιαδήποτε συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας, καθώς το ζήτημα αφορά την ασφάλεια ολόκληρης της Ευρώπης. Αντίθετα, ο Γενικός Γραμματέας του NATO, Μαρκ Ρούτε, ξεκαθάρισε ότι δεν μπορεί να υπάρξει νομική αναγνώριση του ρωσικού ελέγχου σε ουκρανικά εδάφη, αν και δεν αποκλείεται μια ντε φάκτο αναγνώριση, συγκαταβατική σε ό,τι συνέβη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τα Βαλτικά κράτη.
Στο παρασκήνιο, το αμερικανικό δίκτυο CNN μετέδωσε την ανησυχία ευρωπαίου διπλωμάτη ότι η Ευρώπη κινδυνεύει να καταστεί «υποσημείωση» στην παγκόσμια ιστορία, λόγω έλλειψης στρατηγικής ανεξάρτητης από τις αμερικανικές πιέσεις, όπως επισημαίνει εδώ και χρόνια ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν.
Κοινή ευρωπαϊκή δήλωση και επιφυλάξεις
Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία, η Κομισιόν, η Πολωνία και η Φινλανδία συνυπέγραψαν κοινή δήλωση με τη σταθερή δέσμευση ότι τα διεθνή σύνορα δεν πρέπει να αλλάζουν με τη βία. Ωστόσο, δεν έχει γίνει σαφές αν το Κρεμλίνο θα αποδεχτεί την ιδέα ευρωπαϊκής «εγγυήτριας δύναμης» σε μια όποια ειρηνευτική διαδικασία, ενώ δεν συμμερίζεται τις απαιτήσεις για κατάπαυση του πυρός ως προϋπόθεση για συζητήσεις επί εδαφικών θεμάτων.
Οι απαιτήσεις του Πούτιν και οι ιστορικοί παραλληλισμοί
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν αναμένεται να ζητήσει την αποχώρηση των ουκρανικών δυνάμεων από περιοχές του Ντόνετσκ που εξακολουθούν να κατέχονται, συμπεριλαμβανομένων σημαντικών πόλεων όπως το Σλαβιάνσκ, το Κραματόρσκ και η Κοστιαντίνοβκα. Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Μελέτης του Πολέμου, μια τέτοια αποδοχή θα άφηνε την Ουκρανία να χάσει την κύρια αμυντική της γραμμή, εκθέτοντάς την σε μελλοντικές επιθέσεις.
Οι παραλληλισμοί με τη Συμφωνία του Μονάχου του 1938, όπου ο Νέβιλ Τσάμπερλεν παραχώρησε εδάφη στην Ναζιστική Γερμανία με την υπόσχεση ότι δεν θα υπάρξουν περαιτέρω διεκδικήσεις, είναι εμφανείς. Το 2025, όπως τότε, υπάρχει ο φόβος ότι οι παραχωρήσεις θα οδηγήσουν σε πιο επιθετικές απαιτήσεις.
Η διαπραγματευτική παγίδα και η ρωσική στρατηγική
Ο αναλυτής Βολοντίμιρ Φεσένκο χαρακτηρίζει την απαίτηση αποχώρησης από το Ντόνετσκ και το Λουχάνσκ ως «διαπραγματευτική παγίδα». Υποστηρίζει ότι η Ουκρανία ίσως διατηρήσει υπό τον έλεγχό της περιοχές όπως η Χερσώνα και Ζαπορίζια, με αντάλλαγμα τη ρωσική πρόσβαση στην Κριμαία μέσω αυτών.
Την ίδια ώρα, ο Πούτιν φαίνεται να προωθεί μια παγκόσμια αναδιανομή σφαιρών επιρροής σε συνεργασία με τον Ντόναλντ Τραμπ και τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, σε μια προσπάθεια να αναβιώσει έναν νέο ψυχρό πόλεμο και να διεκδικήσει για τον εαυτό του τον ρόλο που είχε ο Στάλιν στη διαμόρφωση της παγκόσμιας τάξης μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Η σύνοδος κορυφής στην Αλάσκα αναμένεται να καθορίσει καίρια ζητήματα για το μέλλον της ουκρανικής κρίσης, με την Ευρώπη να παρακολουθεί κρίσιμα τη διαπραγμάτευση, όπου οι αμερικανορωσικές σχέσεις και οι ειρηνευτικές προοπτικές θα βρεθούν στο επίκεντρο, ενώ οι εντάσεις μεταξύ Μόσχας και Ευρώπης παραμένουν υψηλές.