Μια δεκαετία μετά το δημοψήφισμα του 2015, ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Ξενοφών Κοντιάδης επανέρχεται με μια νηφάλια, αλλά αιχμηρή αποτίμηση, που εστιάζει όχι μόνο στις θεσμικές αδυναμίες της τότε απόφασης αλλά και στις βαθιές πολιτικές και κοινωνικές πληγές που αυτή άφησε πίσω της.
Σε ανάρτησή του, κάνει λόγο για ένα «θεσμικά προβληματικό» εγχείρημα, χωρίς σαφές διακύβευμα και με αμφίσημη ερμηνεία, που εν τέλει κλόνισε την εμπιστοσύνη στους δημοκρατικούς θεσμούς και τροφοδότησε τη ραγδαία αύξηση της αποχής. Παράλληλα, αποφεύγει να προσωποποιήσει την ευθύνη, υπογραμμίζοντας ότι το τραύμα του δημοψηφίσματος αφορά συνολικά το πολιτικό και κομματικό σύστημα και όχι μόνο τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Ολόκληρη η ανάρτηση:
Παρακολουθώ αφιερώματα, αναλύσεις, αναρτήσεις, οιμωγές, καβγάδες, ύμνους και αναθέματα με αφορμή τα 10 χρόνια από το δημοψήφισμα. Υποκύπτω λοιπόν στον πειρασμό να γράψω τρεις σκέψεις για το δημοψήφισμα συν μία για τον εμπνευστή του:
1. Το δημοψήφισμα, όπως είχα εξηγήσει αναλυτικά σε άρθρο μου αμέσως μετά την προκήρυξή του, ήταν θεσμικά προβληματικό. Γιατί; Επειδή σε καμία σοβαρή δημοκρατία δεν καλείται το εκλογικό σώμα να αποφανθεί για ένα αμφίσημο, τεχνικά δυσνόητο ερώτημα, διαθέτοντας μόλις πέντε μέρες για διαβούλευση και χωρίς να είναι ξεκάθαρο τι θα συνεπαγόταν η έκβαση του Ναι και τι του Όχι. Γιατί; Επειδή καθένας ψήφιζε έχοντας κάτι άλλο στο μυαλό του και καθένας ερμήνευσε την έκβασή του κατά βούληση. Αυτή η ασυνεννοησία αναπαράγεται και σήμερα.
2. Βοήθησε σε κάτι το δημοψήφισμα; Ενίσχυσε τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας; Καθοδήγησε τον τότε πρωθυπουργό και τους άλλους θεσμικούς δρώντες στη λήψη των αποφάσεών τους; Θα ψηφιζόταν ένα καλύτερο ή ένα χειρότερο 3ο Μνημόνιο αν δεν είχε γίνει το δημοψήφισμα ή αν η έκβασή του ήταν διαφορετική; Από όλες τις ενδείξεις δεν προκύπτει κάτι τέτοιο. Ούτε το επώδυνο 3ο Μνημόνιο απετράπη, ούτε έξοδος από το ευρώ συντελέστηκε. Θα ήταν καλύτερα σήμερα η χώρα αν το Όχι είχε ερμηνευθεί ως βούληση εξόδου από το ευρώ και είχε ακολουθηθεί το σενάριο Σόιμπλε; Αμφιβάλλω.
Άρα πολύ κακό για το τίποτα; Το αντίθετο. Το δημοψήφισμα είχε μία απρόβλεπτη (δεν ξέρω αν ήταν σκοπούμενη ή μη) επίπτωση ως προς τη λειτουργία του πολιτικού συστήματος, ότι δηλαδή ανάγκασε τους πολιτικούς αρχηγούς να καθίσουν στο ίδιο τραπέζι και να συζητήσουν σοβαρά μεταξύ τους (κάτι που μόνο μακρυά από τα φώτα της δημοσιότητας μπορούσε να γίνει) για το μέλλον της χώρας. Έτσι οδήγησε στην υπερψήφιση του 3ου Μνημονίου από κόμματα που υπό άλλες συνθήκες πιθανόν δεν θα το υπερψήφιζαν.
3. Ποιες ήταν όμως οι βαθύτερες και πιο μακροπρόθεσμες συνέπειες του δημοψηφίσματος; Ότι κλόνισε την εμπιστοσύνη εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, ιδίως των νέων και των προερχόμενων από τα λιγότερο εύπορα εισοδηματικά στρώματα, προς τους δημοκρατικούς θεσμούς. Αυτό σημαίνει ότι ήταν αφελής όποιος πίστευε ότι με την επικράτηση του Όχι θα εξοβελίζονταν τα Μνημόνια, τα περιοριστικά μέτρα, η υποτέλεια στο ΔΝΤ, την Τρόικα, τους δανειστές; Δεν ξέρω αν είναι δείγμα αφέλειας να πιστεύεις ότι με την ψήφο σου θα επηρεάσεις τόσο κρίσιμες και σύνθετες αποφάσεις, το βέβαιο είναι ότι από τότε ξεκίνησε η ραγδαία υποχώρηση της εκλογικής συμμετοχής. Μήπως τελικά, σκέφτηκαν πολλοί, είμαστε αφελείς που αφιερώνουμε λίγο χρόνο από τον σκληρό, επισφαλή και επίμοχθο βίο μας ρίχνοντας ένα ψηφοδέλτιο στην κάλπη, για να ειπράξουμε στο τέλος μόνο απογοήτευση;
4. Και ο Τσίπρας; Αλλοι τον παρουσιάζουν σήμερα ως Ηγέτη, άλλοι ως Προδότη, κάποιοι ως Μαιτρ της πολιτικής τακτικής, ορισμένοι ως Οπορτουνιστή και άλλοι ως Κωλοτούμπα. Είναι ο άνθρωπος που κατάφερε να κρατήσει τη χώρα στην Ευρώπη και ταυτόχρονα να ξανακερδίσει τις εκλογές; Είναι ένας λαοπλάνος που δεν σεβάστηκε τη λαϊκή βούληση; Είναι ένας πολιτικός που τιθάσευσε τον οραματικό του λόγο επιδεικνύοντας πραγματισμό; Είναι κάποιος που προσπαθεί να αφηγηθεί ξανά σήμερα την Ιστορία στο πλαίσιο του rebranding και ενός come back; Δεν νομίζω ότι έχουν ιδιαίτερη αξία αυτές οι ερωτήσεις. Ο Τσίπρας δεν αποφάσισε μόνος του. Ήταν εγκλωβισμένος σε ένα γόρδιο δεσμό, για τον οποίο σε σημαντικό βαθμό ήταν και ο ίδιος υπέυθυνος. Επρεπε να λάβει υπόψη του περίπλοκες παραμέτρους και ποικίλους δρώντες, σε μία ακραία συνθήκη, υπό πίεση χρόνου. Αυτό δεν τον “εξαγνίζει”, αλλά δεν είναι ορθό να πέσουμε στην παγίδα να ρίξουμε όλο το φως επάνω του, στη λογική του ψευδοδιλήμματος “ήρωας και μάγκας ή προδότης και κωλοτούμπας”.
Άρα; Το τραύμα του δημοψηφίσματος (γιατί τελικά για ένα συλλογικό τραύμα είναι ορθότερο να μιλάμε) είναι παράγωγο ενός ολόκληρου πολιτικού και κομματικού συστήματος. Ως τέτοιο οφείλουμε, κατά τη γνώμη μου, να το προσεγγίζουμε και να το μελετάμε, ελπίζοντας ότι κάποια στιγμή δεν θα αποτελεί πλεόν άλλον ένα σοβαρό λόγο για τη στροφή πολλών ανθρώπων προς την αποχή, την ιδιώτευση και τη δυσθυμία απέναντι στη συνταγματική δημοκρατία.