Από την «Ημέρα απελευθέρωσης» των δασμών μέχρι τη διπλωματική απομόνωση — Ποιο είναι το πραγματικό κόστος της πολυμέτωπης σύγκρουσης που άνοιξε ο Αμερικανός πρόεδρος
Απόπειρα παγκόσμιας κυριαρχίας μέσω δασμών
Την ημέρα που ο ίδιος αποκάλεσε «Ημέρα Απελευθέρωσης», ο πρόεδρος των ΗΠΑ επέλεξε να ξεκινήσει έναν εμπορικό πόλεμο άνευ προηγουμένου, επιβάλλοντας δασμούς σε δεκάδες χώρες, ακόμα και σε περιοχές χωρίς γεωπολιτικό βάρος. Δεν επρόκειτο απλώς για μία στοχευμένη στρατηγική πίεσης — ήταν μία επίθεση εναντίον ολόκληρης της παγκόσμιας τάξης πραγμάτων, ακόμη και σε… νησιά μόνο με πιγκουίνους.
Ωστόσο, η ιστορία προσφέρει πολύτιμα μαθήματα. Μετά την ήττα της στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, η Γερμανία κατάλαβε ότι δεν μπορείς να πολεμάς σε δύο μέτωπα. Κι όμως, στον Β’ Παγκόσμιο, αγνόησε αυτό το μάθημα — και η κατάρρευση ήρθε ξανά. Ο Τραμπ, αντί να συγκρατηθεί, άνοιξε πολλαπλά μέτωπα ταυτόχρονα, παραβλέποντας βασικές αρχές στρατηγικής ισχύος.
Οι σύμμαχοι απομακρύνονται
Η εμπορική επιθετικότητα των ΗΠΑ έχει ήδη προκαλέσει αντιδράσεις. Κίνα, Ιαπωνία, Νότια Κορέα και τα κράτη της Νοτιοανατολικής Ασίας ετοιμάζουν νέα εμπορικά σχήματα συνεργασίας, αποκλείοντας την Ουάσινγκτον. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, που είχε κάποτε προνομιακή σχέση με τις ΗΠΑ, τώρα στρέφεται προς το Πεκίνο. Ο Καναδάς επιδιώκει εμπορική εμβάθυνση με την Ε.Ε. — όλοι φαίνεται να οικοδομούν ένα μετα-αμερικανικό εμπορικό σύστημα.
Ο Ρόμπερτ Άτκινσον, επικεφαλής του Ιδρύματος Τεχνολογίας Πληροφοριών και Καινοτομίας, κρούει τον κώδωνα του κινδύνου: «Η Αμερική θα είναι ο μεγάλος χαμένος αυτού του πολέμου», γράφει χαρακτηριστικά στο Foreign Policy.
Αντιαναπτυξιακό το νέο μοντέλο
Ο Τραμπ οραματίζεται ένα εμπορικό σύστημα όπου οι αμερικανικές επιχειρήσεις λειτουργούν εντός ενός προστατευμένου εθνικού πλαισίου, με περιορισμένη διεθνή έκθεση. Στην πράξη, ωστόσο, οι πλέον καινοτόμες και εξαγωγικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ —όπως η Boeing, η Merck και η General Electric— εξαρτώνται από τις διεθνείς αλυσίδες αξίας και τις ξένες αγορές.
Με τους νέους δασμούς, τα κόστη για εισαγόμενα εξαρτήματα αυξάνονται, ενώ οι αντίποινα των άλλων κρατών καθιστούν τα αμερικανικά προϊόντα ακριβότερα και λιγότερο ανταγωνιστικά. Εταιρείες σε Ασία και Ευρώπη κερδίζουν έδαφος, ενώ ο κίνδυνος για τις αμερικανικές βιομηχανίες γίνεται υπαρξιακός.
Η Ευρώπη αντεπιτίθεται τεχνολογικά
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αντί να υποχωρήσει στην πίεση Τραμπ, αντιδρά με το «EuroStack» — ένα φιλόδοξο σχέδιο αντικατάστασης της τεχνολογίας των ΗΠΑ, από επεξεργαστές μέχρι υποδομές cloud, με ευρωπαϊκά προϊόντα. Παράλληλα, η Ε.Ε. ανακοίνωσε αύξηση στρατιωτικών δαπανών, όχι με αγορά αμερικανικών όπλων αλλά ενισχύοντας τη δική της αμυντική βιομηχανία.
Ενώ η Ουάσινγκτον οχυρώνεται πίσω από δασμούς, οι εταίροι της οικοδομούν συμμαχίες που της στερούν επιρροή, έσοδα και πρόσβαση σε τεχνολογίες.
Παγκόσμια απομόνωση, κινεζική ηγεμονία
Η στρατηγική του Τραμπ οδηγεί τις ΗΠΑ σε σταδιακή απομόνωση. Καθώς αποσύρεται από τις παγκόσμιες αλυσίδες, η Κίνα αναδεικνύεται σε κεντρικό πυλώνα του διεθνούς εμπορίου. Ήδη πολλές χώρες σπεύδουν στο Πεκίνο για να διασφαλίσουν συμφωνίες με τον πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ, βλέποντας στην Κίνα έναν πιο προβλέψιμο και σταθερό εταίρο.
Το χάσμα βαθαίνει: όσο οι ΗΠΑ χάνουν την εμπορική τους ηγεμονία, τόσο ισχυροποιείται το κινεζικό μοντέλο — πιο αυταρχικό, αλλά και πιο ικανό να προσαρμόζεται σε ένα μετα-αμερικανικό κόσμο.
Μια εναλλακτική στρατηγική που δεν επιλέχθηκε
Αντί για μια πολυμέτωπη σύρραξη, ο Τραμπ θα μπορούσε να είχε κινηθεί με περισσότερη στόχευση και διπλωματία. Να επικεντρωθεί σε κράτη που καταπατούν συστηματικά τους κανόνες, όπως το Βιετνάμ, η Ινδονησία και η Ινδία. Να επιβάλει συγκεκριμένα αιτήματα, δίνοντας περιθώριο συμμόρφωσης, και μόνο τότε να καταφύγει σε δασμούς.
Παράλληλα, να επενδύσει στην ενίσχυση των αμερικανικών βιομηχανιών υψηλής τεχνολογίας, αντί να τις φθείρει. Αντί να πολεμά τους συμμάχους και να υπονομεύει τις ίδιες του τις εταιρείες, θα μπορούσε να χτίσει ένα νέο εμπορικό δόγμα βασισμένο σε συνεργασία και ανταγωνιστικότητα.
Αυτοϋπονόμευση με γεωπολιτικό κόστος
Η πολιτική του Τραμπ δεν είναι απλώς ένα εμπορικό λάθος. Είναι ένα γεωστρατηγικό ρίσκο που διαβρώνει την αμερικανική επιρροή, συρρικνώνει τις δυνατότητες των επιχειρήσεων και ενισχύει τον ανταγωνισμό. Η Ουάσινγκτον χάνει ερείσματα, την ώρα που η Κίνα οικοδομεί τη δική της παγκόσμια τάξη.
Αν ο 20ός αιώνας ήταν η εποχή της αμερικανικής ηγεμονίας, η πολιτική Τραμπ ίσως σηματοδοτήσει την αρχή του τέλους της.