H Αιγυπτιακή προεδρία διαβεβαιώνει πως δεν διακυβεύεται ο “ιερός- θρησκευτικός χαρακτήρας” της Ιεράς Μονής της Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Το ίδιο επισημαίνει με κατηγορηματικό τρόπο η ελληνική κυβέρνηση, παραπέμποντας στις αποφάσεις που έχουν ληφθεί από τις δύο χώρες και επιβεβαιώθηκαν στις δηλώσεις Μητσοτάκη και Αλ Σίσι, πριν τρεις εβδομάδες στην Αθήνα.
Γιατί, όμως, μιλά για “δεύτερη Άλωση” ο Αρχιεπίσκοπος (αν και σε νεότερες δηλώσεις του χαμήλωσε αρκετά τους τόνους); Γιατί εξέφρασε την έντονη ανησυχία του ο Οικουμενικός Πατριάρχης; Γιατί σπεύδει στο Κάϊρο ελληνική αντιπροσωπεία; Και γιατί εκκλησιαστικοί κύκλοι εκφράζονται με “ιερή οργή”;
Είναι αλήθεια πως επισήμως το Κάϊρο δεν θέτει ζήτημα αλλαγής της λειτουργίας του αρχαιότερου χριστιανικού μοναστηριού στον κόσμο. Ήταν, λένε, και θα παραμείνει εις το διηνεκές χώρος λατρείας. Ο διάβολος στις λεπτομέρειες, όμως, κρύβεται στο …ιδιοκτησιακό καθεστώς της μονής και των εκτάσεων που της αναλογούν στην ευρύτερη περιοχή– ή ακριβέστερα τμήματος αυτών που δεν εξασφαλίζονται με τίτλους ιδιοκτησίας, που λογικό είναι να είναι χαμένοι στο βάθος των 15 αιώνων από την ίδρυσή του.
Η δικαστική απόφαση (Εεφετείο Ισμαηλίας) κάνει αναφορά σε “δικαίωμα χρήσης” των μοναχών και για την αδιατάρακτη συνέχιση λειτουργίας του κυρίως όγκου των κτιρίων της Μονής. Οι περίπου είκοσι μοναχοί που έχουν απομείνει, με τον 93 ετών ηγούμενο, μπορούν να παραμείνουν, όμως, όπως οι ίδιοι λένε, ως φιλοξενούμενοι. Ή, κατά άλλους, ως “μουσειακοί ξεναγοί”, στο πλαίσιο του αναπτυξιακού σχεδίου της “Μεγάλης Μεταμόρφωσης” που είναι σε εξέλιξη από το 2020. Πρόκειται για μία επένδυση περίπου 300 εκατ. ευρώ σε πρώτη φάση (15 δισ. αιγυπτιακές λίρες), στο πλαίσιο της τουριστικής αξιοποίησης της ευρύτερης περιοχής. Το μοναστήρι θα μεταβληθεί σε …τουριστικό αξιοθέατο, ικανό να προσελκύει προσκυνηματικό και άλλο τουρισμό, κάτι σαν ένα θρησκευτικό Σαρμ Ελ Σέϊχ, με ακριβά ξενοδοχεία, αεροδρόμιο και άλλες δραστηριότητες.
Θεωρητικά, η πρόοδος νικάει τα πάντα. Οι επενδύσεις αξιοποιούν και τους Φαραώ στις Πυραμίδες, και την …Αγία Αικατερίνη. Όμως, άλλα προέβλεπε η συμφωνία Αθήνας-Καϊρου, για την τελική υπογραφή της οποίας, παρά τις διαβεβαιώσεις Σίσι, χρονοτριβούν εδώ και καιρό οι Αιγύπτιοι αξιωματούχοι.
Δεν συνιστά αυτό, απ΄ ότι φαίνεται, κάποια υποταγή του Αιγυπτίου προέδρου στους ισλαμιστές της μουσουλμανικής αδελφότητας, όπως διατείνονται ηχηρές φωνές μητροπολιτών. Το πιθανότερο είναι πως αφορά το… χρήμα, ή αλλιώς τις επενδύσεις και την ανάπτυξη. Η οποία …κάνει το σταυρό της και προχωρά. Ομνύει στο Ευαγγέλιο και το Κοράνι, με την ίδια ευκολία.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι εάν όλα αυτά μπορούσε να τα προλάβει η δική μας διπλωματική γραφειοκρατία. Φαίνεται πως γνώριζαν, το μαρτυρά, άλλωστε η προετοιμασία για την υπογραφή της συμφωνίας, και οι δηλώσεις του πρωθυπουργού και του Αλ Σίσι, στις 7 Μαϊου. Γνώση υπήρχε, προετοιμασία είχε γίνει, τότε γιατί αιφνιδιάστηκαν για τη δικαστική απόφαση του αιγυπτιακού δικαστηρίου;
Εδώ που φτάσαμε, το ζήτημα αφορά όχι τον θρησκευτικό χαρακτήρα του μοναστηριού, κακώς περιορίζονται μόνο σε αυτό οι κυβερνητικές ανακοινώσεις. Ας ρωτήσουν, αρκεί αυτό; Ή, μέσω αυτού, αφήνουμε στην τύχη του, ήτοι στο φαραωνικό τουριστικό project, το θέμα του ιδιοκτησιακού καθεστώτος;
Εν κατακλείδι, πόσο εύκολο είναι να συνεχιστεί απρόσκοπτα και εις τους αιώνας η λειτουργία της Μονής του Σινά ως θρησκευτική ζώσα κιβωτός, ως προσκυνηματικός προορισμός, ως σύμβολο χριστιανικό, εθνικό και γεωστρατηγικό, όταν θα ασφυκτιά μεταξύ περιφερόμενων τουριστών και άλλων ατραξιόν, όταν οι μοναχοί θα καλούνται να προσποιηθούν τους ξεναγούς, και περνώντας τα χρόνια θα φθίνουν;