Η συζήτηση για την ανάγκη “διεύρυνσης” της παραγωγικής βάσης της χώρας, συχνά συνδεδεμένη με την ανάγκη περισσότερης καινοτομίας, είναι μια συζήτηση πολλών ετών και πολλών διαφορετικών κυβερνήσεων. Θυμόμαστε – για να σταχυολογήσουμε – τη “Δανία του Νότου” με άξονα την “πράσινη” μετάβαση, την “παραγωγική ανασυγκρότηση” του ΣΥΡΙΖΑ ή το σχέδιο “Ελλάδα 2.0” της ΝΔ που “τρέχει” τώρα. Κοινός άξονας όλων αυτών είναι η ανάγκη “παραγωγικών αλλαγών”, πάντα με την υπόσχεση, λιγότερο ή περισσότερο ρητά διατυπωμένη, πως οι αλλαγές αυτές είναι αναγκαία και ικανή συνθήκη για να βελτιωθεί η ζωή των εργαζόμενων, των λαϊκών στρωμάτων.
Του Γρηγόρη Λιονή*
Σίγουρα, θα μπορούσε κανείς να εστιάσει στο αν και κατά πόσο τα εκάστοτε κυβερνητικά μέτρα στηρίζουν, για παράδειγμα την καινοτομία. Και εύκολα, κοιτώντας λίγο προσεκτικά το σύνολο των στοιχείων, θα δει πως για τη λεγόμενη καινοτομία, οι κυβερνητικοί ισχυρισμοί είναι ψευδεπίγραφοι. Για παράδειγμα, οι τηλεπικοινωνίες στη χώρα είναι μακράν ακριβότερες απ’ την υπόλοιπη ΕΕ και αποτελούν τη μερίδα του λέοντος της παραγωγής του κλάδου των νέων τεχνολογιών. Η πληροφορική συνιστά μόλις το 1% της συνολικής οικονομίας, σε αντιδιαστολή με το 3% της υπόλοιπης ΕΕ, ενώ η μερίδα του λέοντος στην πληροφορική αφορά είτε κρατικά συμβόλαια, είτε τη βιομηχανία του τζόγου και πολύ λιγότερο αξιοποίησή της στην υπόλοιπη οικονομία. Ή αντίστοιχα στον τομέα της Έρευνας, τα εντυπωσιακά αποτελέσματα συμμετοχής επιχειρήσεων της χώρας σε Ευρωπαϊκά Προγράμματα δεν συμβαδίζουν με κανένα δείκτη στα αποτελέσματα της ερευνητικής διαδικασίας, όπως για παράδειγμα δημοσιεύσεις, πατέντες και δικαιώματα από αυτές, παραγωγή επιστημόνων κ.ά.
Ωστόσο, το πραγματικό πρόβλημα είναι βαθύτερο και συνίσταται στα εξής δύο στενά συνδεδεμένα ερωτήματα:
- Χρειάζεται περισσότερη καινοτομία και παραγωγικότητα της εργασίας για να λυθούν τα προβλήματα των εργαζόμενων;
- Ποιος αναπτύσσει σήμερα, και για ποιο λόγο, την καινοτομία;
Στο πρώτο ερώτημα, αρκεί να σκεφθεί κανείς τον τεράστιο κοινωνικό πλούτο που παράγεται ήδη σήμερα στη χώρα μας ή που παραγόταν μέχρι μερικά χρόνια πριν, με το υφιστάμενο επίπεδο παραγωγικότητας, για παράδειγμα την παραγωγή στα τρόφιμα, στα ρούχα, στα έπιπλα, στις κατασκευές, στις μεταφορές, στην παιδεία, στην υγεία. Ας σκεφτούμε την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας και το κόστος της για τους εργαζόμενους τις προηγούμενες δεκαετίες, όταν γινόταν από λιγνίτη και μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα. Καταλαβαίνει εύκολα κανείς πως η Ελλάδα, δεν έχει “έλλειμμα παραγωγικότητας”. Το πρόβλημα της οικονομίας της χώρας, και γενικότερα του πλανήτη, δεν είναι ότι “παράγουμε λίγα” και ότι χρειάζεται περισσότερη καινοτομία, περισσότερη “παραγωγικότητα εργασίας” για να καλυφθούν οι ανάγκες των εργαζόμενων. Το πρόβλημα της οικονομίας και πρακτικά κάθε οικονομίας σήμερα είναι ότι παράγει με στόχο το κέρδος των επενδυμένων κεφαλαίων. Στόχος της παραγωγής είναι το κέρδος και κριτήριο το ποσοστό του και όχι οι ανάγκες του εργαζόμενου λαού, του παραγωγού του κοινωνικού πλούτου. Και αυτό, άλλωστε, εξηγεί γιατί μια σειρά από παραγωγικές δραστηριότητες στη χώρα σταμάτησαν και πριμοδοτήθηκαν εκείνοι οι κλάδοι στους οποίους το κέρδος είναι μεγαλύτερο: Ο τουρισμός, οι μεταφορές, η πράσινη ενέργεια, το real estate.
Η απάντηση στο δεύτερο ερώτημα, επίσης, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με το πρώτο. Η καινοτομία, όπως και η επιστήμη εν γένει, δεν αναπτύσσονται στο κενό. Αναπτύσσονται, τελικά, με γνώμονα και κριτήριο τη κερδοφορία των μεγάλων επιχειρήσεων. Αυτές, τελικά, καθορίζουν ποια τεχνολογία διερευνάται, ποια θα εφαρμοστεί και για ποιο λόγο.
Και για αυτό, η καινοτομία και η εκτόξευση της παραγωγικότητας της εργασίας δεν βελτιώνει τη ζωή της μεγάλης λαϊκής πλειοψηφίας, αλλά τελικά χρησιμοποιείται για να αυξήσει τα κέρδη, οδηγεί σε επιδείνωση των εργασιακών σχέσεων, οδηγεί σε ένα κράτος ακόμα επιθετικότερο απέναντι στους εργαζόμενους – τους οποίους τους παρακολουθεί ηλεκτρονικά συνεχώς – ή στους αυτοαπασχολούμενους που τους κυνηγάει φορολογικά μέχρι εξοντώσεως.
Το πρόβλημα, λοιπόν, της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας δεν είναι η έλλειψη καινοτομίας και η λύση δεν είναι η “παραγωγική ανασυγκρότηση”. Το πρόβλημα είναι το ίδιο το οικονομικό πλαίσιο, ο καπιταλισμός όπου “το παρελθόν κυριαρχεί πάνω στο παρόν”, όπου η εργασία λειτουργεί ως μέσο για να αυξάνεται το συσσωρευμένο κεφάλαιο.
Γι’ αυτό και η εξαθλίωση ολοένα και μεγαλύτερων τμημάτων του πληθυσμού, η επιδείνωση των όρων εργασίας των εργαζόμενων, η επίθεση του κράτους στα δικαιώματα των αυτοαπασχολούμενων και στη λαϊκή μικροιδιοκτησία, είναι στοιχείο που χαρακτηρίζει τις ΗΠΑ, την ΕΕ και ολόκληρο τον πλανήτη, δεν είναι φαινόμενο της ελληνικής οικονομίας και της παραγωγικής συγκρότησής της. Άλλωστε και σήμερα, η ανάγκη “παραγωγικής ανασυγκρότησης” προτάσσεται κατά βάση από μερίδες του κεφαλαίου που είναι “ριγμένες” στη μοιρασιά και επιζητούν μεγαλύτερο μερίδιο της πίτας.
Η πραγματικότητα είναι πως η ικανοποίηση των αναγκών των εργαζόμενων και η αξιοποίηση των θαυμαστών νέων τεχνικών μέσων για να μειωθεί ο ανθρώπινος πόνος, το άχθος της εργασίας, για να γίνει η ζωή του εργαζόμενου λαού πραγματικά καλύτερη, απαιτεί ένα ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, το δρόμο ανάπτυξης που προτείνει το ΚΚΕ, που με εργατικό κράτος, την κατάργηση του κεφαλαίου ως κοινωνικής σχέσης, με την κοινωνικοποίηση του συνόλου των συγκεντρωμένων μέσων παραγωγής, με τον επιστημονικό κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας, θα αναδείξει ως κριτήριο της παραγωγής τη διευρυνόμενη κάλυψη των λαϊκών αναγκών, με άλλα λόγια το να ζει όλο και καλύτερα. Άλλωστε, μόνο με αυτές τις συνθήκες, όπου κίνητρο της παραγωγής σταματά να είναι το κέρδος μπορεί να αντιμετωπιστεί, η τεράστια ανισομέρεια στην οικονομική ανάπτυξη, που σήμερα είναι εμφανής στην Ελλάδα. Ο παραγόμενος κοινωνικός πλούτος στην Ελλάδα είναι μεγάλος, ενώ οι παραγωγικές δυνατότητες ακόμα μεγαλύτερες και οι δυνατότητες κάλυψης του συνόλου των λαϊκών αναγκών επίσης εντυπωσιακές. Εμπόδιο μπαίνει μόνο το κεφάλαιο, οι μονοπωλιακοί όμιλοι, το αστικό κράτος που θωρακίζει αυτή την κερδοφορία. Γι’ αυτό και ο αγώνας της εποχής μας δεν είναι να κυνηγήσουμε την παραγωγική ανασυγκρότηση του καπιταλισμού, αλλά να παλέψουμε για την κοινωνική απελευθέρωση που μπορεί να φέρει μόνο ο σοσιαλισμός.
*Γρηγόρης Λιονής
Μέλος της Κεντρικής Επιτροπής
& Υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ