Στις 9 Μαΐου 1950, ο Γάλλος υπουργός Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν πρότεινε την από κοινού διαχείριση της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα, θέτοντας τα θεμέλια για μια νέα εποχή συνεργασίας στην Ευρώπη.
Η Διακήρυξη Σουμάν, που οδήγησε στη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), σηματοδότησε μια νέα μορφή υπερεθνικής συνεργασίας.Τα έξι ιδρυτικά μέλη – Γαλλία, Δυτική Γερμανία, Ιταλία, Κάτω Χώρες, Βέλγιο και Λουξεμβούργο – έθεσαν τις βάσεις για τη σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση.
Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση αριθμεί 27 κράτη μέλη, με μια εσωτερική αγορά 450 εκατομμυρίων πολιτών, που απολαμβάνουν την ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, υπηρεσιών, προσώπων και κεφαλαίων. Το ευρώ αποτελεί το κοινό νόμισμα σε 20 χώρες, ενώ η ΕΕ έχει θεσπίσει ένα νομικό πλαίσιο για την προστασία των θεμελιωδών αξιών της.
Σκοτεινές σελίδες και εκβιασμοί
Ωστόσο, η εικόνα της Ευρώπης της δεκαετίας του 1950 αποκαλύπτει μια πιο σκοτεινή πλευρά: εκβιασμούς και έναν «ευρωπαϊκό κώδικα» διαμορφωμένο από πολιτικούς που πίστευαν στη λευκή υπεροχή, τη διατήρηση των αποικιών και σε συμφωνίες με δικτάτορες. Όπως ανακάλυψαν οι καθηγητές Peo Hansen και Stefan Jonsson, η «Ευραφρική» ήταν μια έννοια που έκρυβε τις νεοαποικιακές βλέψεις των ιδρυτών της ΕΕ.
Πριν από τη Διακήρυξη Σουμάν, η γαλλική κυβέρνηση δήλωσε ότι «οφείλουμε να δώσουμε την Αφρική προίκα στην Ευρώπη». Ο υπουργός Υπερπόντιων Κτήσεων της Γαλλίας, Pierre-Henri Teitgen, απείλησε ότι η γαλλική Εθνοσυνέλευση μπορεί να μην επικυρώσει τη συνθήκη για την Κοινή Αγορά χωρίς τη συμπερίληψη των υπερπόντιων κτήσεων.
Ο Γερμανός καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ, ένας «ευρωπατέρας» με ναζιστές συμβούλους, πίστευε στη λευκή υπεροχή και στελέχωσε κρατικές θέσεις με πρώην μέλη του ναζιστικού κόμματος. Ο στενότερός του συνεργάτης, Χανς Γκλόμπκε, είχε συμβάλει στους αντισημιτικούς νόμους της δεκαετίας του 1930 και συνεργάστηκε με τον Άντολφ Άιχμαν. Ο Αντενάουερ θεωρούσε ότι η Αφρική δεν μπορούσε να είναι ανεξάρτητη και υποστήριζε τη γαλλική παρουσία στην Αλγερία.
Ανάλογες απόψεις είχε και ο Πωλ Ανρί Σπάακ, πρόεδρος της ομάδας εργασίας που προετοίμασε τη Συνθήκη της Ρώμης, ο οποίος θεωρούσε τους μαύρους ανίκανους να αυτοκυβερνηθούν.
Η Συνθήκη της Ρώμης θεσμοθέτησε μια επεκτατική πολιτική για τη διασφάλιση των αποικιοκρατικών συμφερόντων των Ευρωπαίων μετά το 1957. Αμερικανοί διπλωμάτες την αποκάλεσαν «Ευρωαφρικανικό Δόγμα Μονρόε».
Παρά τη ρητορική περί αλληλεγγύης, οι Γάλλοι δεν εξαίρεσαν τους Αλγερινούς από τη Συνθήκη της Ρώμης, αλλά η Ιταλία αντιτάχθηκε στην ελεύθερη κυκλοφορία τους. Επιπλέον, το Παρίσι δεν επικύρωσε διεθνείς συμβάσεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα και Γάλλοι ευρωσκεπτικιστές επικύρωσαν τη Συνθήκη της Ρώμης με αντάλλαγμα τη συνέχιση του πολέμου στην Αλγερία.
Έτσι, η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, παρά τις θετικές προοπτικές της, ξεκίνησε με μια σκοτεινή κληρονομιά αποικιοκρατίας και ρατσισμού, που δεν πρέπει να λησμονείται.
Σήμερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες προκλήσεις, διατηρώντας παράλληλα τις θεμελιώδεις αξίες της και μαθαίνοντας από τα λάθη του παρελθόντος. Όπως τόνισε το AIACE-EL, η ΕΕ πρέπει να παραμείνει πιστή στην αποστολή της, συνδυάζοντας τις θεμελιώδεις αξίες της με τολμηρές, μελλοντοστραφείς πολιτικές για τη διαχείριση των σημερινών πολλαπλών κρίσεων.«Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ξεκίνησε πριν από 75 χρόνια, με τη διακήρυξη Schuman να υψώνεται πάνω από τα ερείπια μιας Ευρώπης κατεστραμμένης από τον πόλεμο. Τα ευρωπαϊκά κράτη αναζητούσαν τρόπους να συνεργαστούν. Χρειαζόταν μια ριζική αλλαγή – και αυτή ήταν η Διακήρυξη Schuman, που παρουσιάστηκε από τον Γάλλο υπουργό Εξωτερικών Robert Schuman στις 9 Μαΐου 1950. Άνοιξε την πόρτα σε ένα νέο πρότυπο για την Ευρώπη, το οποίο βασιζόταν σε μια σταδιακή συνεργασία μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών σε διαρκώς επεκτεινόμενους τομείς. Από τότε, έχει επικρατήσει αδιαμφισβήτητα η τάση προς “περισσότερη Ευρώπη”» αναφέρει σε ανακοίνωσή του το Ελληνικό Παράρτημα της Διεθνούς Ένωσης των πρώην Υπαλλήλων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (AIACE-EL), με αφορμή την Ημέρα της Ευρώπης που είναι σήμερα.
«Σε αυτά τα 75 χρόνια έχουν επιτευχθεί πολλά. Αυτό που ξεκίνησε ως μια Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα με τη συμμετοχή 6 χωρών έχει εξελιχθεί σε μια εσωτερική αγορά με 27 κράτη μέλη, με ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, ατόμων, υπηρεσιών και κεφαλαίων, καθώς και μια οικονομική και νομισματική ένωση όπου το ευρώ αποτελεί το νόμισμα 20 κρατών μελών. Οι ευρωπαϊκές εταιρείες επωφελούνται από την πρόσβαση σε μια ανοιχτή αγορά της ΕΕ με περίπου 450 εκατομμύρια καταναλωτές. Πρόκειται για 450 εκατομμύρια πολίτες που μοιράζονται έναν όλο και πιο ολοκληρωμένο πολιτικό χώρο. Το νομικό πλαίσιο για τις θεμελιώδεις αξίες της ΕΕ – σεβασμός της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, της ελευθερίας, της δημοκρατίας, της ισότητας, του κράτους δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, συμπεριλαμβανομένων των δικαιωμάτων των μειονοτήτων – έχει θεσπιστεί και η διατήρησή του είναι δαπανηρή» τονίζει το AIACE-EL στην ανακοίνωσή του και προσθέτει: «Αυτό, ωστόσο, δεν αρκεί πλέον. Σήμερα, πάνω από την εσωτερική αγορά υπάρχει η παγκόσμια αγορά. Η ΕΕ πρέπει να επιτύχει στρατηγική αυτονομία σε βασικά προϊόντα, προκειμένου να στηρίξει τη δυναμική οικονομία μας σε μια Ευρώπη των πολιτών χωρίς κοινωνικούς αποκλεισμούς. Η πρόσφατη έκθεση Draghi επισημαίνει την ανάγκη ενίσχυσης της παραγωγικότητας, ώστε να μπορεί η ΕΕ να ανταγωνίζεται στις παγκόσμιες αγορές. Μεταξύ των μέτρων που απαιτούνται είναι η ολοκλήρωση της Ένωσης Κεφαλαιαγορών, καθώς και τεράστιες ετήσιες επενδύσεις ύψους 750-800 δισ. ευρώ, για την τόνωση της παραγωγικότητας, την υποστήριξη της πράσινης και της ψηφιακής μετάβασης και τη διατήρηση του κοινωνικού μοντέλου της Ευρώπης. Η τεχνητή νοημοσύνη πρέπει να ρυθμιστεί με τρόπο φιλικό προς την αγορά, προκειμένου να διατηρηθεί η ανταγωνιστικότητα της ΕΕ».
Όπως επισημαίνει στη συνέχεια το AIACE-EL «Η ΕΕ δεν γίνεται να περιμένει άλλα 75 χρόνια -ούτε καν 50 ή 25- για να προχωρήσει στην ολοκλήρωσή της. Οι ολοένα και πιο σύνθετες γεωπολιτικές προκλήσεις, τόσο εντός όσο και εκτός Ευρώπης, απαιτούν δράση. Η ΕΕ πρέπει να παραμείνει πιστή στην αποστολή της, συνδυάζοντας τις θεμελιώδεις αξίες της με τολμηρές, μελλοντοστραφείς πολιτικές για τη διαχείριση των σημερινών πολλαπλών κρίσεων. Στην εξωτερική πολιτική η ΕΕ αντιμετωπίζει επίσης μεγάλες προκλήσεις, οι οποίες απαιτούν ταχεία δράση. Αυτές οι προκλήσεις είναι η συμφωνία σε μια ανθρώπινη και ορθολογική μεταναστευτική πολιτική, ο σχεδιασμός της πολιτικής ασφάλειας και άμυνας της ΕΕ και, επίσης, η ανταπόκριση στον άδικο εμπορικό προστατευτισμό και τις ξεπερασμένες ιμπεριαλιστικές φιλοδοξίες της Αμερικής. Πάνω απ’ όλα, η επιδίωξη του τερματισμού του πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας θα πρέπει να αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα της ΕΕ, καθώς και η ίδια προέκυψε ως αποτέλεσμα ενός ειρηνευτικού σχεδίου των ευρωπαϊκών κρατών τα οποία, ενωμένα ειρηνικά, βρήκαν τον δρόμο προς την ευημερία για όλους» και καταλήγει σημειώνοντας «Τώρα είναι η ώρα να ενισχυθούν τα κράτη μέλη μέσω της ενίσχυσης του αντικειμένου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της εμβάθυνσης και διεύρυνσης των πολιτικών της. Το διακύβευμα δεν θα μπορούσε να είναι υψηλότερο».