Στις 11 Νοεμβρίου 1918 έληξε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος με την παράδοση της Γερμανίας. Οι Νεότουρκοι είχαν παραδοθεί άνευ όρων ένα μήνα πριν…
Η Ελλάδα για καλή της τύχη είχε πάρει μέρος στον πόλεμο από τον Ιούνιο του 1917 μετά την εκδίωξη των φιλογερμανών μοναρχικών από την εξουσία. Έτσι θα βρεθεί στο στρατόπεδο των νικητών ενώ οι δύο ιστορικοί της εχθροί, Βουλγαρία και Τουρκία, στο στρατόπεδο των ηττημένων.
Τι θα συνέβαινε όμως εάν η Ελλάδα βρισκόταν και αυτή μεταξύ των ηττημένων συμμάχων της Γερμανίας;;;
Αυτη την εκδοχή παρουσιάζει ο Μικρασιάτης δημοσιογράφος από το Αϊδινι, Ανδρέας Καβαφάκης, απόφοιτος της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης και εκδότης της εφημερίδας “Ελεύθερος Τύπος” στην Αθήνα. Ο Καβαφάκης δολοφονήθηκε από τους βασιλόφρονες παρακρατικους το Φεβρουάριο του 1922….
——–
ΑΝ ΗΜΕΘΑ ΜΕΤΑ ΤΩΝ ΗΤΤΗΜΕΝΩΝ…
28 Οκτωβρίου 1918 (με τα Παλαιό ημερολόγιο)
ΑΝΔΡ. ΚΑΒΑΦΑΚΗΣ, Διευθυντής της εφημερίδος ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΤΥΠΟΣ
“Είνε βαρείς, βαρύτατοι αναμφισβητήτως οι όροι της ανακωχής , ούς η Γερμανία ευρίσκεται εις την ανάγκην να αποδεχθή.Κ’εξίσου βαρείς προς αυτούς θα είνε και οι όροι της τελικής ειρήνης, επιβάλλοντες εις τον Γερμανικόν λαόν να πληρώση προς επανόρθωσιν των καταστροφών , ας συνετέλεσε μετά βαθείας εντρυφήσεως, ίσον περίπου ποσόν προς εκείνο όπερ εδαπάνησε δια τόν πόλεμον. Μόνον αι αποζημιώσεις, αίτινες θα καταβληθώσιν εις το Βέλγιον μέχρι του 1915, υπολογίζονται εις δώδεκα δισεκατομμύρια…
Αλλ’ η απότισις των κολοσσιαίων τούτων ποσών, άτινα δίδουσι τον ίλιγγον, δεν θα είνε τα βαρύτερα αντίποινα διά κράτος, όπερ δεν εσεβάσθη ουδένα νόμον, θείον ή ανθρώπινον. Πολύ σκληροτέρα των ταπεινώσεων, ών το ποτήριον θα πίη ο ηττημένος Τευτονικός Θώρ, απείρως βαρυτέρα των λύτρων, άτινα θα υποστή πρός επανόρθωσιν των απειραρίθμων εγκλημάτων του, θα είνε η εξέλιξις της χρονίας ταύτης αναρχίας, ής την έκκρηξιν προείπομεν τοσάκις δια την χώραν της σιδηράς τάξεως, και ής αι πρώται πνοαί διατρέχουσιν απειλητικαί τας πλουσίας πόλεις της Χάνσας και μεταφέρουσι το τραγικόν δράμα της Κροστάνδης εις το Κίελον.
Θα γνωρίση και η Γερμανία τας ημέρας ας επεφύλαξεν εις την καταρρέουσαν Ρωσσίαν, τους παράφρονας σπασμούς της αρπαγής και του σπαραγμού και της απογνώσεως, εις ους εξώθησε τους γείτονάς της, εισάγουσα εις το πάσχον σώμα της χώρας των το αδυσώπητον μικρόβιον της Μαξιμαλιστικής αποσυνθέσεως.
Ω, βέβαια, όσον σφοδρόν, όσον άγριον και αν είνε το κίνημα του Κιέλου, δεν εξαντλεί όλας τας αγριότητας, ων πεδίον θα καταστή η Γερμανική γη. Την εποχήν των μεγάλων εσωτερικών κλονισμών θ΄ανοίξη δια την Αυτοκρατορίαν των Χοεντζόλλερν η αποστράτευσις. Όταν διαχυθώσιν εις τας πενθούσας πόλεις της τα εκατομμύρια των απολυομένων στρατιωτών, οίτινες θα εύρωσι πεινώντα στόματα εις τον οίκον και κλειστά τα εργοστάσια και ενεκεν της εξαφανίσεως των πρώτων υλών και ένεκεν της ελλείψεως αγορών καταναλώσεως, τότε μόνον η Γερμανία θα εννοήση πόσον είνε βαρύ το τίμημα της ήττης και πόσον ήτο μωρόν το υποθάλπειν, τοσούτον εγγύς της μεθορίου της, ζυμώσεις, αίτινες θα εξετείνοντο αναποφεύκτως μίαν ημέραν εις το Γερμανικόν έδαφος.
Και την αυτήν εικόνα θα παρουσιάσωσι και πάντες οι άλλοι σύμμαχοι του ΚάΪζερ. Αυστρία, Τουρκία, Βουλγαρία, μετά την τραγικήν αφύπνισιν εκ του μεγαλομανούς ονείρου των, θα διέλθωσι μακρόν και βαρύν εφιάλτην εσωτερικής πάλης, οικονομικής αποσυνθέσεως και κοινωνικής απογνώσεως.
Αλλ’όταν αναγινώσκετε τας διαδραματιζομένας εν Γερμανία σκηνάς, αίτινες είνε οι αναπόφευκτοι συνοδοί της ήττης, εσκέφθητε ποτέ πού θα εκυλίετο και η Ελλάς, αν η πολιτική ής υπάρχουσι και σήμερον έτι νοσταλγοί, εθριάμβευε και αν ο Έκπτωτος εξεπλήρου τον ηρωικόν πόθον του, όπως ενώση τα συντάγματά του μετά των πανταχόθεν σήμερον αποκεκλεισμένων μεραρχιών του Μάκενζεν;
Εσκέφθητε ποτέ εις το βάθος ποίας καταστροφής θα εσφαδάζομεν και ημείς, άν ισχυρά χειρ δεν παρενεβάλλετο μεταξύ της αβύσσου και της παραφροσύνης, ήτις ωδήγει ακαθέκτως προς αυτήν ; Τι δε θ’απέμενεν εις την χώραν ταύτην όρθιον, εν μέσω των σπερμάτων άτινα εμερίμνησε να σπείρη και να καλλιεργήση το επιστρατικόν καθεστώς, εν μέσω των αφρών του μίσους, των υστεροβουλιών της αρπαγής, των ενστίκτων της δημοσίας και ιδιωτικής λεηλασίας, άτινα είδομεν κυρίαρχα κατά την στάσιν των Θηβών, ωθούντα προς τας Αθήνας παραφρονούσας ομάδας με την υπόσχεσιν του «πλιατσικολογήματος» των Τραπεζών;
Η εισβολή του Ετέμ πασά ήτο αληθής παιδιά προ της ευρύτητας και της σημασίας του σημερινού αγώνος, η κοινωνική και οικονομική μας οργάνωσις κατά την εποχήν εκείνην αρχεγόνου όλως απλότητος κ’εν τούτοις αι Αθήναι ησθάνθησαν φρίττουσαι τότε να πνέη επ’αυτάς ο άνεμος του χάους και της εκμηδενίσεως…Ξένα θωρηκτά παρέμενον εν Φαλήρω υπ’ατμόν, όπως προστατεύσωσι κατά των αναμενομένων εκκρήξεων δυναστείαν, ήτις ήτο υπεύθυνος δια το Ελληνικόν ατύχημα. Τι θα συνέβαινε και προ ποίων εκκρήξεων θα ευρισκόμεθα νύν, ότε η τύχη μας θα ήτο εξίσου σκληρά προς την αδυσώπητον μοίραν των συμμάχων του Δούσμανη;Την μοίραν των συμμάχων του Δούσμανη;Το ιδικόν μας μέλλον θα ήτο απείρως του ιδικού των ζοφερώτερον.Ημείς δεν είμεθα λαός γεωργικός, δυνάμενος να ζήση ως η χελώνη εντός του οστράκου της. Λαός ναυτίλων, εμπόρων και αποικιστών, έχομεν ανάγκην πασών των διεθνών αγορών όπως ζήσωμεν. Αι διεθνείς συμπάθειαι, αν είνε κεφάλαιον πολυτελείας δια τους άλλους, δι’ημάς είνε τόσον απαραίτητοι όσον και ο ατμοσφαιρικός αήρ. Ούτω η ανασυγκρότησις του εμπορικού στόλου μας θα ήτο αδύνατος μετ’αδιατάρακτον περίοδον Κωνσταντινικής πολιτικής, διότι αι ναυλώσεις του Λονδίνου θα μας απεκλείοντο. Ουδέ θα εύρισκε πλέον πόρον ζωής ο Έλλην βιοπαλαιστής εις τας Ατλαντικάς κοσμοπόλεις ή εις τους λιμένας της Δύσεως.
Ενώ η ηττημένη Ελλάς θα έζη βίον ταπεινώσεως, απαρνήσεως και αντεγκλήσεων, εις τον απέραντον κόσμον, η στρατιά των τέκνων της Ελληνικής βιοπάλης δεν θα εύρισκεν ή μόνον την ύβριν, τον αποκλεισμόν, την περιφρόνησιν.
Θα επανηρχόμεθα πάλιν εις την περίοδον, ήν εχάραξε δια του υβριστικού πτερνιστήρος του ο Φον Δερ Γκόλτς, -ο συνεργάτης του ειδώλου σας, ώ Καϊζερόπληκτοι!- και καθ’ήν τα άριστα τέκνα της Ελλάδος ησχύνοντο να επιδείξωσι τα διαβατήριά των εν τω εξωτερικώ, ένεκα των χλευασμών οίτινες τα υπεδέχοντο.
Χάρις εις τον αγώνα του Ελευθερίου Βενιζέλου και δρακός φίλων του, απεσοβήθη η μεγάλη αύτη συμφορά, η δε Ελλάς ευρίσκεται μετά των νικητών, ψάλλουσα μετ’αυτών τον παιάνα της μεγίστης νίκης ήν είδεν η ανθρωπότης και αποβλέπουσα εις γενναία ανταλλάγματα.
Αλλά δεν θα επωφελούμεθα πάντων των διδαγμάτων των τελευταίων τούτων καιρών, αν ελησμονούμεν ὀτι συντάγματά μας τινά εξήλθον μητροκτόνου στάσεως όπως βαδίσωσι κατά του εχθρού, ότι το συντελεσθέν έργον ανήκει εις ένα μόνον άνδρα και ουχί εις την συνολικήν του Έθνους προσπάθειαν , ότι αν έφερε την σφραγίδα της προσπαθείας ταύτης τ’αποτελέσματά του θα κατέπλησσον και ότι πάντες οι εξ αγνοίας εγκληματίσαντες εν τω παρελθόντι κατά της Πατρίδος των οφείλουσι να επανορθώσωσι το κακόν, όπερ έπραξαν, σήμερον, ότε είδον, έκριναν, ηννόησαν, συντελούντες εις την ανασυγκρότησιν της εθνικής μας ενότητος, ήτις είναι απαραίτητος κατά την εγγύς μεταπολεμικήν περίοδον, όπως αποδώση πλήρεις τους καρπούς του το έργον του Ελληνικού αίματος».
Την γνωστοποίηση του κειμένου οφείλουμε στην Άβα Μπουλούμπαση