Η προσπάθεια των ΗΠΑ να αναθεωρήσουν το καθεστώς της διεθνούς φορολόγησης των εταιρειών υπόσχεται μια νέα εποχή για τις κυβερνήσεις, όσον αφορά τη δυνατότητα να αυξήσουν τα φορολογικά έσοδα που προέρχονται από μερικές από τις πλέον επιτυχημένες παγκοσμίου βεληνεκούς επιχειρήσεις – υπό την προϋπόθεση ότι ο υπόλοιπος κόσμος θα μπορέσει να συμφωνήσει με την πρόταση.
Οι φωνές αποδοχής στην Ευρώπη των προτάσεων της υπουργού Οικονομικών Janet Yellen υποδηλώνουν μια θετική αρχή προκειμένου να αρθεί αδιέξοδο στις δπαπραγματεύσεις που διεξάγονται εδώ και χρόνια μεταξύ περισσότερων από 135 κρατών σχετικά με την εναρμόνιση της εταιρική φορολόγησης.
Αξιωματούχοι που ηγούνται των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο του ΟΟΣΑ, δήλωναν ότι θα ήταν δυνατόν να συμφωνήσουν μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού. Οπως και έγινε.
Οι G7 κατέληξαν σε συμφωνία το Σάββατο (5/6/2021) για το περίγραμμα μίας παγκόσμιας συμφωνίας που θα αφορά στη φορολογία των τεχνολογικών κολοσσών.
Η συμφωνία, που επιτεύχθηκε στη σύνοδο των υπουργών Οικονομικών των G7 στη Βρετανία αίρει τις χρόνιες διατλαντικές εντάσεις, που υποσκάπτουν τις διαπραγματεύσεις για την επικαιροποίηση παλαιότερων κανονισμών για την οικονομία του 21ου αιώνα, αναφέρει χαρακτηριστικά το Bloomberg.
Με την απόφαση αυτή ανοίγει ο δρόμος για μία ευρύτερη συμφωνία στο πλαίσιο των G20 από τον επόμενο κιόλας μήνα.
«Αυτός ο ελάχιστος παγκόσμιος φόρος θα τερματίσει τη διαμάχη για τη φορολόγηση των εταιρειών και θα διασφαλίσει τη δικαιοσύνη για τη μεσαία τάξη και τους εργαζόμενους στις ΗΠΑ και σε όλο τον κόσμο», δήλωσε η Αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών Janet Yellen σε δήλωσή της μετά τις συνομιλίες του Λονδίνου.
Η ανακοίνωση
«Δεσμευόμαστε να φτάσουμε σε μια ισότιμη λύση ως προς την κατανομή των δικαιωμάτων φορολόγησης με τις χώρες να αποκτούν δικαιώματα φορολόγησης τουλάχιστον 20% επί του κέρδους που θα ξεπερνάει ένα περιθώριο 10% για τις μεγαλύτερες και πιο κερδοφόρες πολυεθνικές εταιρείες», αναφέρει μια ανακοίνωση των υπουργών που είδε το Reuters.
«Θα φροντίσουμε για τον απαραίτητο συντονισμό μεταξύ της εφαρμογής των νέων διεθνών φορολογικών κανονισμών και της κατάργησης όλων των φόρων ψηφιακών υπηρεσιών», τονίζεται στην ανακοίνωση.
Οι στόχοι
Οι αμερικάνικες προτάσεις αφορούν δύο στόχους: τον καθορισμό ενός ελάχιστου παγκόσμιου φορολογικού συντελεστή και τη διασφάλιση ότι οι 100 (ή περισσότερες) μεγαλύτερες εταιρείες του κόσμου καταβάλλουν περισσότερα σε φορολογικες υποχρεώσεις στις χώρες όπου δραστηριοποιούνται.
Ενώ παραμένουν ερωτήματα σχετικά με τον τρόπο επιβολής, την επίλυση διαφορών και το πώς θα μπορούσαν να ωφεληθούν οι φτωχότερες οικονομίες, η πρωτοβουλία επαναφέρει στο προσκήνιο μια διαδικασία που σχεδόν πυροδότησε έναν εμπορικό πόλεμο στην εποχή του Donald Trump.
Επανάσταση
«Ο φόρος είναι ένα σημαντικό οικονομικό ζήτημα και ζήτημα εθνικής κυριαρχίας.
Και αυτό που βρίσκεται στο τραπέζι είναι μια πραγματική φορολογική επανάσταση», δήλωσε ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας Bruno Le Maire την Πέμπτη 9 Απριλίου 2021.
«Εάν έχουμε μια ιστορική συμφωνία για τον ελάχιστο παγκόσμιο φορολογικό συντελεστή, θα έχουμε παγκόσμιες εταιρείες και παγκόσμια φορολόγηση που θα είναι πιο δίκαιη και πιο αποτελεσματική».
Ανταγωνισμός
Ο επαναπροσδιορισμός του καθεστώτος της διεθνούς φορολογίας υπήρξε εδώ και καιρό μια φιλόδοξη πρόταση υπουργών Οικονομικών όπως η Le Maire η οποία κατέληγε σε «ναυάγιο».
Εταιρικές οντότητες με διεθνή δραστηριότητα έχουν συσσωρεύσει βουνά κερδών που φορολογούνται με τον ελάχιστο φορολογικό συντελεστή, σε μια εποχή που οι μισθοί των εργαζομένων είναι «παγωμένοι» – με αποτέλεσμα να σωρεύονται πολιτικές εντάσεις εντός των κοινωνιών.
Το να αποφασίσουν περισσότερες από 135 χώρες με τις δικές τους προτεραιότητες και τα φορολογικά συστήματα να υιοθετήσουν ένα τυποποιημένο σύνολο κανόνων για την εταιρική φορολόγηση αποτελεί μια τεραστίων διαστάσεων πρόκληση.
Θα σήμαινε επίσης μια έντονη αντιστροφή αυτού που ο Yellen ονόμασε «κούρσα προς τα κάτω» (σσ. αναφερόμενη στο φορολογικό ανταγωνισμό).
Ο μέσος φορολογικός συντελεστής μεταξύ των μελών του ΟΟΣΑ μειώθηκε στο 23,3% το 2020 από 32,2% το 2000, σύμφωνα με το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ.
Το 1980, οι συντελεστές εταιρικής φορολόγησης στις χώρες του ΟΟΣΑ «σπάνια ήταν λιγότερο από 45%», δήλωσε το Υπουργείο Οικονομικών την Τετάρτη.
Τέλος στην «τρέλα»
Πίσω από αυτή τη νέα τάση βρίσκεται η κρίση πανδημία που διόγκωσε τα εθνικά χρέη.
Η αλλαγή δεν είναι άσχετη με την τροποποίηση του καθεστώτος για την αντιμετώπιση των φορολογικών παραδείσων όπως η Ελβετία μετά την οικονομική κρίση του 2008.
«Το βλέπω ως ολοκλήρωση των εργασιών που ξεκινήσαμε πριν από 10 χρόνια», δήλωσε ο Pascal Saint-Amans, διευθυντής του κέντρου φορολογικής πολιτικής του ΟΟΣΑ με έδρα το Παρίσι, ο οποίος ηγήθηκε των συνομιλιών.
«Βάζει τέλος στην τρέλα όπου θα μπορούσατε να μειώσετε τη φορολογική σας επιβάρυνση νόμιμα, μαζικά και σε πλήρη αντίθεση με το πνεύμα του νόμου.»
Η πρωτοβουλία των ΗΠΑ οδήγησε σε μια πιο θερμή υποδοχή τουο μέτρου από μεγαλύτερες χώρες όπως η Γαλλία, των οποίων τα κρατικά κρατικά ταμεία έχουν να κερδίσουν έσοδα από πολυεθνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται σε κερδοφόρες εγχώριες αγορές.
ΕΤΑΙΡΙΚΟΙ ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ
Οι αντιρρήσεις
Άλλα κράτη που κερδίζουν χρήματα από την επιβολή χαμηλών φορολογικών συντελεστών στις εν λόγω εταιρείες διατηρούν επιφυλάξεις.
«Έχουμε ομάδες χωρών με διαφορετικά συμφέροντα», δήλωσε ο Robert Danon, καθηγητής φορολογικής νομοθεσίας στο Πανεπιστήμιο της Λωζάνης, ο οποίος είναι επίσης πρόεδρος της Μόνιμης Επιστημονικής Επιτροπής της Διεθνούς Φορολογικής Ένωσης.
«Εχουμε μεγάλες χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία, αλλά έχετε επίσης μικρές χώρες όπως το Λουξεμβούργο και η Ελβετία, οι οποίες έχουν φυσικά διαφορετική προοπτική επί του ζητήματος».
Ο υπουργός Οικονομικών του Λουξεμβούργου Pierre Gramegna εξέφρασε την αγανάκτησή του σε μια τηλεοπτική συνέντευξη στο Bloomberg, λέγοντας ότι μικρές οικονομίες όπως η δική του επιθυμούν να ληφθούν υπόψη οι δικές τους απόψεις.
Η Ιρλανδία, με τον συντελεστή φορολόγησης των εταιρειών στο 12,5% γεγονός που την έχει καταστήσει προορισμό για παγκόσμιες επενδύσεις, εξέφρασε ήδη επιφυλάξεις.
Οι εμπλοκές
Το σχέδιο Biden να αυξήσει τον εγχώριο φορολογικό συντελεστή στο 28%, να επιβάλει έναν ελάχιστο παγκόσμιο φόρο 21% και να κλείσει άλλα «παράθυρα» για να αποφευχθεί η φοροαποφυγή υποστηρίζεται από πολλούς Δημοκρατικούς.
Ωστόσο, η ιδέα έχει υπονομευθεί παγκοσμίως από τους Ρεπουμπλικάνους και πολλούς επιχειρηματικούς ομίλους – οι οποίοι λένε ότι θα οι ΗΠΑ θα καταστούν λιγότερο ανταγωνιστικές.
Ορισμένοι Δημοκρατικοί επιδιώκουν λιγότερο επιθετικά μέτρα, κάτι που θα μπορούσε να περιπλέξει την έγκριση του νομοσχεδίου στο Κογκρέσο.
Τα ποσά
Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, οι αλλαγές στον τρόπο κατανομής των φορολογικών δικαιοδοσιών θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε αναδιανομή περίπου 100 δισ. δολ μεταξύ των κρατών, ενώ ο ελάχιστος συντελεστής, σε συνδυασμό με τους ισχύοντες κανόνες στις ΗΠΑ, θα ενίσχυε τα δημόσια έσοδα για τις κυβερνήσεις κατά 100 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Ο Saint-Amans πιστεύει ότι η πρόταση για φορολογικό συντελεστή 21% θα καθιστούσε την αύξηση του ποσού που θα αναδιανεμόταν «σημαντικά υψηλότερη».