Στην πολιτική, ελάχιστη σημασία έχουν οι προθέσεις, μεγάλη αξία έχει το αποτέλεσμα. Κι εκεί είναι που παρεισφρέει η οξυδέρκεια και η επαφή με το πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον που πρέπει να διέπει κάθε πολιτικό, ώστε να μπορεί να προβλέψει σε ποιο ακριβώς αποτέλεσμα μπορεί να οδηγήσει αυτό που θα πει πριν το πει. Απλό; Αυτονόητο, θα μου πείτε. Έλα, όμως, που ορισμένοι έχουν πάρει διαζύγιο από το αυτονόητο και μιλούν και δρουν στο περίκλειστο περιβάλλον της (δήθεν) αυτάρκειας, της (υπερχειλίζουσας) αυτοπεποίθησης και ενίοτε της αίσθησης πως η σπουδαιότητά τους κατέχει το αλάνθαστο.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Η προσβλητική και ανιστόρητη “μπαρούφα” του 80άρη εμπειρότατου (;) και σεβάσμιου (για την διαδρομή του) Θόδωρου Δρίτσα για το ότι “δεν τρομοκρατήθηκε κανείς από τη 17Ν” δεν αφορά, τελικά, μόνο τον ίδιο (δείτε όσα είπε και ακούστε το ηχητικό της συνέντευξης του στο Κανάλι 1). Τόσο μπορεί, τόσο καταλαβαίνει.
Πρώτον, γιατί σε παρόμοια λεκτικά, πολιτικά και επικοινωνιακά ολισθήματα έχει περιπέσει και κατά το παρελθόν.
Δεύτερον, γιατί δεν είναι ο μόνος που κινείται αφελώς μεταξύ πρόκλησης και (εκ του αποτελέσματος) υπονόμευσης του κόμματός του.
Και τρίτον, διότι, τελικά, όλα αυτά σωρρεύονται ως ένα πολιτικό και επικοινωνιακό φορτίο που διαστρεβλώνει την προσπάθεια του αρχηγού του να ανακτήσει πολιτικά εδάφη και να υλοποιήσει την κατεύθυνση που έχει χαράξει.
Είναι αφελής ή υπονομευτής ο βετεράνος της Αριστεράς; Αναμφίβολα, ισχύει το πρώτο. Αλλά, τελικά, προκαλεί το δεύτερο. Εάν, δε, πράγματι πιστεύει πως η 17Ν δεν τρομοκράτησε κανέναν, τότε δεν είναι μόνο αφελής αλλά και επικίνδυνος.
Όπως και να ‘χει πρόσφερε στην κυβέρνηση, στα μέσα ενημέρωσης που την υποστηρίζουν και στο φίλα προσκείμενο “κοινό” των social media μια τρανή ευκαιρία να στρέψουν αλλού το βλέμμα της επικαιρότητας και έριξε λάδι στη φωτιά των διχαστικών μηνυμάτων που συνδέουν το κόμμα του –με ακραίο, ψευδή και επικίνδυνο τρόπο– με κάποια ανοχή στην τρομοκρατία.
Η εκ των υστέρων “διευκρίνιση”, όπως όλες οι σχετικές “διευκρινίσεις”, απογυμνώνουν ακόμα περισσότερο την αρχική τοποθέτηση. Κάθε τοποθέτηση που χρειάζεται ερμηνείες και διευκρινίσεις αποκαλύπτει την ανοησία που εμπεριέχει.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Δρίτσας: Αναλαμβάνω πλήρως την ευθύνη για όσους κατανόησαν αλλιώς τα λεγόμενά μου
ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ: Ατυχής η δήλωση Δρίτσα – Δεν εκφράζει ούτε τον ΣΥΡΙΖΑ ούτε τον ίδιο
Μπακογιάννης: Ο ΣΥΡΙΖΑ περιφέρει τον Κουφοντίνα ως σημαία ευκαιρίας
Χθες το πρωί, μαζί με τον πρωϊνό καφέ του ο Θόδωρος Δρίτσας (όπως και κάθε άλλο στέλεχος κάθε κόμματος) έπρεπε να διαβάσει το ημερήσιο πρόγραμμα παρεμβάσεων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και, κυρίως, τις εμφανίσεις του αρχηγού του, να διαπιστώσει πως το απόγευμα επίκειτο η επίσημη παρουσίαση του φιλόδοξου προγράμματος για το “νέο ΕΣΥ”, να ρίξει μια ματιά τριγύρω για να αισθανθεί πως η κυβέρνηση βρίσκεται υπό πολιτική πίεση με το αδιέξοδο του lockdown, τις ΜΕΘ που ασφυκτιούν, την υπόθεση Μενδώνη-Λιγνάδη και αρκετά άλλα, και να αποφασίσει το απλούστατο: να σιωπήσει! Να αφήσει να κυριαρχήσει το υπέρτερο μήνυμα του αρχηγού.
Ή, εάν νοιώσει την ανάγκη να συνδράμει στην κοινή προσπάθεια να διαβάσει τις “οδηγίες” του επικοινωνιακού επιτελείου και να τις επαναλάβει κατά γράμμα. Να μην προσθέσει ούτε ένα σημείο στίξης εάν δεν νοιώθει ικανός να μην παρεκκλίνει. Δεν το έκανε διότι θεωρεί, μάλλον, πως κανένα πλαίσιο συμφωνημένου λόγου δεν καλύπτει την… μεγαλειότητά του.
Δεν ενδιαφέρθηκε για τον κοινό τόπο και για το άθροισμα, υπερίσχυσε το “εγώ” και η υπεράνω αντίληψη της πολιτικής.
Όλα αυτά, όμως, εν κατακλείδι, επιστρέφουν στον ίδιο τον Αλέξη Τσίπρα. Η γνωστή παροιμία με την αγελάδα και την καρδάρα με το γάλα δεν αρκεί για να εξηγήσει τέτοια φαινόμενα. Διότι κάτι τέτοιο θα συγχωρούνταν σε ένα κανονικό μιντιακό περιβάλλον όπου οι “αστοχίες” της μιας ή της άλλης πλευράς περνούν στα ψιλά. Ο Θόδωρος Δρίτσας και κάθε στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ γνωρίζουν (ή θα έπρεπε να γνωρίζουν), ωστόσο, πως κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Πως βρίσκονται υπό την παρατήρηση ενός γιγαντιαίου μικροσκόπιου και κάθε αμφισημία γίνεται ελέφαντας στο δωμάτιο.
Στην περίπτωσή του, όμως, ούτε αυτή η εξήγηση είναι αρκετή. Με τον Κουφοντίνα να αιτείται την μεταγωγή του στον Κορυδαλλό, την αντιπολίτευση (και τον ίδιο τον αρχηγό του) και ένα μεγάλο τμήμα του νομικού κόσμου να τάσσονται υπέρ της εξεύρεσης λύσης, κάθε Δρίτσας είναι υποχρεωμένος να κατανοήσει πως είναι επικίνδυνη κάθε αναφορά που θα υπερβαίνει την επίκκληση του συστήματος δικαίου και τον ανθρωπισμό που πρέπει να διέπει την Πολιτεία απέναντι σε (ΚΑΘΕ) κατάδικο απεργό πείνας και η οποία θα δημιουργεί την εντύπωση εξωραϊσμού της δράσης μιας δολοφονικής τρομοκρατικής οργάνωσης. Εάν δεν το κατανοεί δεν έχει καμία θέση στην πολιτική. Σκληρό αλλά, δυστυχώς, έτσι είναι.
Η “μπαρούφα” του Δρίτσα, ωστόσο, προδίδει μια μεγάλη αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ. Την έλλειψη ενιαίου λόγου, την απουσία συνοχής και πειθαρχίας. Όποιοι δεν πιστεύουν την επίσημη εκφορά, ή δεν θέλουν να την υπηρετήσουν, είτε σιωπούν, είτε πηγαίνουν στο σπίτι τους. Δεν θα λείψουν δα…
Κι επειδή, ως φαίνεται, ο Δρίτσας (και κάθε Δρίτσας) είναι δύσκολο να υιοθετήσουν το αυτονόητο και καλύπτονται πίσω από το πρόσχημα του εσωκομματικού πλουραλισμού, είναι ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας που πρέπει να επιβάλλει τον ενιαίο λόγο και την παρουσίασή του στη δημόσια σφαίρα μόνο από εκείνα τα στελέχη που θέλουν και μπορούν να το κάνουν.
Ο Τζανακόπουλος, ο Χαρίτσης, ο Παππάς, η Αχτσιόγλου, ο Ραγκούσης, η Ξενογιαννακοπούλου, ο Ζαχαριάδης και πολλοί άλλοι δεν θα διολίσθαιναν σε μια τόσο προσβλητική, ανιστόρητη και υπονομευτική αναφορά. Ας αποφασίσει, λοιπόν, ο Τσίπρας ποιοι εκφράζουν το κόμμα και ας στείλει τους υπόλοιπους σε μια τιμητική αποστρατεία. Διότι θα τους βρίσκει πάντοτε μπροστά του…