«Μια φωτογραφία μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, να τον κάνει πιο δίκαιο», έλεγε. Είχε δίκιο.
Η φωτογραφία του με τον πατέρα-πρόσφυγα που αγκαλιάζει το μωρό του στα σύνορα Ελλάδας – FYROM (τότε), είχε κάνει τον γύρο του κόσμου, αναδεικνύοντας το Προσφυγικό ως οικουμενικό ζήτημα. Ο Μπεχράκης ήταν επικεφαλής του φωτογραφικού τμήματος (chief Photographer) του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters στην Ελλάδα.
Δεν του πολυάρεσε – έλεγε ότι ήθελε να είναι στην εμπόλεμη ζώνη, στο Αφγανιστάν, στα παλαιστινιακά εδάφη, να μην κάνει τη γραφειοκρατική δουλειά ενός μεγάλου οργανισμού, ήθελε να καταγράφει την κρίση. Τελικά η κρίση ήρθε στα μέρη μας.
Το Προσφυγικό και η κάλυψή του υπήρξε το magnum opus του. Πνεύμα οξύ, εύστροφο, με μια σπάνια έφεση στην περιγραφή της πραγματικότητας, όχι μόνο μέσα από τον φακό του.
Ο Γιάννης Μπεχράκης γεννήθηκε το 1960 στην Αθήνα. Σπούδασε φωτογραφία στο Athens School of Arts and Technology και στο Πανεπιστήμιο Μίντλσεξ (Middlesex University) στο Λονδίνο.
Εργάστηκε ως φωτογράφος στην Αθήνα τη διετία 1985-86. Το 1988 ξεκίνησε να δουλεύει για το Reuters στην Αθήνα. Η πρώτη του δουλειά στο εξωτερικό ήταν η κάλυψη της κρίσης στην Λιβύη τον Ιανουάριο του 1989.
Στη διάρκεια της καριέρας του κάλυψε πολέμους σε διάφορα μέρη του κόσμου καθώς και μεγάλα πολιτικά και αθλητικά γεγονότα. Για τη δουλειά του βραβεύτηκε στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Ο προσωπικός του λογαριασμός στο Facebook κατακλύστηκε από δεκάδες μηνύματα συμπαράστασης συναδέλφων, φίλων και οικείων προσώπων του προς στην οικογένειά του
Ζωή μυθιστόρημα
«Θέλω να βλέπω με την ψυχή και τα μάτια τους», έλεγε και ήταν πάντα στην πρώτη γραμμή του πολέμου – Βραβεύθηκε με Πούλιτζερ για την δουλειά του στο προσφυγικό – Κόσσοβο, Ιράν, Σιέρα Λεόνε μερικά από τα πεδία μαχών που βρέθηκε – Τον νίκησε ο καρκίνος, σε ηλικία 59 ετών
«Πάντα θέλω να είμαι όπου με χρειάζονται-να βλέπω με την ψυχή και τα μάτια τους» έλεγε ο βραβευμένος φωτορεπόρτερ Γιάννης Μπεχράκης, κάθε φορά που ένας δημοσιογράφος τον ρωτούσε αν είναι αμέτοχος σε όλα όσα απαθανατίζει.
Με πραγματικό κίνδυνο της ζωής του και αντιμετωπίζοντας τον θάνατο που τώρα κατάφερε να του στήσει την πιο αποτελεσματική ενέδρα, βρέθηκε στα πιο επικίνδυνα μέτωπα: από τον εμφύλιο στη Γιουγκοσλαβία μέχρι την αιματοβαμμένη Τσετσενία, το Αφγανιστάν, την Παλαιστίνη, τη Σιέρα Λεόνε.
Ήταν ο μοναδικός Έλληνας που κατάφερε να φέρει το Πούλιτζερ στην Ελλάδα για τις φωτογραφίες που τράβηξε ως επικεφαλής του Ρόιτερς μαζί με τον Άλκη Κωνσταντινίδη και τον Αλέξανδρο Αβραμίδη καλύπτοντας την προσφυγική κρίση.
Η ευαισθησία του τον έκανε να ξεχωρίζει όπως και το σπάνιο ήθος και η ανθρωπιά του. Ξεκίνησε την καριέρα του επειδή η φωτογραφία τον έφερνε πιο κοντά σε αυτό που ήθελαν να εκφράσουν οι άνθρωποι και εμπνεύστηκε βλέποντας και απαθανατίζοντας τη συγκίνηση στον θριαμβευτικό για την Ελλάδα τελικό του μπάσκετ το 1987. Κάλυψε την κηδεία του Χομεινί – «μόνο που έχασα εξαιτίας αυτού τα γεγονότα στην πλατεία Τιεν αμεν» έλεγε και από τότε βρισκόταν πάντα στην πρώτη γραμμή των πιο κρίσιμων παγκόσμιων γεγονότων.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’90 πήρε την απόφαση να μετοικήσει για χρόνια Κόσοβο ζώντας από κοντά τον γιουγκοσλαβικό εμφύλιο. Όταν μάλιστα κάποια στιγμή, το 1998, μπήκε σε ένα ισοπεδωμένο χωριό, ήταν εκείνος που μετέφερε τα νέα σε έναν από τους ελάχιστους ζωντανούς πιτσιρικάδες που είχαν μείνει για το ποιος ήταν ο νικητής της μάχης. Είχε κρυφτεί στο λεωφορείο του θείου του που ήταν ακριβώς απέξω και ήταν διάτρητο από σφαίρες.
Πηγή: Protagon.gr, protothema.gr