Μία θεωρία που διακινείται σχετικά με τα “εμφραγματικά επεισόδια” που προκαλεί κάθε τόσο στη συγκυβέρνηση ο Πάνος Καμμένος είναι πως ενορχηστρώνονται από τους “Σπίλμπεργκ” των υπογείων του Μαξίμου για να προετοιμάσουν το έδαφος -εφόσον χρειαστεί- μιας πρόωρης εκλογικής απόδρασης του Αλέξη Τσίπρα. Αυτό εννοεί η Ν.Δ όταν μιλά για “σκηνοθετημένες κόντρες”. Την ίδια ώρα, βεβαίως, τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης ( π.χ Κώστας Τζαβάρας στο news247 εδώ ) αναιρούν το συγκεκριμένο σενάριο καθώς τονίζουν πως “οι δυο τους πάντοτε καταλήγουν σε συμφωνία” και ότι “ο Καμμένος δεν πρόκειται να ρίξει την κυβέρνηση”.
του ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΚΟΤΡΩΤΣΟΥ
Βγάλε άκρη. Ο Τσίπρας, δηλαδή, έχει συνωμοτήσει με τον Καμμένο να τον υπονομεύει και να αποσπά την προσοχή από τα μείζονα (και σε μεγάλο βαθμό θετικά, όπως η μη περικοπή των συντάξεων και τα μέτρα ελάφρυνσης που θα νομοθετηθούν οσονούπω από τη Βουλή) και, ταυτοχρόνως, να προκαλεί σύγχυση στην εθνική γραμμή για το Μακεδονικό, στο πλαίσιο ενός επικοινωνιακού παιχνιδιού. Ο Γκούφι θα ωχριούσε μπροστά σε μια τέτοια γκάφα αλλά αφού έτσι το θέλει το σενάριο, τι να κάνουμε.
Η πραγματικότητα είναι μάλλον διαφορετική.
Οι ΑΝΕΛ είναι προφανές πως αναζητούν πολιτικό χώρο και χρόνο. Χώρο για να προσδιοριστούν έναντι της Ν.Δ και να καταλάβουν -εάν κάτι τέτοιο σταθεί εφικτό- έδαφος στα δεξιά της αξιωματικής αντιπολίτευσης με σημαία τη στάση τους στο θέμα της Συμφωνίας των Πρεσπών.
Η πρόκληση- πρόσκληση του εκπροσώπου Τύπου του κόμματος Θόδωρου Τοσουνίδη ( δηλώσεις στην εκπομπή “Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ” της ΕΡΤ εδώ ), σύμφωνα με την οποία θα μπορούσαν να στηρίξουν μία πρόταση δυσπιστίας του Κυριάκου Μητσοτάκη κατά της κυβέρνησης, υπό προϋποθέσεις, σε αυτό φαίνεται ότι αποσκοπούσε. Να αναδείξει, δηλαδή, ότι ο πρόεδρος της Ν.Δ έχει αποστεί από τη θέση Σαμαρά “καμιά ονομασία που να περιέχει τον όρο Μακεδονία” (σχετικές δηλώσεις του πρώην πρωθυπουργού στην Καβάλα εδώ ) και ότι διαφωνεί μεν ως προς την ταυτότητα και τη γλώσσα αλλά αποδέχεται την ονομασία. Η τακτική αυτή αποφασίστηκε από τους ΑΝΕΛ μετά τις δηλώσεις του Κυριάκου Μητσοτάκη στη ΔΕΘ, όπου τόνισε πως “είναι ρεαλιστής και το όνομα θα ξεχαστεί πολύ γρήγορα” ( βίντεο με τη σχετική αναφορά εδώ ).
Και η διατύπωση και η τακτική ήταν αναμφίβολα άστοχες. Όχι ως προς την ανάδειξη της εμφανούς αμηχανίας της Ν.Δ και των συγκρουόμενων απόψεων στο εσωτερικό της (“γραμμή Βουκουρεστίου” vs “γραμμή Σαμαρά”), αλλά ως προς το επικοινωνιακό αποτέλεσμα που δημιουργούν για τη συνοχή και την εικόνα της κυβέρνησης.
Προδίδουν, δε, το άγχος του Πάνου Καμμένου να τοποθετηθεί με κάποιο τρόπο στην πολιτική γεωγραφία που δημιουργείται περί το Μακεδονικό κατά τρόπο που να του εξασφαλίσει εκείνο το εκλογικό ακροατήριο που ίσως τον βοηθήσει να εκπροσωπηθεί και στην επόμενη Βουλή.
Δεν υπάρχει, όμως, χειρότερος σύμβουλος από το άγχος εκλογικής επιβίωσης. Κι αυτό φαίνεται.
Διότι ακόμα κι αν η στόχευση αυτής της τακτικής είναι η Ν.Δ, την ίδια ώρα προκαλεί σοβαρό ρήγμα στην εικόνα της συγκυβέρνησης. Το γεγονός ότι ο υπουργός Άμυνας διατυπώνει “προσωπικές απόψεις” στην Ουάσιγκτον για ένα θέμα (Συμφωνία των Πρεσπών) που είναι “κλειδωμένο” και αδιαπραγμάτευτο στην γεωπολιτική στρατηγική των ΗΠΑ στην περιοχή μας, αν μη τι άλλο δεν είναι θετικό για την εικόνα της χώρας. Ιδιαίτερα, μάλιστα, στη συγκυρία που ο Ζόραν Ζάεφ αγωνιά -με τη συνδρομή των πάντων- να συγκεντρώσει τον “μαγικό αριθμό” των 80 βουλευτών ή, αν δεν πετύχει σε αυτό, να κερδίσει τις εκλογές ώστε να εφαρμόσει τα συμφωνηθέντα.
Το άγχος αυτό των ΑΝΕΛ εντείνεται και από την τακτική της Ν.Δ που έχει κατορθώσει να βάλει στο κάδρο της Συμφωνίας τον ίδιο τον υπουργό Άμυνας. Όλα τα στελέχη της αξιωματικής αντιπολίτευσης μιλούν για συμφωνία Τσίπρα, Κοτζιά, Καμμένου, πιέζοντας τον τελευταίο να κάνει κινήσεις αποσύνδεσης. Με τα γνωστά αποτελέσματα.
Δεν υπάρχει κυβερνητικό στέλεχος και βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ που να μην εξοργίζεται ή έστω να μην προβληματίζεται γι αυτή τη στάση του εταίρου της συγκυβέρνησης. Οι περισσότεροι μιλούν για μία πολιτικά “τοξική” σχέση που δυσκολεύει την τακτική των ανοιγμάτων προς την Κεντροαριστερά. Είναι, ωστόσο, προφανές πως ο Αλέξης Τσίπρας δεν μπορεί να πράξει διαφορετικά. Θα σπεύδει μέχρι και την ύστατη ώρα να λειτουργεί “πυροσβεστικά”, θα συγκρατεί τον Βούτση, τον Κοτζιά, τον Παππά, τον Σκουρλέτη και άλλους να μην πουν εκείνη την κουβέντα παραπάνω που θα προκαλούσε μείζον πολιτικό γεγονός, και θα κάνει “πολιτικό μασάζ” στον κυβερνητικό του εταίρο.
Το πρόβλημα θα το λύσει, πιθανότατα, ο Ζόραν Ζάεφ και η ίδια η ζωή.
Εφόσον όλα εξελιχθούν κατά τον βασικό προγραμματισμό και η Συμφωνία φθάσει προς κύρωση στην ελληνική Βουλή κατά τον Μάρτιο, τότε ο μεν Πάνος Καμμένος θα ρίξει την τελευταία ζαριά του, ο δε Αλέξης Τσίπρας θα έχει προετοιμάσει το έδαφος για μία “πλειοψηφία βουλευτών” ( ας σημειωθεί πως αυτό έχει περιγράψει ο ίδιος ο υπουργός Εξωτερικών από τον Δεκέμβριο του 2017 (!) στην εκπομπή “Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ” της ΕΡΤ εδώ ) και θα επιχειρήσει να σταθεί ως “κυβέρνηση μειοψηφίας” μέχρι τις εθνικές εκλογές.
Η επιλογή του Μαϊου και της “τριπλής κάλπης” είναι μάλλον αναγκαστική σε ένα τέτοιο σενάριο.
Όσο για την “απειλή” της Ν.Δ για πρόταση δυσπιστίας και σύνδεσή της με την κύρωση της Συμφωνίας των Πρεσπών, σε μία τέτοια περίπτωση, ας μην θεωρείται από ορισμένους βέβαιο ότι θα υλοποιηθεί.
Αφενός γιατί θα αποτύχει, αφού με τα σημερινά δεδομένα (και την ρητή θέση του Γενικού Γραμματέα του ΚΚΕ Δημήτρη Κουτσούμπα ότι δεν θα την υπερψηφίσει) δεν υπάρχουν οι 151 βουλευτές, αφετέρου διότι η δια της κοινοβουλευτικής οδού πτώση της κυβέρνησης θα έφερνε τον Κυριάκο Μητσοτάκη αντιμέτωπο με τη δέσμευσή του να μην κυρώσει τη συμφωνία στην επόμενη Βουλή. Και ορισμένες δεσμεύσεις είναι πολιτικά ωφέλιμο να διατυπώνονται προεκλογικά όχι, όμως, απαραίτητα και εφικτό όταν φθάσει η ώρα να τις υλοποιήσεις…