«Eάν οι δανειστές δεν έχουν ακόμα φτάσει στο σημείο να σεβαστούν τις εκθέσεις μας και να τις αποδεχτούν, εάν χρειάζονται περισσότερο χρόνο, μπορούμε να το λάβουμε υπόψη μας και να τους τον δώσουμε» είπε η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στη Handelsblatt, η οποία θα δημοσιευτεί στην έκδοση της Τρίτης.
«Μπορεί, λοιπόν, να υπάρξει ένα πρόγραμμα σύμφωνα με το οποίο οι χρηματικές καταβολές να γίνουν όταν θα έχουν καταστεί σαφή τα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους από τους δανειστές» πρόσθεσε η κ. Λαγκάρντ.
«Είναι μια δυνατότητα συμφωνίας» όπως είπε, αλλά τόνισε ότι εξακολουθεί να θεωρεί μια ταχεία συμφωνία για ελαφρύνσεις του χρέους ως την «ιδεώδη λύση».
Η προσφερόμενη λύση ως ένα συμβιβασμός από την πλευρά του ΔΝΤ ισοδυναμεί πιθανότατα με την παραμονή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα χωρίς χρηματοδότηση, ως τεχνικός σύμβουλος, για ένα χρονικό διάστημα που παραμένει απροσδιόριστο αλλά εκτείνεται από την επομένη των γερμανικών εκλογών (όταν Μέρκελ και Σόϊμπλε δεν θα έχουν πιθανότατα τις ίδιες δεσμεύσεις όπως σήμερα) μέχρι τη λήξη του προγράμματος, το καλοκαίρι του 2018.
Μένει ωστόσο να διευκρινισθεί η θέση της ελληνικής κυβέρνησης καθώς η όποια απόφαση για τα μέτρα ρύθμισης του χρέους πρέπει οπωσδήποτε να ληφθούν πριν την έναρξη εφαρμογής των μέτρων πουψήφισε πρόσφατα η Βουλή.
Η επικεφαλής του ΔΝΤ υπερασπίστηκε παράλληλα τις προγνώσεις του έναντι των Ευρωπαίων: «Υπολογίζουμε την βιωσιμότητα του χρέους επί τη βάσει της ρεαλιστικής κατάστασης της ελληνικής οικονομίας», πρόσθεσε.
Υπενθυμίζεται ότι ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών έχει επικρίνει τις προγνώσεις του ΔΝΤ ως πολύ απαισιόδοξες.
Τι σημαίνει η κίνηση της Λαγκάρντ
Η Κριστίν Λαγκάρντ 10 ημέρες πριν την κρίσιμη συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης στις 15 Ιουνίου, φρόντισε να κατεβάσει τις προσδοκίες που είχε η Ελληνική κυβέρνηση για μια τουλάχιστον θετική δήλωση σχετικά με το χρέος. Είναι προφανές πως πρόκειται μάλλον για μία “συμφωνία κυριών” (Μέρκελ, Λαγκάρντ) που εξασφαλίζει την πολιτική κάλυψη που χρειάζονται οι Χριστιανοδημοκράτες ενόψει των γερμανικών εκλογών, ήτοι την παραμονή του Ταμείου στο πρόγραμμα. Από την άλλη δίνει τη δυνατότητα στο ΔΝΤ αφού δεν θα συμμετάσχει χρηματοδοτικά αλλά μεταθέτει τις όποιες πληρωμές για μετά το καλοκαίρι του 2018, να μην απαιτεί τώρα έκθεση βιωσιμότητας του χρέους.
Όμως κάτι τέτοιο απομακρύνει ουσιαστικά και την πιθανότητα ένταξης στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.
Η επικεφαλής του ΔΝΤ φρόντισε να επιβεβαιώσει όσα εδώ και καιρό ακούγονται σχετικά με τη συμφωνία της ίδιας με την Άνγκελα Μέρκελ, προκειμένου το Ταμείο να μην πιέσει τη Γερμανία για το Ελληνικό χρέος πριν ολοκληρωθεί η εκλογική μάχη του Σεπτεμβρίου. Η κ. Λαγκάρντ φροντίζει με τη σημερινή συνέντευξη της να ξεκαθαρίσει ότι το Ταμείο έχει περιθώρια ελιγμού στο Ελληνικό ζήτημα, δηλώνοντας ότι «Αν οι πιστωτές δεν είναι ακόμα στο στάδιο που μπορούν να συμφωνήσουν και να σεβαστούν τις εκτιμήσεις μας, αν χρειάζεται περισσότερος χρόνος γι’ αυτούς ώστε να φτάσουν εκεί, μπορούμε να το αναγνωρίσουμε και να τους δώσουμε περισσότερο χρόνο».
Υπό αυτές τις συνθήκες η κυβέρνηση δεν έχει να περιμένει από το Eurogroup της 15ης Ιουνίου τίποτα περισσότερο από μια ακόμα «ισχυρή» δέσμευση των Ευρωπαίων ότι εφόσον κριθεί αναγκαίο και μετά την ολοκλήρωση του υφιστάμενου προγράμματος, θα προχωρήσουν την εφαρμογή μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος προκειμένου να καταστεί βιώσιμο.
Το οικονομικό επιτελείο στρέφει πλέον όλο του το ενδιαφέρον στην υλοποίηση και των υπόλοιπων προαπαιτούμενων προκειμένου στη συνεδρίαση του EuroWorking Group στις 8 Ιουνίου να δοθεί το πράσινο φως για την ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Αυτή η απόφαση θα οδηγήσει και στην εντολή για την εκταμίευση της δόσης των 7,1δισ. ευρώ. Ανοιχτό ωστόσο παραμένει το ενδεχόμενο οι παρασκηνιακές διαβουλεύσεις των τελευταίων ημερών να έχουν ως αποτέλεσμα να αυξηθούν τα χρήματα της δόσης έως και τα 10 δισ. ευρώ.
Πάντως, εάν η Ελλάδα δεν καταστεί εφικτό να εξέλθει στις αγορές έως το τέλος του προγράμματος και απαιτηθεί η χρηματοδοτική συνδρομή του Ταμείου, ίσως αυτό σημάνει παράταση του προγράμματος μόνο με το ΔΝΤ για έξι μήνες τουλάχιστον.