Η ΝΔ είναι ένα γερασμένο κόμμα που έχει πάρει διαζύγιο από μεγάλες κατηγορίες πολιτών δήλωσε ο υποψήφιος πρόεδρος του κόμματος, Κυριάκος Μητσοτάκης, προτάσσοντας την ανάγκη της ανανέωσης σε όλα τα επίπεδα.
«Οι νέοι δεν μας ψηφίζουν και δεν μας ακούν» είπε στο Mega και πρόσθεσε ότι η ΝΔ ένα κόμμα γερασμένο την ώρα όμως που ο βασικός αξιακός της πυλώνας «εξακολουθεί να είναι εξαιρετικά επίκαιρος και πρέπει να προβληθεί».
Αναφερόμενος στα κομμάτια που χρίζουν ανανέωσης στάθηκε στα πρόσωπα, τις δομές αλλά και στο ίδιο το brand της αναγνωρίζοντας ότι «δεν έχουμε καταφέρει να εκπέμψουμε ένα πραγματικό μήνυμα αισιοδοξίας για τη νέα γενιά, να τους δώσουμε μια πραγματική ελπίδα ότι με κεντροδεξιές φιλελεύθερες πολιτικές μπορούν να πετύχουν ένα καλύτερο αύριο».
«Δεν έχουμε ενδεχομένως μιλήσει επαρκώς για το τι σημαίνει σύνδεση της εκπαίδευσης με την πραγματική οικονομία, δεν έχουμε μιλήσει όσο πειστικά θα έπρεπε ενδεχομένως για το τι σημαίνει να προσελκύουμε ιδιωτικές επενδύσεις, δεν έχουμε μιλήσει για τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα» επισήμανε σημειώνοντας ότι «με μεγάλες κατηγορίες πολιτών έχουμε πάρει διαζύγιο».
Μιλώντας για το Δημόσιο είπε ότι διαχειρίστηκε «ένα δύσκολο χαρτοφυλάκιο» και πως δεν θεωρεί ότι έβαλε απέναντί του όλους τους δημόσιους υπαλλήλους.
«Θεωρώ ότι υπήρχαν πολλοί νέοι δημόσιοι υπάλληλοι που είδαν με πολύ μεγάλο ενδιαφέρον τις πρωτοβουλίες μου και τις προτάσεις μου ειδικά στα ζητήματα της σωστής αξιολόγησης» υπογράμμισε.
Εκτίμησε μάλιστα ότι το πρόβλημα της ΝΔ δεν είναι η πολιτική της για τα θέματα του Δημοσίου, καθώς ο ίδιος τετραπλασίασε τον αριθμό των προσωπικών του σταυρών στις εκλογές του Ιανουαρίου, πηγαίνοντας από τους 25.000 σταυρούς σχεδόν στους 100.000.
«Στη νεολαία είναι τα προβλήματά μας, στις παραγωγικές τάξεις είναι τα προβλήματά μας, όχι κατ’ ανάγκη στους δημοσίους υπαλλήλους» είπε τονίζοντας ωστόσο ότι «το Δημόσιο χρειάζεται ριζική αναδιάρθρωση, δεν χρειάζεται απολύσεις».
Αναφορικά με τη διαδικασία εκλογής είπε πως βγάζει «το καπέλο» στον Βαγγέλη Μεϊμαράκη «γιατί πράγματι επειδή δεν είχε τη νομιμοποίηση μιας εκλογής από την ίδια την κοινωνία προφανώς και δεν μπορούσε να κάνει όσα πράγματα ήθελε να κάνει» και εξέφρασε την πρόθεσή του ως πρόεδρος να αλλάξει το καταστατικό προσδιορίζοντας ότι «και ο πρόεδρος του κόμματος πρέπει να έχει θητεία και πρέπει να είναι υπόλογος στο τακτικό συνέδριο κάθε τρία ή τέσσερα χρόνια».
Εκτίμησε πάντως ότι «δεν θα ανανεωθεί η ΝΔ αν δεν ψηφίσουν πολλοί ανώνυμοι ψηφοφόροι». Υποστήριξε ότι η παρούσα διαδικασία εκλογής «είναι ο μόνος τρόπος να ανανεωθεί πραγματικά η ΝΔ», εκφράζοντας την προτίμηση σε «πολύ περισσότερες διαδικτυακές δράσεις συμμετοχής των πολιτών στη διαμόρφωση της πολιτικής» και «συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών στην επιλογή των υποψήφιων βουλευτών».
Είπε ότι σε ένα κεντροδεξιό κόμμα μπορούν να συνυπάρχουν τόσο οι δεξιοί όσο και οι κεντρώοι, «από τις παρυφές της σοσιαλδημοκρατίας μέχρι την παραδοσιακή δεξιά», αλλά πρόσθεσε ότι έχει πρόβλημα με ένα κόμμα στο οποίο κάνουν κουμάντο παλαιοί μηχανισμοί.
«Δεν κάνω νταλαβέρια με τις παραδοσιακές συντεχνίες της ΝΔ, δεν με ενδιαφέρει αυτό» είπε χαρακτηριστικά.
«Δεν πήρα τηλέφωνο κανέναν, το συζήτησα με τη συνείδησή μου, με τη σύζυγό μου, με τα παιδιά μου, με τους στενούς μου συνεργάτες και αποφάσισα να κατέβω. Είναι τόσο απλό, δεν ζήτησα τη στήριξη κανενός, δεν κατεβαίνω με το χρίσμα κανενός, κατεβαίνω με το όποιο βάρος του δικού μου βιογραφικού και των δικών μου θέσεων» σημείωσε.
Είπε πως ο ίδιος θέλει μια ΝΔ στην οποία να κυριαρχούν οι ιδέες και ο καθένας να προχωρά με βάση την αξία του.
Για την υποψηφιότητα Τζιτζικώστα είπε ότι του είναι συμπαθής, είναι νέος άνθρωπος και έχει φρέσκες ιδέες, αλλά έθεσε το θέμα της διαρχίας που θα προκύψει στη ΝΔ, καθώς άλλος θα είναι ο πρόεδρος και άλλος ο επικεφαλής στη Βουλή.