Ο Σάιμον Νίξον της WS Journal απασφαλίζει για άλλη μια φορά, γράφοντας για την Ελλάδα.
Στο τελευταίο του άρθρο σημειώνει πως ο Τσίπρας αναζητάει την ανανέωση της λαϊκής εντολής έπειτα από μόλις οκτώ μήνες πρωθυπουργικής θητείας, παρά το γεγονός ότι μπορεί να καταταχθεί στα μητρώα των μεταπολεμικών ηγετών με τη χειρότερη επίδοση στα οικονομικά.
Εξηγεί ότι πριν πυροδοτηθεί η πολιτική κρίση στην Ελλάδα, αυτή που έφερε τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, η Ελλάδα ήταν η δεύτερη ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία της Ευρωζώνης, η κυβέρνηση έτρεχε ένα πλεόνασμα και είχε περάσει τα stress tests της ΕΚΤ. Τώρα, η οικονομία επανήλθε σε φάση ύφεσης, η κυβέρνηση τρέχει πίσω από ελλείμματα και οι τράπεζες θα χρειαστούν έως και 25 δισεκατομμύρια ευρώ σε νέα κεφάλαια.
Ο Τσίπρας, αναφέρει ο Νίξον, οδήγησε τη χώρα σε οκτώ μήνες στασιμότητας και τελικά οδηγήθηκε σε μια συμφωνία που περιλαμβάνει 86 δισεκατομμύρια ευρώ και η οποία διέρρηξε κάθε σχέση του με το μανιφέστο των δεσμεύσεών του τον περασμένο Ιανουάριο. Μετά από όλα αυτά συνέβη και η διάρρηξη στο δικό του κόμμα, για να ολοκληρωθεί η εικόνα.
«Ο Τσίπρας οδήγησε την Ελλάδα σε 8 μήνες στασιμότητας»
Παρά τη μικροπολιτική και τη λανθασμένη στρατηγική του, το μέγιστο επίτευγμα του Τσίπρα ήταν ότι κράτησε την Ελλάδα στην Ευρωζώνη, όπως επιθυμεί και η πλειοψηφία των Ελλήνων. Μέχρι να γίνει αυτό, όμως, η Ελλάδα πέρασε από δημοψήφισμα που δεν είχε κανένα αποτέλεσμα και από capital controls που παρέλυσαν την οικονομία.
Ο Νίξον σημειώνει: «Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ευρωζώνη είναι έτοιμη να παραβλέψει αυτή τη λιτανεία της αποτυχίας. Οι αξιωματούχοι της Ευρωζώνης, μετά την πλήρη παράδοση του Τσίπρα, φαίνεται να έχουν πειστεί ότι ο Τσίπρας δεν είναι απλώς ένας αξιόπιστος εταίρος, αλλά ο μοναδικός πολιτικός ηγέτης στην Ελλάδα που μπορεί να πετύχει ό,τι έχει συμφωνήσει».
Τούτο σημαίνει ότι η Ευρώπη θα έβλεπε με καλό μάτι την επανεκλογή του Τσίπρα – ειδικά τώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ έχει «καθαρίσει» από τους ενοχλητικούς αριστερούς. Μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει ριζική μεταμόρφωση στην Ελλάδα.
Φαίνεται, όμως, πως ο Τσίπρας δεν υπολόγισε σωστά τα πράγματα. Θα μπορούσε να συνεχίσει να κυβερνάει με τη στήριξη των άλλων κομμάτων, αλλά εκείνος προτίμησε να προκηρύξει εκλογές. Φευ, τα τελευταία γκάλοπ δείχνει μια κατακόρυφη πτώση των ποσοστών του ΣΥΡΙΖΑ και μια ταυτόχρονη άνοδο της Νέας Δημοκρατίας.
Αναφέρει ο Νίξον: «Φυσικά, οι δημοσκοπήσεις, στην καλύτερη των περιπτώσεων, μπορεί να είναι αναξιόπιστες, ιδιαίτερα στο τέλος των καλοκαιρινών διακοπών. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν, επίσης, έναν μεγάλο αριθμό ψηφοφόρων που δεν έχουν ακόμη αποφασίσει τι θα ψηφίσουν. Στις εκλογές του Ιανουαρίου και το δημοψήφισμα του Ιουλίου οι δημοσκοπήσεις φαίνεται να υποτίμησαν την υποστήριξη στον Τσίπρα».
Από την πλευρά της, η Νέα Δημοκρατία βρίσκει για πρώτη φορά μετά από πολύ καιρό έναν ηγέτη, τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη, που είναι λιγότερο διχαστικός και μπορεί να οδηγήσει το κόμμα ακόμη και σε νίκη. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις έχουν αναπόφευκτα προκαλέσει κάποια νευρικότητα και ο φόβος είναι ότι η Ελλάδα ενδέχεται να εισέλθει σε μια μακρά περίοδο πολιτικής αστάθειας. Σε μια χώρα που η σταθερότητα είναι πιο απαραίτητη από ποτέ για να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη. Επίσης, τα γκάλοπ δείχνουν πως ο κόσμος θέλει συμμαχικές κυβερνήσεις, αλλά και αυτή η εξίσωση δεν είναι εύκολη από τη στιγμή που ο Τσίπρας επιθυμεί συνεργασία μόνο με τους ΑΝΕΛ.
«Η ΝΔ βρήκε μετά από πολύ καιρό έναν ηγέτη λιγότερο διχαστικό»
Για να καταλήξει ο Νίξον: «Ο βαθμός παράδοσης του Τσίπρα στο πρόγραμμα διάσωσης έχει αλλάξει τους όρους του πολιτικού διαλόγου στην Ελλάδα. Η συζήτηση για τη λιτότητα έχει τελειώσει. Αντ’ αυτού, οι Έλληνες έχουν μπροστά τους, για πρώτη φορά τα τελευταία έξι χρόνια, μια συμβατική πολιτική συζήτηση σχετικά με τις επιλογές που απαιτούνται για να επιτευχθούν οι στόχοι του Μνημονίου. Και τούτο διότι η επόμενη κυβέρνηση πρέπει να λάβει σημαντικές αποφάσεις για μια σειρά θεμάτων όπως είναι το συνταξιοδοτικό και οι μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά και το δημόσιο τομέα. Οι ψηφοφόροι έχουν να επιλέξουν ανάμεσα σε ένα συντηρητικό αριστερό κόμμα που θέλει να προστατεύσει τον δημόσιο τομέα και μια κεντροδεξιά αντιπολίτευση που θέλει να μειώσει τους φόρους και να ενισχύσει τον ιδιωτικό τομέα. Αυτό είναι το πιο χρήσιμο επίτευγμα του Τσίπρα τους τελευταίους οκτώ μήνες, ακόμη και αν ο ίδιος δεν είναι πρόθυμος να το πιστωθεί».