Ο Εμανουέλ Μακρόν δεν είναι ριζοσπάστης της Αριστεράς. Δεν είναι καν κλασικός ευρωπαίος σοσιαλδημοκράτης. Ως εκ τούτου δύσκολα θα μπορούσε κανείς να τον χαρακτηρίσει ιδεολογικό σύμμαχο του Αλέξη Τσίπρα.
Αντιπαραβάλλοντας όμως, τις ομιλίες των δύο ηγετών στην Πνύκα και το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος εύκολα διακρίνει «κοινούς τόπους» με αγωνίες και προβληματισμούς για το μέλλον της Ευρώπης.
«Δεν θέλουμε να είμαστε η γενιά που θα καταστρέψει την Ευρώπη», είπε σε μια αποστροφή του λόγου του ο Γάλλος πρόεδρος και όσοι τον άκουγαν αντιλήφθηκαν ότι ουσιαστικά αναφερόταν και στον Έλληνα πρωθυπουργό που βρισκόταν δίπλα του.
Σαράντα χρονών ο ένας, σαράντα δύο ο άλλος ξεκίνησαν από διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες για να βρεθούν στο «σημείο μηδέν» όπου οι αποφάσεις πρέπει να ληφθούν με ταχύτητα και επίγνωση της μη ανατάξιμης ζημιάς που μπορεί να προκληθεί εάν συνεχιστούν οι εμμονικές πολιτικές του Βερολίνου.
Προφανώς, λοιπόν, Μακρόν και Τσίπρας δεν είναι ιδεολογικοί σύμμαχοι. Είναι όμως πολιτικοί σύμμαχοι. Είναι σύμμαχοι στον πραγματισμό και τον ρεαλισμό που απαιτούν οι καιροί.
Το σχέδιο Μακρόν για επανίδρυση και επανεκκίνηση της Ευρώπης δεν είναι κάτι που μπορεί να υλοποιηθεί άμεσα. Ο γερμανικός προτεσταντισμός και οι τυχοδιωκτισμοί αρκετών χωρών (κυρίως της Ανατολικής Ευρώπης) δεν είναι εύκολοι αντίπαλοι. Γι αυτό και η συμμαχία του ρεαλισμού στην Πνύκα αποκτά εκ των πραγμάτων τον χαρακτήρα μιας ιδρυτικής συνάντησης για το «rebranding» της Ευρώπης.
Οι θέσεις του Μακρόν για τον ρόλο του ΔΝΤ, το ελληνικό και εν γένει το ευρωπαϊκό χρέος, την ανάπτυξη και την επιχειρηματικότητα, την ανάγκη κοινού προϋπολογισμού και υπουργού Οικονομικών της ΕΕ, την πολιτική εμβάθυνση και την ενίσχυση των θεσμών της Κομισιόν και του Ευρωκοινοβουλίου συνθέτουν ένα πολιτικό μνημόνιο συνεργασίας των πραγματιστών. Και οι προσθήκες Τσίπρα για ευρωπαίο υπουργό Κοινωνικής Συνοχής και Κοινοβούλιο της Ευρωζώνης αποτελούν, αναμφίβολα, μία ενδιαφέρουσα αφορμή για περαιτέρω συζήτηση.
Η επίσκεψη, εν κατακλείδει, ήταν απολύτως επιτυχημένη. Και ως προς τα «δικά μας» (αξιολόγηση, χρέος, ΔΝΤ κλπ.) και, κυρίως, ως προς τη νέα προοπτική της Ευρώπης. Και σ’ αυτή τη συζήτηση η Ελλάδα είναι πια μέσα στο κάδρο. Εξωστρεφής και με άποψη…