ασκήσει κάθε νόμιμο μέσο και πολιτική δυνατότητα για να αποκαταστήσει το όνομά του.
Σύμφωνα με ανάρτηση στο fimotro, στην κατάθεσή του ο κ. Τσοχατζόπουλος δήλωσε ότι «δεν υπάρχει κανένα απολύτως στοιχείο, καμία απόδειξη, καμία ένδειξη ή οτιδήποτε άλλο που να με συνδέουν με έκνομες συμπεριφορές, με μίζες και φαινόμενα διαφθοράς, όχι μόνο τώρα, αλλά για όλα τα 40 χρόνια της θητείας μου στην πολιτική ζωή του τόπου».
Ο πρώην υπουργός Εθνικής Άμυνας μίλησε για σκευωρία σε βάρος του λέγοντας χαρακτηριστικά:
«Η μη πρόσκληση ουσιωδών μαρτύρων αποκαλύπτει τη σκοπιμότητα. Γι’ αυτό δεν εκλήθησαν τα μέλη του ΚΥΣΕΑ, καθώς και άλλα πρόσωπα που γνώριζαν τις διαδικασίες. Έτσι ώστε, αντί της αλήθειας, να υπάρξει συγκάλυψη και να μπορέσει να κρυφτεί η πολιτική μου δίωξη με νομικό μανδύα. Με μεθοδευμένες διαδικασίες, με προειλημμένες αποφάσεις και προκατασκευασμένο πόρισμα»…
«Ζητώ φως παντού. Σας το είχα πει. Κανείς δεν γλιτώνει από την αλήθεια. Κανένα παρασκήνιο δεν μένει για πάντα στο σκοτάδι. Κανένα κέντρο και παράκεντρο εξουσίας δεν μένει για πάντα στο απυρόβλητο» φέρεται να είπε ο κ. Τσοχατζόπουλος. Τα πάντα είναι γνωστά και δηλωμένα στα «πόθεν έσχες», δηλώνει για τα περιουσιακά του στοιχεία ο πρώην υπουργός και απορρίπτει τα όσα φέρονται να έχουν εντοπιστεί από τον έλεγχο του ΣΔΟΕ. Αναλυτικά για τη περιουσιακή του κατάσταση ο κ Τσοχατζόπουλος αναφέρει τα εξής: «1. Από το έτος 1998 έως το έτος 2003 η διαχείριση του συνολικού ποσού της ασφαλιστικής αποζημίωσης μου, που αφορά την περίοδο εργασίας μου στη Γερμανία και υπήρχε στη γερμανική τράπεζα Dresdner Bank είναι δηλωμένη στις κατ’ έτος υποβληθείσες φορολογικές δηλώσεις και δηλώσεις πόθεν έσχες. Η απροσδόκητη απαίτηση για υποβολή αντιγράφου της κίνησης των συγκεκριμένων τραπεζικών λογαριασμών από τότε μέχρι σήμερα ουδέποτε είχε τεθεί από την Επιτροπή. » 2. Η πρώην σύζυγός μου διατηρούσε επίσης τραπεζικό λογαριασμό στην τράπεζα HYPO BANK στη Γερμανία, που από το 1998 και μέχρι το 2002 δηλωνόταν στις κοινές φορολογικές μας δηλώσεις και δηλώσεις πόθεν έσχες όλα αυτά τα χρόνια. Από το έτος 2002 λόγω διαζυγίου περιλαμβανόταν στη δική της φορολογική δήλωση. Ο συγκεκριμένος λογαριασμός αφορούσε κληρονομία της αδελφής της μητέρας της, μόνιμο κάτοικο Γερμανίας, την οποία και διαχειρίστηκε η πρώην σύζυγός μου. Τα ποσά είναι δηλωμένα. » Και επ’ αυτού του τραπεζικού λογαριασμού δεν είχε ζητηθεί από την Επιτροπή αντίγραφο κίνησης του. Και για τα δύο θέματα θα αποσταλούν στην eπιτροπή πόθεν έσχες οι απαραίτητες απαντήσεις. » 3. Σχετικά με την διαπίστωση περί αύξησης της περιουσιακής μου κατάστασης το έτος 2000, όπως αναφέρεται στην έκθεση των ορκωτών λογιστών, δόθηκαν πρόσφατα γραπτές εξηγήσεις που απαντούν απολύτως στο συγκεκριμένο θέμα. » Η εμφανιζόμενη αύξηση της περιουσιακής κατάστασης οφείλεται στην εκ των υστέρων κατάθεση δήλωσης αγοράς ενός repos από την πρώην σύζυγό μου το 2001. » 4. Το διαμέρισμα 2ου ορόφου, καθώς και το διαμέρισμα υπογείου στην Κυψέλη, όπου βρίσκεται το γραφείο μου, έχουν δηλωθεί στη φορολογική δήλωση και στη δήλωση πόθεν έσχες το 2004 και έκτοτε ανελλιπώς. Η συνολική αξία τους ήταν 130.000 ευρώ, η εξόφληση του τιμήματος έγινε ιδιωτικά και εκτός τραπέζης, όπως αναφέρεται και στο σχετικό συμβόλαιο και έχουν καταβληθεί όλοι οι αναλογούντες φόροι, έξοδα κλπ. » 5. Σχετικά με το ποσό των 450.000 ευρώ που αφορά μέρος του τιμήματος για την αγορά του διαμερίσματος επί της Δ. Αρεοπαγίτου κατεβλήθη σταδιακά σε μετρητά σε συνεργεία οικοδομικών εργασιών κατά τη διάρκεια της προηγούμενης του συμβολαίου αγοράς τριετίας, όπως καταγράφεται και στο ίδιο το συμβόλαιο. » Και επ’ αυτού ουδέποτε είχε τεθεί σχετικό ερώτημα από την Επιτροπή για τις ετήσιες καταβολές».